Θύματα της ανόδου της θερμοκρασίας στον πλανήτη, οι ωκεανοί και οι παγωμένες ζώνες καταστρέφονται με μεγάλη ταχύτητα, απειλώντας ολόκληρα τμήματα της ανθρωπότητας, η οποία οφείλει να μειώσει το ταχύτερο τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα για να περιορίσει τις ζημιές.
Η προειδοποίηση έρχεται από τη Διακυβερνητική Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC, GIEC).
Άνοδος της στάθμης των ωκεανών, μικρά νησιά που απειλούνται να εξαφανισθούν κάτω από τα κύματα, παγετώνες που εξαφανίζονται… Μερικές από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι ήδη «αμετάκλητες», επισημαίνει η ομάδα των εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ σε έκθεσή της. Λίγες ημέρες μετά τη σύνοδο κορυφής της Νέας Υόρκης για το κλίμα, η οποία δεν προκάλεσε την προσδοκώμενη κινητοποίηση, στην εν λόγω έκθεση υπογραμμίζεται πάντως πως η λήψη μέτρων για να μειωθούν οι εκπομπές αερίων, που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά.
«Όλοι στον κόσμο θα επηρεασθούν από τις αλλαγές που βλέπουμε», λέει ο Μάικλ Μέρεντιθ, ωκεανολόγος της Βρετανικής Ερευνητικής Ομάδας της Ανταρκτικής (British Antarctic Survey) και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης. «Το σημαντικό που προκύπτει από την έκθεση είναι ότι έχουμε μια επιλογή. Το μέλλον δεν είναι προκαθορισμένο», πρόσθεσε.
Οι αλλαγές στους ωκεανούς δεν θα σταματήσουν ξαφνικά με τη μείωση των εκπομπών, όμως ο ρυθμός τους αναμένεται να μειωθεί. «Έτσι θα έχουμε περισσότερες ευκαιρίες να διαφυλάξουμε τα οικοσυστήματα και θα μπορούσαμε να κερδίσουμε χρόνο», υπογραμμίζει η κλιματολόγος Βαλερί Μασόν-Ντελμότ, η οποία συμμετείχε επίσης στη σύνταξη της έκθεσης αυτής των 900 σελίδων που βασίζεται σε χιλιάδες επιστημονικές μελέτες.
Η στάθμη των ωκεανών ανέβηκε 2,5 φορές ταχύτερα στην αρχή του 21ου αιώνα απ’ ό,τι κατά τον 20ο αιώνα και θα συνεχίσει να ανεβαίνει.
Αυτό «δεν είναι ένα τεχνικό ή περιβαλλοντικό πρόβλημα. Δεν μπορούμε να βάλουμε έναν επίδεσμο πάνω του για να το κάνουμε να εξαφανισθεί», επιμένει ένας άλλος από τους συντάκτες της έρευνας, ο Μπρους Γκλάβοβιτς του πανεπιστημίου Μάσεϊ της Νέας Ζηλανδίας. «Οι ακτές ολόκληρου του κόσμου θα αναδιαμορφωθούν, εκεί ακριβώς όπου είναι συγκεντρωμένος ο πληθυσμός».
Στις ακτές, η κατασκευή μέσων προστασίας από την άνοδο της στάθμης των υδάτων μπορεί να μειώσει κατά 100 έως 1.000 φορές τον κίνδυνο των πλημμυρών, σύμφωνα με την έκθεση, με την προϋπόθεση ότι θα επενδύονται «δεκάδες έως εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως». Οι προστασίες αυτές θα είναι πάντως αποτελεσματικότερες για τις παραλιακές μεγαλουπόλεις απ’ ό,τι για τα μεγάλα γεωργικά δέλτα των ποταμών ή για τα μικρά νησιωτικά κράτη, που σε κάθε περίπτωση δεν θα είχαν τα μέσα για να χρηματοδοτήσουν αυτά τα μεγάλα έργα.
Συνολικά, σύμφωνα με την έκθεση, μέχρι το μέσον του αιώνα περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι θα ζουν σε σχετικά χαμηλές παραλιακές ζώνες, οι οποίες θα είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις πλημμύρες ή σε άλλα ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα, τα οποία θα μεγεθύνονται από την άνοδο της στάθμης των θαλασσών και την κλιματική απορρύθμιση.
Ακόμη και σ’ έναν κόσμο όπου η άνοδος της θερμοκρασίας θα έχει περιοριστεί στους +2 βαθμούς Κελσίου, πολυάριθμες μεγαλουπόλεις και μικρά νησιά αναμένεται ότι θα πλήττονται μέχρι το 2050 τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο από ένα ακραίο φαινόμενο που μέχρι τότε δεν εμφανιζόταν παρά κάθε εκατό χρόνια.
Ο κόσμος δεσμεύθηκε το 2015 με τη συμφωνία του Παρισιού να περιορίσει την άνοδο της θερμοκρασίας στους +2 βαθμούς Κελσίου, ακόμη και στον +1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, μειώνοντας τις εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και συνδέονται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Οι ωκεανοί, οι οποίοι καλύπτουν πάνω από το 70% της επιφάνειας του πλανήτη, έχουν απορροφήσει περίπου το ένα τέταρτο αυτών των εκπομπών και το 90% της επιπλέον θερμότητας που δημιουργείται από το CO2 που παράγεται από τον άνθρωπο. Οι συνέπειες είναι χειροπιαστές: άνοδος της θερμοκρασίας της θάλασσας, οξίνιση, απώλεια οξυγόνου.