Εξήντα οκτώ χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου και με αφορμή το διεθνές συνέδριο στην Εσθονία αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για τη σχέση ναζισμού και κομμουνισμού. Γράφτηκαν πολλά ειπώθηκαν αλήθειες και ψέματα , υπήρξαν εντάσεις και αντεγκλήσεις , σοβαρές αναλύσεις και γραφικότητες. Το κυβερνητικό επικοινωνιακό επιτελείο αξιοποίησε για μια ακόμη φορά την ευκαιρία και εκμεταλλεύτηκε το πλεονέκτημα που απέκτησε από τη στάση της ΝΔ και έτσι το θέμα παραμένει επίκαιρο για μέρες και κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο.
Βεβαίως η εξίσωση ναζισμού – κομμουνισμού είναι όχι μόνον ανιστόρητη, αλλά και άκρως επικίνδυνη. Πρέπει ανεπιφύλακτα να καταδικαστεί η στάση της ηγεσίας και μέρους των στελεχών της Ν.Δ, η οποία μας γυρίζει πολλά χρόνια πίσω στο μετεμφυλιακό κλίμα. Επανήλθε για μια ακόμη φορά η περίφημη θεωρία των δύο άκρων και μάλιστα από έναν πολιτικό που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί τον μεσαίο χώρο, όπως ισχυρίζεται ότι κάνει ο κ. Μητσοτάκης. Η ΝΔ δέσμια του ισχυρού ακροδεξιού μπλοκ που υπάρχει στους κόλπους της συνεχίζει την ρητορική των κκ. Αβέρωφ και Σαμαρά. Οι μάσκες έπεσαν και δεν υπάρχει πια δικαιολογία. Καμία διορθωτική δήλωση δεν μπορεί να ακυρώσει τις πρώτες ανακοινώσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Από αυτή τη θέση της Ν.Δ επωφελήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, ανέβασε το θέμα ψηλά και όρισε την ατζέντα. Θεωρώ , όπως και πολλοί άλλοι, ότι η κυβέρνηση έπραξε το αυτονόητο και το ελάχιστο και αρνήθηκε τη συμμετοχή της χώρας σε ένα συνέδριο με ακροδεξιά θεματολογία. Από την άλλη, παρά τη σοβαρότητα που έχει η υπόθεση, δε στοιχίζει τίποτα στο ΣΥΡΙΖΑ και δε χρειάζεται την έγκριση των δανειστών. Όπως δεν είχε κόστος η κατάθεση στεφάνου στο μνημείο των πεσόντων στην Καισαριανή από τον πρωθυπουργό ή η παρουσία υπουργών και στελεχών σε εγκαίνια μουσείων(Μπελογιάννη), πολιτικά μνημόσυνα(Στεφάνου) και σε διάφορες άλλες εκδηλώσεις, στις οποίες παρευρίσκονται, επειδή θεωρούν ότι έτσι εκπληρώνουν το χρέος τους, συνδέονται με το παρελθόν τους και ξαναβαφτίζονται αριστεροί. Με την ίδια άνεση, όμως, μετά από λίγες ώρες ψηφίζουν μνημόνια, εφαρμοστικούς νόμους και προαπαιτούμενα για την αξιολόγηση και χωρίς κανένα ενδοιασμό ξεπουλούν τη χώρα και ισοπεδώνουν την κοινωνία. Κόθορνοι και επιλήσμονες.
«Περσινά ξινά σταφύλια», είπε ο κ. Αλεξιάδης προκλητικά, όταν ρωτήθηκε γιατί δεν καταργήθηκε ο ΕΝΦΙΑ. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία της συζήτησης. Το χαράτσι ήρθε για εκατομμύρια νοικοκυριά και θα πρέπει να πληρωθεί μαζί με άλλους φόρους. Η ρητορική, η αντιπαράθεση και η συζήτηση για τον κομμουνισμό, το Στάλιν, το ναζισμό και τα εγκλήματα έχει την ιστορική της αξία και την πολιτική της σημασία, ιδίως όταν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην ουσία ταυτίζει τις δύο θεωρίες. Όμως σήμερα εκείνο που, κυρίως, απασχολεί τους πολίτες δεν είναι η υποδοχή του πρωθυπουργού στις Πρέσπες από τον κ. Λιάνη ή το επιπόλαιο τραύμα του ψαροντουφεκά κ. Τσίπρα , αλλά η πραγματικότητα, η ζοφερή καθημερινότητα, η οποία δεν αντιμετωπίζεται με θεωρητικές αναλύσεις, ειρωνείες, χειραψίες, χαμογελάκια και παρουσία σε εκδηλώσεις μνήμης και τιμής αριστερών αγωνιστών. Κρίση, ανεργία , ανασφάλιστη εργασία, φτώχεια, ανέχεια, κατασχέσεις, αυτοκτονίες, χρέη, λαϊκισμός, υποβάθμιση υγείας και παιδείας, ευρώ και άλλα πολλά περιγράφουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο πνίγεται η κοινωνία. Τούτη την ώρα, λοιπόν, οι πολίτες περιμένουν πειστικές απαντήσεις για τον τρόπο που η χώρα θα βγει από την κρίση. Για όλα τα παραπάνω δε γίνεται ουσιαστική συζήτηση ούτε στα ΜΜΕ, ούτε ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη ΝΔ, επειδή ταυτίζονται απολύτως : υιοθετούν το μονόδρομο των μνημονίων , ακολουθούν την πιο ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική και συναγωνίζονται στο ποιος θα γίνει το πιο καλό, πρόθυμο και υπάκουο παιδί των δανειστών, του ΔΝΤ, της κας Μέρκελ και του κ. Σόιμπλε.
*Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας