Χάρη στα αρνητικά επιτόκια της ΕΚΤ, τα έσοδα από τα επιτόκια των Γερμανών έχουν βυθιστεί προς το μηδέν. Και αυτό είναι μια άκρως αρνητική εξέλιξη.
Το διαθέσιμο εισόδημα των αποταμιευτών έχει πληγεί από την κατάρρευση της μέσης απόδοσης του συσσωρευμένου πλούτου που επενδύεται σε προϊόντα επιτοκίου. Τα χαμηλά επιτόκια έχουν, όμως, ωφελήσει τους δανειολήπτες.
Χρήματα έχασαν και κέρδισαν
Είναι ενδιαφέρον να υπολογίσουμε τι έχουν απολέσει οι Γερμανοί αποταμιευτές συγκρίνοντας το πραγματικό τους εισόδημα από τόκους σε μια υποθετική κατάσταση στην οποία θα παρέμεναν στο επίπεδό τους το 2012.
Μπορεί εύκολα να υπολογιστεί προσθέτοντας τη διαφορά μεταξύ του πραγματικού ακαθάριστου εισοδήματος από τόκους και του επιπέδου του 2012.
Μετά το 2012 και μέχρι το 2019, τα γερμανικά νοικοκυριά που είναι δανειολήπτες “εξοικονόμησαν” 99 δισ. σε τόκους δαπανών. Υπολογίζεται προσθέτοντας, για όλα τα έτη μετά το 2012, τη διαφορά μεταξύ των πραγματικών εξόδων τόκων και του αρχικού επιπέδου τους.
Το καθαρό αποτέλεσμα είναι απώλεια 58 δισ. ευρώ στα γερμανικά νοικοκυριά.
Αντιπαραγωγική πολιτική
Η ΕΚΤ έχει σχεδιάσει μια συνολική μείωση των επιτοκίων με την ελπίδα ότι οι φτηνές πιστωτικές ευκαιρίες θα οδηγήσουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις δαπάνες τους.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η πολιτική μπορεί να οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα, εάν τα νοικοκυριά αποφασίσουν να αντισταθμίσουν τις μειούμενες αποδόσεις της εξοικονόμησης με την εξοικονόμηση περισσότερων.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι συμβαίνει ήδη στη Γερμανία. Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών αυξάνεται συνεχώς από το 2014.
Το πρόβλημα των τραπεζών
Τα χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια μειώνουν επίσης τα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών. Απειλούν την κερδοφορία τους ίσως μειώνοντας την παροχή δανείων στον ιδιωτικό τομέα.