Πριν από λίγες μέρες στην ομιλία του στα πλαίσια της ΔΕΘ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως ο επερχόμενος πρωθυπουργός, μας αποκάλυψε την στρατηγική που θα ακολουθήσει το σύστημα εξουσίας στην Ελλάδα. Προλόγισε την εμβάθυνση της εφαρμογής του Νεοφιλελευθερισμού, υιοθετώντας την ηθική και ιδεολογική βάση, της θεωρητικής κατασκευής του. Χωρίς υπεκφυγές και με μια ειλικρίνεια που προβληματίζει, για την αίσθηση ισχύος που απολαμβάνει το σύστημα για τον εαυτό του, μας δήλωσε πως δεν τρέφει αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες, κάτι τέτοιο είναι ενάντια στην ανθρώπινη φύση. Αν και η ιδέα αυτή χαίρει μεγάλης εκτίμησης στους νεοφιλελεύθερους κύκλους και παρουσιάζει διάρκεια στον ιστορικό χρόνο, δεν αποτελεί παρά ένα ιδεολόγημα, μια διανοητική και λεκτική πλαστογραφία.
Η επίκληση της ανθρώπινης φύσης υπονοεί, ότι η κοινωνική ανισότητα αιτιολογείτε αλλά και δικαιολογείτε από την φυσική διαφορετικότητα. Αυτή η τελευταία πράγματι υφίσταται τόσο στο επίπεδο της σωματικής ρώμης και υγείας όσο και στο επίπεδο των αντιληπτικών ικανοτήτων. Δεν τρέχουμε όλοι το ίδιο γρήγορα, δεν σηκώνουμε τα ίδια βάρη και η αντίληψη ενός Αϊνστάιν είναι μάλλον ανώτερη του γράφοντος και των περισσοτέρων εκ των αναγνωστών του. Η σύγχρονη πολυπλοκότητα των ανθρώπινων κοινωνιών όμως, προϋποθέτει την συνεργασία όλων των διαφορετικών δυνατοτήτων των ατόμων που συναποτελούν το κοινωνικό σύνολο. Μπορεί το αποτύπωμα στον κοινωνικό χώρο ενός Αϊνστάιν, ενός οποιουδήποτε φυσικού που μας βοηθά να ταξιδέψουμε στα άστρα, να κριθεί σημαντικότερο από αυτό ενός απλού χτίστη ή ενός οδηγού φορτηγού. Είναι όμως και τα δύο εξίσου απαραίτητα και εξισώνονται στο σύνολο της κοινωνικής παραγωγής. Θα ήταν αδύνατο να δημιουργήσεις την θεωρία της σχετικότητας χωρίς την γνώση της γραφής και της ανάγνωσης που σου προσέφερε ο δάσκαλος στο δημοτικό σου. Η μετατροπή της ανισότητας σε διαφορετικότητα και η αξιοποίηση της κάθε μιας από αυτές, είναι μια από τις αναγκαίες συμβάσεις της ύπαρξης του σύγχρονου πολιτισμού. Η υποστήριξη του αντιθέτου αποτελεί παραλογισμό. Η βασική αρχή του νεοφιλελευθερισμού έτσι όπως αυτή εκφράζεται άμεσα ή υπονοείτε από τα φερέφωνα της εξουσίας, αποτελεί κίνδυνο για την ίδια την ύπαρξης της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Το θεωρητικό σφάλμα στην διαπίστωση του Μητσοτάκη, έγκειται στην αναγωγή του φυσικού στο επίπεδο του κοινωνικού χωρίς την διαμεσολάβηση του πολιτικού. Είναι τόσο εξόφθαλμό που δεν μπορεί να έχει γίνει κατά λάθος. Τα λάθη που γίνονται επίτηδες, σχεδόν πάντα εξυπηρετούν έναν σκοπό. Η επίκληση στο φυσικό, δηλαδή σε κάτι που είναι έξω και πέρα από την ανθρώπινη επέμβαση και ηθική, δεν δικαιολογεί μονάχα την ανισότητα αλλά και την καθιστά αμετάβλητη. Έναν νόμο της φύσης, ένα φυσικό φαινόμενο. Κανείς μέχρι τώρα δεν νικά τον θάνατο αλλά και δεν προβλέπει τον σεισμό. Η αναγωγή στο κοινωνικό οδηγεί στην αναγωγή και στα συστατικά του μέρη. Στο πολιτικό και στο οικονομικό. Έτσι αν οι άνθρωποι είναι άνισοι ως προς την ύπαρξη τους, τότε δεν μπορεί παρά να είναι άνισοι και ως προς τον τρόπο οργάνωσης της ύπαρξης. Ως προς την πολιτική επομένως και την οικονομική τους οργάνωση. Αυτός λοιπόν είναι ο κυρίως στόχος της Νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. Η δικαιολόγηση της ολοένα και αυξανόμενης οικονομικής αλλά και της επερχόμενης πολιτικής ανισότητας.
Στις κοινωνίες του Δυτικού Κόσμου η οικονομική ανισότητα φαίνεται μέχρι τώρα να έχει γίνει αποδεκτή. Έχει όμως κατακτήσει την αποδοχή αυτή, με την προϋπόθεση της ύπαρξης, ενός μηχανισμού τέτοιου που εξασφαλίζει την επιβίωση της κοινωνίας, με την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων αυτής της ανισότητας. Το κοινωνικό κράτος, ο παρεμβατικός του ρόλος, οι περιορισμοί που επιβάλλει η εργατική νομοθεσία και άπειροι άλλοι μηχανισμοί ελέγχου του κεφαλαίου και της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, χρησιμοποιήθηκαν τις πρώτες δεκαετίες μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Δεν είναι τυχαίο γεγονός πως την περίοδο εκείνη ιδεολογήματα τέτοιου τύπου, έβρισκαν καταφύγια στα σκοτεινά μυαλά των φασιστικών κύκλων, εξορισμένα από τον επίσημο λόγο της εξουσίας και την εφαρμογή τους, στην Λατινική Αμερική και στις αφρικάνικες χώρες, μακριά από τα βλέμματα των κατοίκων της δύσης.
Η επικράτηση του Νεοφιλελευθερισμού στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη, τον μετατρέπει σταδιακά από ιδεολόγημα σε μορφή οργάνωσης της οικονομίας. Το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών η εξαφάνιση της μέσης τάξης είναι αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής. Πρόκειται για μια διακριτή φάση οργάνωσης της καπιταλιστικής παραγωγής από την αμέσως προηγούμενη. Αν και αυτό αποτελεί μέγιστο πρόβλημα για την συντριπτική πλειοψηφία του λαού που φτωχοποιείται, με ρυθμούς που έχουμε να δούμε από την αυγή της βιομηχανικής επανάστασης, ο πραγματικός κίνδυνος μόλις που αρχίζει να γίνεται ορατός. Βρισκόμαστε σε εκείνο το σημείο όπου η ποσοτική μεταβολή κινδυνεύει να μετατραπεί σε ποιοτική.
Αυτό που δεν έχει αποδεχθεί ο Δυτικός κόσμος ακόμη, είναι η πολιτική ανισότητα. Η βασική αρχή της πολιτικής οργάνωσης εδώ, είναι πως το κάθε ένα άτομο είναι ίσο απέναντι στο νόμο αλλά και του αναλογεί ίσο μερίδιο συμμετοχής στην εξουσία μέσω της ψήφου. Αν όμως η κοινωνική και οικονομική ανισότητα επιβάλλεται από την φυσική τάξη των πραγμάτων, για ποιον λόγο η πολιτική ισότητα να αποτελεί μια παράδοξη παραφωνία; Οι σχεδιαστές του συστήματος εξουσίας γνωρίζουν καλά, πως δεν μπορούν να επιβάλλουν την ολοκληρωτική επικράτηση του νεοφιλελεύθερου τρόπου οργάνωσης της οικονομίας, δίχως μια αντίστοιχη μορφή στην πολιτική οργάνωση. Εδώ λοιπόν βρίσκεται ο κίνδυνος. Ο Νεοφιλελευθερισμός είναι μορφή οργάνωσης με ολοκληρωτικό χαρακτήρα. Εφαρμόστηκε στον τρίτο κόσμο, είτε με στρατιωτικές χούντες, είτε με τυπικά «δημοκρατικές» κυβερνήσεις που στηρίζονταν αμφότερες, στην ακραία κρατική τρομοκρατία. Το βασικό χαρακτηριστικό της, είναι η μέγιστη δυνατή συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και του παραγόμενου πλούτου. Το αντίστοιχό της στην πολιτική οργάνωση, δεν μπορεί παρά να διαθέτει και αυτό το ίδιο επίπεδο συγκέντρωσης της εξουσίας. Έτσι η αστική δημοκρατία, έστω και με αυτόν τον ψευδεπίγραφο τρόπο με τον οποίο υπήρξε, δεν μπορεί να παραμείνει για πολύ, καθώς πρόκειται για ένα σύστημα που επιμερίζει, θεωρητικά τουλάχιστον, την πολιτική απόφαση σε όλους. Τα σημάδια της κατάρρευσής της είναι πλέον ορατά. Στην Ευρώπη έχει ουσιαστικά καταργηθεί η αντιπολίτευση, καθώς η ασκούμενη πολιτική δεν τίθεται διόλου υπό αμφισβήτηση. Ακόμα και στις χώρες όπου η αντίρρηση ως προς αυτήν κατάφερε να εμφανιστεί στο πολιτικό πεδίο με μια κάποια δυναμική, αυτή εκφράστηκε μόνο από κόμματα της Άκρας Δεξιάς. Δηλαδή ουσιαστικά από τα πιο προωθημένα πολιτικά σχήματα του Νεοφιλελευθερισμού. Στην Ελλάδα που η εθνική κυριαρχία έχει καταλυθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι στα υπόλοιπα κράτη μέλη η λαϊκή ετυμηγορία δεν λαμβάνεται καν υπόψη, ενώ στην περίπτωση της Ουκρανίας ένα ένοπλο πραξικόπημα χρησιμοποιήθηκε για να μην εφαρμοστούν αποφάσεις της εκλεγμένης κυβέρνησης.
Η τάση αυτή προς ένα νέου τύπου ολοκληρωτισμού στην πολιτική οργάνωση, δεν ενισχύεται μόνο από το αντίστοιχό του στην οικονομική, αλλά και από ένα ακόμη γεγονός, εξίσου σημαντικό. Μετά την κατάρρευση του κομουνιστικού κόσμου ένα νέο σύστημα πολιτικής οργάνωσης έχει εμφανιστεί. Η Ρωσία και η Κίνα οι δύο μεγάλες δυνάμεις του κομουνιστικού στρατοπέδου έχουν διατηρήσει τον ίδιο βαθμό συγκέντρωσης της εξουσίας στην πολιτική οργάνωση, αλλά έχουν υιοθετήσει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και μάλιστα στην ατόφια νεοφιλελεύθερη εκδοχή του. Αποτελούν ήδη πετυχημένα παραδείγματα του πως ο καπιταλισμός μπορεί να οργανωθεί και χωρίς την αστική δημοκρατία. Το παραγόμενο αποτέλεσμα ισχύος, στον πλανητικό ανταγωνισμό, δεν έχει περάσει απαρατήρητο από την δύση.
Ο αγώνας ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, που στην Ελλάδα εφαρμόζεται μέσα από τις μνημονιακές πολιτικές, δεν είναι μόνο ένας αγώνας ταξικός για περισσότερα εργατικά δικαιώματα. Είναι αγώνας απέναντι στον ολοκληρωτισμό για την προστασία της δημοκρατίας και είναι ένας αγώνας που η έκβασή του θα κρίνει την επιβίωση της κοινωνίας δικαίου στο σύνολο της. Απέναντι μας έχουμε έναν εχθρό, που εξαπολύει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο, εναντίον κάθε πτυχής της ύπαρξής μας. Αν δεν προετοιμαστούμε για αυτόν, αν επιδείξουμε την ελάχιστη ανοχή απέναντί του, αν δεν συνειδητοποιήσουμε άμεσα τον ολοκληρωτικό του χαρακτήρα, θα ζήσουμε έναν ιστορικό αναχρονισμό, μια δυστοπία, που θα σηματοδοτήσει το πέρασμα της ανθρώπινης κοινωνίας σε κάτι που θα θυμίζει πολύ, ένα ναζιστικό στρατόπεδο εργασίας.
*Ο Κώστας Σταμάτης είναι μέλος της ΛΑ.Ε Κορινθίας