“Νίκη δεν είναι, αλλά ούτε και ήττα, εκτός αν θεωρήσουμε τους εαυτούς μας ηττημένους” υποστήριξε ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Νικόλ Πασινιάν, μετά την εκεχειρία την οποία συνυπέγραψε με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ και τον Ρώσο ηγέτη Βλαντίμιρ Πούτιν για τον τερματισμό της ένοπλης σύρραξης των τελευταίων έξι εβδομάδων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Όμως οι πολίτες της Αρμενίας αισθάνονται τους εαυτούς τους ηττημένους. Εξού και μόλις ο Πασινιάν ανακοίνωσε μέσω Facebook την “επώδυνη”, όπως ο ίδιος τη χαρακτήρισε συμφωνία, χιλιάδες από αυτούς βγήκαν στους δρόμους αγανακτισμένοι και πολιόρκησαν την έδρα της κυβέρνησης και το κοινοβούλιο.
Αντιθέτως, στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν Μπακού χιλιάδες ήταν αυτοί που αψήφησαν την απαγόρευση κυκλοφορίας λόγω πανδημίας για να ξεσπάσουν σε πανηγυρισμούς. Ακόμη και αν δεν πάρουμε τοις μετρητοίς τις μεγαλόστομες διακηρύξεις του Αλίγιεφ περί “Μεγάλης Νίκης”, η ασυμμετρία των αντιδράσεων είναι εύγλωττη.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν, η εκεχειρία τέθηκε σε ισχύ στις 11 μ.μ. της Τρίτης (ώρα Ελλάδος) και “θα δημιουργήσει τις αναγκαίες συνθήκες” για να υπάρξει “μακρόχρονη και πλήρης επίλυση της κρίσης” στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Η βασική πρόβλεψη της συμφωνίας είναι ότι η διαχωριστική γραμμή των αντιμαχόμενων πλευρών χαράσσεται στο σημείο όπου τερματίσθηκαν οι επιχειρήσεις, ενώ την επίβλεψη της εκεχειρίας αναλαμβάνει ρωσική ειρηνευτική δύναμη 1.960 ανδρών (η οποία έχει ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται) για τα επόμενα πέντε χρόνια, με δυνατότητα παράτασης για άλλη μία πενταετία.
Αυτό σημαίνει ότι επιστρέφουν οριστικά στον έλεγχο του Αζερμπαϊτζάν όλα τα εδάφη εντός ή πέριξ του θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ τα οποία ανέκτησαν οι αζερικές δυνάμεις τις προηγούμενες έξι εβδομάδες, συμπεριλαμβανομένου και του Σούσι, δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της περιοχής, όπου επισφραγίσθηκε τα τελευταία 24ωρα η προέλασή τους.
Προβλέπεται πάντως η δημιουργία διαδρόμου, πλάτους πέντε χιλιομέτρων, ο οποίος θα επιτρέπει την επικοινωνία του Ναγκόρνο Καραμπάχ (ή μάλλον του τμήματός του που απέμεινε υπό τον έλεγχο των Αρμένιων αυτονομιστών) με τη Δημοκρατία της Αρμενίας.
Ο Αλίγιεφ έκανε λόγο και για ανάπτυξη τουρκικών δυνάμεων για την επιτήρηση της εκεχειρίας. Ωστόσο, η κρίσιμη αυτή λεπτομέρεια, δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί, ούτε προκύπτει από τις ανακοινώσεις της Μόσχας.
Είναι σαφές ότι το ιδιόμορφο παιχνίδι ανταγωνισμού και ταυτόχρονα συνεργασίας που εκτυλίσσεται μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας σε τρία μέτωπα (Συρία, Λιβύη και πλέον Καύκασο) περνά σε νέα φάση μετά την ανακοίνωση της εκλογής Μπάιντεν που σηματοδοτεί την ανασύνταξη του δυτικού στρατοπέδου και ενδεχομένως την ανάληψη περισσότερο “ακτιβιστικών” πρωτοβουλιών στη διεθνή σκηνή.
Μεσολαβώντας στην υπογραφή εκεχειρίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, ο Βλαντίμιρ Πούτιν αφαιρεί ένα θερμό μέτωπο από το κάδρο, στέλνοντας ταυτόχρονα το μήνυμα ότι μόνο η χώρα του μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερότητα του μετασοβιετικού χώρου στον Καύκασο.
Μετά από άλλες τρεις αποτυχημένες προσπάθειες ρωσικής μεσολάβησης, οι αντιμαχόμενοι βρέθηκαν στο σημείο να είναι περισσότερο πρόθυμοι από ποτέ για έναν τερματισμό των εχθροπραξιών: οι μεν Αρμένιοι λόγω των απωλειών που είχαν υποστεί, οι δε Αζέροι λόγω της έλευσης του χειμώνα που δυσκολεύει τη συνέχιση της προέλασής τους και μάλιστα σε ορεινό (και όχι όπως μέχρι τώρα πεδινό) τοπίο.
Για τη Μόσχα το κύριο μέλημα υπήρξε να ελεγχθεί η κρίση, να παραμείνουν αλώβητες οι σχέσεις τόσο με τη Δημοκρατία της Αρμενίας όσο και με τη Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν και να μην αφεθεί περιθώριο για περαιτέρω παρεμβολή “τρίτων”, όπως ήδη συνέβη με την ανάπτυξη Τούρκων στρατιωτικών συμβούλων και ισλαμιστών ανταρτών που μεταφέρθηκαν από την κατεχόμενη βόρεια Συρία, με κίνδυνο διείσδυσής τους σε όλη την κοινοπολιτεία των μετασοβιετικών κρατών.
Σε όσους θεωρούσαν ότι η Ρωσία είχε συνταχθεί με την αρμενική πλευρά στη συγκεκριμένη σύγκρουση θα πρέπει να υπενθυμιστεί πρώτον ότι η ρωσική διπλωματία δεσμεύεται από τα τέσσερα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που έχει συνυπογράψει για την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας του Αζερμπαϊτζάν, δεύτερον ότι η συμφωνία αμυντικής συνδρομής που τη συνδέει με τη Δημοκρατία της Αρμενίας δεν αφορά τα τεκταινόμενα εκτός των συνόρων της τελευταίας (πόσω μάλλον που την πρωτοβουλία κλιμάκωσης των εντάσεων είχε τον Ιούλιο η αρμενική πλευρά) και τρίτον ότι η Μόσχα δεν έχει λόγους να συμπαθεί την φιλοδυτική κυβέρνηση του Πασινιάν, η οποία προέκυψε πρόπερσι από μια μίνι “έγχρωμη επανάσταση”.
Σε κάθε περίπτωση, η Αρμενία δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη στήριξη της Ρωσίας (και δευτερευόντως του Ιράν), όμως δεν ισχύει το αντίστροφο και για τη Ρωσία.
Του Κώστα Ράπτη