Η αναφορά του Μίκη Θεοδωράκη σε «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», στη δήλωσή του σχετικά με την πώληση όπλων από την ελληνική κυβέρνηση προς τη Σαουδική Αραβία, θεωρήθηκε από ορισμένους σαν ένα σχήμα λόγου. Υπάρχει όμως πραγματικά περίπτωση ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Άμυνας να βρεθούν στο μέλλον ενώπιον διεθνών δικαστηρίων για τη συμμετοχή τους σε εγκλήματα πολέμου που πραγματοποιεί η Σαουδική Αραβία στην Υεμένη; Τι γνώριζαν τα υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών για τις διασυνδέσεις της Σ.Αραβίας με τη διεθνή τρομοκρατία και τι προβλέπουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ και της ΕΕ για τις εξαγωγές όπλων σε αυταρχικά καθεστώτα που απειλούν τη διεθνή ειρήνη;
Τον Οκτώβριο του 2016 το πρακτορείο Reuters δημοσίευσε μεγάλη έρευνα σχετικά με το ενδεχόμενο να κατηγορηθεί ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών για εγκλήματα πολέμου, λόγω της στήριξης που παρείχε στη Σαουδική Αραβία στον πόλεμο που πραγματοποιεί εναντίον της Υεμένης. Απόρρητα μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, που έφτασαν στα χέρια των δημοσιογράφων του πρακτορείου, αποδείκνυαν ότι ομάδες νομικών του Λευκού Οίκου διερευνούσαν το σχετικό ενδεχόμενο και είχαν ενημερώσει τον πρόεδρο Ομπάμα.
Το ενδιαφέρον της νομικής ομάδας του Λευκού Οίκου εστιαζόταν στην καταδίκη από διεθνές δικαστήριο του ΟΗΕ του πρώην προέδρου της Σιέρα Λεόνε, Τσαρλς Τέιλορ, η οποία από το 2013 αποτελεί ένα είδος «δικαστικού προηγούμενου» για σχετικά ζητήματα.
Συγκεκριμένα, η απόφαση του δικαστηρίου διεύρυνε τον ορισμό της κατηγορίας περί «υποβοήθησης και συνέργειας» σε εγκλήματα πολέμου αναφέροντας ότι η «έμπρακτη βοήθεια, η ενθάρρυνση και η ηθική στήριξη» επαρκούν για την καταδίκη. Το δικαστήριο, δηλαδή, έκρινε ότι ο κατήγορος δεν χρειάζεται πλέον να αποδείξει ότι ο κατηγορούμενος συμμετείχε ο ίδιος σε ένα συγκεκριμένο έγκλημα ώστε να καταδικαστεί για εγκλήματα πολέμου.
Από την πλευρά της η Διεθνής Αμνηστία είχε προειδοποιήσει ότι «αποστέλλοντας όπλα στη Σαουδική Αραβία, ενώ γνωρίζει ότι μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τη δολοφονία αμάχων, η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί να γίνει συνένοχη σε παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων εγκλημάτων πολέμου».
Στην περίπτωση της Ελλάδας όμως και συγκεκριμένα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, υπάρχει και μια λεπτή ειρωνεία της τύχης για το θέμα καθώς η πώληση του οπλισμού παραβιάζει αποφάσεις του ΟΗΕ, που η ίδια επικύρωσε. Συγκεκριμένα η κυβέρνηση Τσίπρα επικύρωσε τη Συνθήκη Εμπορίας Όπλων που υιοθετήθηκε με την Απόφαση A/RES/67/234B της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, στις 2 Απριλίου 2013.
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 η Συνθήκη ορίζει ότι: «Κανένα Κράτος Μέρος δεν επιτρέπεται να αδειοδοτεί τη μεταφορά συμβατικών όπλων […], εάν γνωρίζει κατά το χρόνο της αδειοδότησης, ότι τα όπλα ή τα είδη πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη διάπραξη γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, σοβαρών παραβιάσεων των Συμβάσεων της Γενεύης του 1949, επιθέσεων κατά μη στρατιωτικών στόχων ή προστατευόμενων αμάχων, ή άλλων πολεμικών εγκλημάτων, όπως ορίζεται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες είναι Συμβαλλόμενο Μέρος.
”Η Σαουδική Αραβία έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον 100 επιθέσεις σε νοσοκομεία σύμφωνα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα”
Η περίπτωση των εγκλημάτων της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη καλύπτει αρκετές από τις παραπάνω κατηγορίες με χαρακτηριστικότερες τις επιθέσεις «κατά μη στρατιωτικών στόχων ή προστατευόμενων αμάχων».
Δεκάδες διεθνείς παρατηρητές έχουν επιβεβαιώσει ότι η Σαουδική Αραβία έχει βομβαρδίσει τουλάχιστον 100 νοσοκομεία, καταυλισμούς προσφύγων, μονάδες παραγωγής και μεταφοράς τροφίμων, κατοικημένες περιοχές, και σχολεία.
”Κάθε δέκα λεπτά πεθαίνει ένα παιδί στην Υεμένη από τους βομβαρδισμούς και τον οικονομικό αποκλεισμό που έχει επιβάλλει η Σαουδική Αραβία.”
Δεσμευτικούς κανόνες όμως για τις εξαγωγές οπλισμού έχει επιβάλει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα και στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό της χώρας που αγοράζει τον οπλισμό. Η κοινή θέση 2008/944/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου αναφέρει ότι «τα κράτη μέλη είναι αποφασισμένα να αποτρέψουν την εξαγωγή στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εσωτερική καταστολή ή διεθνείς επιθετικές ενέργειες, ή να συμβάλει σε περιφερειακή αποσταθεροποίηση». Στο τέταρτο κριτήριο της απόφασης ορίζεται ότι τα κράτη μέλη δεν χορηγούν άδεια εξαγωγής,«εφόσον υπάρχει σαφής κίνδυνος ο επίδοξος αποδέκτης να χρησιμοποιήσει την προς εξαγωγή στρατιωτική τεχνολογία ή τον εξοπλισμό επιθετικά έναντι άλλης χώρας ή για να υποστηρίξει διά της βίας εδαφικές διεκδικήσεις».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει και το έκτο κριτήριο που καλεί τις χώρες να λάβουν υπόψη τους «την υποστήριξη ή ενθάρρυνση της τρομοκρατίας» από τη χώρα που λαμβάνει τον οπλισμό. Να θυμίσουμε ότι σε εμπιστευτικό μήνυμά της, που διέρρευσε στο Wikileaks, η Αμερικανίδα πρώην υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον ανέφερε ότι η Σαουδική Αραβία «προσφέρει μυστική οικονομική και επιμελητειακή υποστήριξη στον ISIS και σε άλλες εξτρεμιστικές ομάδες σουνιτών στην περιοχή».
Αρκετά χρόνια νωρίτερα απόρρητο τηλεγράφημα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ παρουσίαζε τη Σαουδική Αραβία σαν βασική πηγή χρηματοδότησης της Αλ Κάιντα, των Ταλιμπάν και άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων. Οι Αμερικανοί διπλωμάτες, δηλαδή, έκρουαν διαρκώς τον κώδωνα του κινδύνου εξηγώντας ότι η χώρα στην οποία στέλνουν οπλισμό δισεκατομμυρίων δολαρίων αποτελεί βασικό χρηματοδότη της ισλαμικής τρομοκρατίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ύστερα από συνεχείς πιέσεις διεθνών οργανισμών τα Ηνωμένα Έθνη δέχθηκαν να δημιουργήσουν ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα εξετάσει τις καταγγελίες για εγκλήματα πολέμου στην Υεμένη. Έτσι θα μπορούσε να ανοίξει ο δρόμος για τη σύσταση διεθνούς δικαστηρίου εγκλημάτων πολέμου στο οποίο θα αποδοθούν ευθύνες και σε όσους στήριξαν οι ενθάρρυναν τις πράξεις της Σαουδικής Αραβίας.
Γνωρίζοντας τον κίνδυνο να βρεθούν στο μέλλον υπόλογοι σε διεθνή δικαστήρια, Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ο τεράστιος αριθμός αμάχων που δολοφονούνται από τη Σαουδική Αραβία στην Υεμένη, οφείλεται στην κακή εκπαίδευση των πιλότων των μαχητικών αεροσκαφών και των χειριστών του πυροβολικού. Υποστηρίζουν δηλαδή ότι ενώ οι ΗΠΑ προσφέρουν όπλα ακριβείας, με στόχο να περιοριστούν οι απώλειες αμάχων, οι Σαουδάραβες δεν τα χρησιμοποιούν με τον «ενδεδειγμένο» τρόπο.
Ακόμη και αυτό το αίολο επιχείρημα, όμως, δεν έχει καμία βάση στην περίπτωση της Ελλάδας λόγω του οπλισμού που επέλεξε να πουλήσει η κυβέρνηση Τσίπρα στη Σαουδική Αραβία. Συγκεκριμένα το Δίκτυο Σπάρτακος ανέφερε σε πρόσφατη ανακοίνωσή του:
«Τα πυρομαχικά που πουλήθηκαν είναι βλήματα τύπου M1 HE 105mm και θα χρησιμοποιηθούν λογικά από τα πυροβόλα M-102 του οπλοστασίου της Σαουδικής Αραβίας, το οποίο, στα δόγματα των σύγχρονων στρατών του πλανήτη αποτελεί μια χαμηλού κόστους επιλογή για την αντιμετώπιση κλασσικών στρατιωτικών ασύμμετρων απειλών (όπως οι μορφές ανταρτοπολέμου των ανταρτών Χούτι που αντιμετωπίζει η Σαουδική Αραβία στην Υεμένη). Με ένα τρόπο «απλό» και «αποδοτικό»: τη δημιουργία, μέσω ενός μεγάλου όγκου πυρός, μιας κόλασης φωτιάς που δεν διακρίνει μεταξύ «ένοπλων εχθρών» και «άμαχων πληθυσμών». Τα όπλα αυτά, κατασκευασμένα εδώ και περίπου πενήντα χρόνια απέχουν πολύ ακόμα και από τις ψευδείς υποσχέσεις των «μηδενικών παράπλευρων απωλειών» των «έξυπνων όπλων» που (υποτίθεται πως) τα αντικατέστησαν».
Η Ελληνική κυβέρνηση λοιπόν, ενώ γνώριζε τα εγκλήματα πολέμου που πραγματοποιεί η Σαουδική Αραβία στην Υεμένη αλλά και τις σχέσεις της με τη διεθνή τρομοκρατία, αποφάσισε να πουλήσει οπλισμό, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τυφλά χτυπήματα εναντίον αμάχων.
Προφανώς κανένα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που τώρα εγκαλούν την κυβέρνηση για δευτερεύουσες πλευρές της συμφωνίας, δεν πρόκειται να κατηγορήσει τον Τσίπρα ή τον Καμμένο για εγκλήματα πολέμου δεδομένου ότι η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, ενέκριναν τη συμφωνία στην αρμόδια επιτροπή της βουλής – είναι δηλαδή ηθικά συνένοχοι.
Την τελική ευθύνη όμως έχει πάντα η κυβέρνηση που έλαβε την απόφαση να συνδράμει με οπλισμό τη Σαουδική Αραβία – ένα από τα πιο αυταρχικά, θεοκρατικά καθεστώτα που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα τους τελευταίους αιώνες.