Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, ο Ταγίπ Ερντογάν χρωστούσε τουλάχιστον τρεις μεγάλες χάρες στον ηγέτη της τουρκικής Ακροδεξιάς, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Το 2002, εν μέσω οικονομικής κρίσης και προβλημάτων υγείας του πρωθυπουργού Μπουλέντ Ετσεβίτ, ο Μπαχτσελί, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης συνεργασίας, προκάλεσε πρόωρες εκλογές. Το εθνικιστικό του κόμμα ΜΗΡ όπως και το κόμμα του Ετσεβίτ έμειναν εκτός Βουλής, χαρίζοντας την απόλυτη πλειοψηφία στο ισλαμικό ΑΚΡ του Ερντογάν.
Το 2007, ο Μπαχτσελί ξελάσπωσε για δεύτερη φορά τον Ερντογάν, όταν το ΜΗΡ, που είχε επανέλθει στο μεταξύ στη Βουλή, επέτρεψε την εκλογή του Αμπντουλάχ Γκιουλ στην προεδρία της Δημοκρατίας. Η ανίερη συμμαχία των κοσμικών εθνικιστών με τους συντηρητικούς ισλαμιστές επισημοποιήθηκε πριν από έναν χρόνο, όταν το ΜΗΡ ψήφισε μαζί με το ΑΚΡ στο αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα που άλλαξε το τουρκικό πολίτευμα, μετατρέποντας τον Ερντογάν σε πρόεδρο-«σουλτάνο».
«Λαγός» του προέδρου
Την περασμένη Τρίτη, ο Μπαχτσελί αιφνιδίασε ζητώντας να επισπευσθούν οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές που προβλέπονταν για τον Νοέμβριο του 2017. Σύντομα αποδείχθηκε, όμως, ότι ο εβδομηντάχρονος πολιτικός λειτουργούσε ως «λαγός» του Τούρκου προέδρου. Την Τετάρτη, ο Ερντογάν κήρυξε πρόωρες, διπλές εκλογές στις 24 Ιουνίου, συμφωνώντας με τον Μπαχτσελί ότι «το έθνος δεν μπορεί να περιμένει».
Η αλήθεια είναι ότι ουδείς είχε διαπιστώσει μέχρι τότε την αδημονία του τουρκικού έθνους να ψηφίσει. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι, παρά την αναθεώρηση του συντάγματος, η πλήρης εφαρμογή του νέου, ισχυρά προεδρικού συστήματος προβλέπεται να γίνει μετά τις επόμενες προεδρικές εκλογές. Διερωτάται, ωστόσο, κανείς σε τι δυσκόλευε τον Ερντογάν η υφιστάμενη θεσμική τάξη; Η κυβέρνηση του ΑΚΡ αποτελείται από πειθήνιους συνεργάτες του, ενώ ο ίδιος απολαμβάνει τις υπερεξουσίες που του δίνει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.
Οσο για την κεμαλική αξιωματική αντιπολίτευση, αυτή δεν αποτελεί καν ενόχληση όσο αρχηγός του CHP παραμένει ο συμπαθής, αλλά αδύναμος Κιλιτσντάρογλου. Πιο ενοχλητικό, το αριστερό φιλοκουρδικό κόμμα HDP, που έχει τον χαρισματικό αρχηγό του Σελαχατίν Ντεμιρτάς και δεκάδες άλλα στελέχη του στη φυλακή. Στα μέσα ενημέρωσης η κυριαρχία τού Ερντογάν είναι συντριπτική, ιδιαίτερα ύστερα από την πρόσφατη πώληση του ομίλου Ντογάν σε φίλα προσκείμενο επιχειρηματία. Γιατί, λοιπόν, ο Τούρκος πρόεδρος να προκηρύξει εκλογές στο ζενίθ της πολιτικής του ισχύος;
Η απάντηση είναι: ακριβώς γιατί βρίσκεται στο ζενίθ και βλέπει μπροστά του μια καθοδική καμπύλη. Ο πρώτος λόγος είναι η κατάσταση της οικονομίας. Η εκτόξευση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, η ακατάσχετη πτώση της λίρας και η απογείωση του πληθωρισμού καθιστούν αναγκαία οδυνηρά μέτρα σταθεροποίησης. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική Μεχμέτ Σιμσέκ πίεζε διαρκώς για παρόμοια μέτρα και σύμφωνα με τουρκικές πηγές απειλούσε να παραιτηθεί. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η λιτότητα θα έρθει μετά τις εκλογές, προσδοκία που εξηγεί την ευφορία του χρηματιστηρίου μετά την αναγγελία τους.
Επειτα, ο Ερντογάν θέλει να εκταμιεύσει στις κάλπες τη λαϊκή υποστήριξη στην εκστρατεία του κατά των Κούρδων στο Αφρίν της Συρίας, προτού αυτή εξατμιστεί, κάτι που μπορεί να γίνει πολύ σύντομα. Η Ρωσία είναι πολύ πιθανό να του επιβάλει την απόδοση του Αφρίν στον Ασαντ, ενώ οι βουλές του Τραμπ για το Συριακό παραμένουν ανεξιχνίαστες και, σε κάθε περίπτωση, όχι και τόσο φιλικές έναντι του Ερντογάν. Η ανοιχτή αμφισβήτηση της δυνατότητας να γίνουν τίμιες εκλογές με την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σε ισχύ, από την εκπρόσωπο Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, δεν προμηνύει τα καλύτερα.
Ο παράγων Γκιουλ
Τέλος, ο Ερντογάν επιδιώκει να εκμεταλλευθεί τη διάσπαση της αντιπολίτευσης προτού συγκροτηθεί αξιόμαχο μέτωπο εναντίον του. Αυτή τη στιγμή, ούτε ο Κιλιτσντάρογλου ούτε η Μεράλ Ακσενέρ του νεοπαγούς κόμματος iYi (Καλό) δείχνουν να τον απειλούν – η τελευταία ήταν μέχρι πέρυσι στέλεχος του εθνικιστικού ΜΗΡ, επομένως είναι πολύ δύσκολο να προσεταιριστεί μετριοπαθείς Κούρδους. Πιθανώς, ο μεγαλύτερος κίνδυνος θα ήταν να κατέβει απέναντι στον Ερντογάν ο μετριοπαθής ισλαμιστής, ιδρυτικό στέλεχος του ΑΚΡ και φίλος των Δυτικών, Αμπντουλάχ Γκιουλ, κάτι που πιθανολογούσαν διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Με τα σημερινά δεδομένα, φαίνεται σχεδόν βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα κερδίσει τις προεδρικές εκλογές, είτε στον πρώτο είτε στον δεύτερο γύρο, και ότι η «Λαϊκή Συμμαχία» ΑΚΡ – ΜHP θα εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Ωστόσο, τα δύσκολα στην οικονομία, στη Συρία και γενικά στην εξωτερική πολιτική, βρίσκονται μπροστά τους. Ποτέ άλλοτε η Τουρκία δεν βρισκόταν σε τόσο τεταμένες σχέσεις με τη Δύση, όπως έδειξαν και οι πρόσφατες σημαντικές χειρονομίες του Εμανουέλ Μακρόν (ομιλία στο Στρασβούργο, φρεγάτες) υπέρ της Ελλάδας.
Το βασικό αποτέλεσμα των εκλογών, αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις, θα είναι η μετεξέλιξη της τακτικής συμπόρευσης ισλαμιστών-εθνικιστών σε στρατηγική συμμαχία. Θυμίζουμε ότι το ΜΗΡ του Μπαχτσελί συγκροτήθηκε το 1969 από τον συνταγματάρχη Αλπαρσλάν Τουρκές, εκ των πρωταγωνιστών του πραξικοπήματος του 1960. Ο Τουρκές ήταν στέλεχος του τομέα ειδικού πολέμου, που είχε οργανώσει το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1955 και την ένοπλη οργάνωση των Τουρκοκυπρίων ΤΜΤ το 1958. Το κόμμα του και ειδικά η οργάνωση νεολαίας, οι «Γκρίζοι Λύκοι», πρωταγωνίστησαν στις δολοφονίες αριστερών διανοουμένων τη δεκαετία του 1970 και Κούρδων τη δεκαετία του 1980. Τούτων δοθέντων, η ισλαμοεθνικιστική συμμαχία της οποίας ηγείται σήμερα ο Ερντογάν τίποτα το θετικό δεν προοιωνίζεται για την Τουρκία και τους γείτονές της.
Πηγή: Καθημερινή