Η ίσκρα κάνει μια δημοσίευση κάποιων αποσπασμάτων του βιβλίου, που αναφέρονται στις κύριες αντιθέσεις που διαμορφώνονται στην Ελλάδα, εξ αιτίας της ένταξής της στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση-και μάλιστα στον σκληρό της πυρήνα-, ιδιαίτερα όμως στην θεωρητική διαύγεια, των προγόνων της σύγχρονης ελληνικής αριστεράς, πριν αρκετές δεκαετίες, πέραν μάλιστα του μισού αιώνα, να κατανοήσουν, τα δομικά προβλήματα της χώρας και να προβλέψουν με ακρίβεια στο ζήτημα της Ε.Ο.Κ., την καταστροφή που θα φέρει η ένταξη, στην πατρίδα μας και στον κόσμο της εργασίας Σαφώς είναι ενδεικτικά και δεν μπορούν να δώσουν ολοκληρωμένη εικόνα του βιβλίου. Δημοσιεύονται επίσης τα περιεχόμενα του βιβλίου.
Το βιβλίο -όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς- χαράζει ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο και συγκεκριμένο πρόγραμμα οικονομικών και πολιτικών αλλαγών, το οποίο έχουν ανάγκη οι εργαζόμενοι και η χώρα. Πρόγραμμα Δι-Εξόδου από τον ευρωζωνικό-ευρωενωσιακό κλωβό πόλωσης, παραγωγικής ανασυγκρότησης, και δημιουργίας μιας νέας, αυθεντικής δημοκρατίας του λαού. Το βιβλίο θα παρουσιαστεί (όπως φαίνεται και στην στήλη των εκδηλώσεων), τη Δευτέρα, 26 Ιουνίου 2017, 7:30 μ.μ. στον κινηματογράφο Αλκυονίς, Ιουλιανού 42-46 (στάση ΗΣΑΠ Βικτώρια, τηλ.: 2108220008, 2108220023)
Από το κεφάλαιο 2, η παράγραφος 6:
6. Επιμύθιο: Το «Μακρινό» έτος 1962
Δείχθηκε ότι η ευρωπαϊκή «ολοκλήρωση» δεν αποτελεί, στην πραγματικότητα, διαδικασία ολοκλήρωσης αλλά κλιμακούμενης πόλωσης, η οποία (i) διέπεται από συνεκτική, πλην επαρκώς κεκαλυμμένη, οικονομική-κοινωνική-πολιτική λογική, και (ii) συνεπάγεται, αφενός, ραγδαία μεταβολή του συσχετισμού ταξικών δυνάμεων σε βάρος των μισθωτών εργαζομένων όλων των χωρών-μελών και, αφετέρου, παραγωγική αποσάθρωση για τους εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς του «Νότου». Για τους τελευταίους, η κύρια (και ανταγωνιστική) αντίθεση συνίσταται, επομένως, στο εξής: Ενώ είναι κεφαλαιοκρατικοί, δεν δύνανται να αναπτυχθούν περαιτέρω εντός του Ευρωενωσιακού, ή, γενικότερα, «παγκοσμιοποιητικού», κεφαλαιοκρατικού πλαισίου. Και κύριος πόλος αυτής της αντίθεσης είναι ο κατά σειρά δεύτερος, δηλαδή το «εντός». Κατά συνέπεια, στο ορατό μέλλον της ΕΕ-ΕΖ ενέχονται δύο, κατά βάση, εναλλακτικές, αλλά ασυμβίβαστες μεταξύ τους, προοπτικές:
-
Πρώτη: H ανάδυση εθνικού και, εν συνεχεία, διεθνικού προτύπου ανάπτυξης νέου τύπου, το οποίο θα βασίζεται σε μετα-κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Ο εκ των προτέρων προσδιορισμός των ιδιαιτέρων γνωρισμάτων εκείνων των διεθνικών σχέσεων παραγωγής είναι αδύνατος, εκτός εάν επιθυμεί κανείς να «κηρύττει στην έρημο» (F. Engels).
-
Δεύτερη: Η – δια μετάβασης στο στάδιο της «Πολιτικής Ενοποίησης» – μεταστοιχείωση του «Νότου» των εθνών αλλά και των εθνικών περιφερειών (είτε αυτές ανήκουν σε προηγμένες οικονομίες είτε όχι), σε κάτι ανάμεσα στα «Κεντρικά Απαλάχια» και στο «Χαμπερστόουν-Ατακάμα» της ΕΖ, με ορισμένες «νησίδες» τύπου «Μαϊάμι».1
Η κατά σειρά δεύτερη προοπτική οδηγεί στην πολιτική, ιδεολογική και δικαϊκή επισκότιση της κύριας αντίθεσης. Η πρώτη προοπτική οδηγεί, αντιθέτως, στην επίλυσή της, επίλυση η οποία δεν μπορεί, σύμφωνα με όλα τα έως τώρα δεδομένα, να εκκινήσει παρά μόνο από την ανάδειξη Λαϊκών Μετωπικών Κυβερνήσεων.
Το έτος 1962 κυκλοφόρησε ένας τόμος με τίτλο: Η Θύελλα της Κοινής Αγοράς, Αθήνα, Εκδόσεις Οικονομία-Πολιτική, σε επιμέλεια του Νίκου Κιτσίκη.2 Περιείχε πρωτοπόρες μελέτες για την «Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά» και την Ελλάδα, καθώς και μία συλλογή σχετικών κοινοβουλευτικών αγορεύσεων του Ηλία Ηλίου. Αξίζει να παραθέσουμε δύο χαρακτηριστικά δείγματα από αυτόν τον τόμο, ο οποίος θα έπρεπε σίγουρα να διδάσκεται, μαζί με το βιβλίο του Δημήτρη Μπάτση, στα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα, και ευχόμαστε να μην αργήσει η μέρα όπου θα διδαχθούν:
Σήμερα ακόμη πολλοί δεν γνωρίζουν ότι η θύελλα της Κοινής Αγοράς θα ξερριζώση τα αγροτικά νοικοκυριά, θα παρασύρη και θα εξαφανίση βιομηχανίες, θα συντρίψη βιοτεχνίες, θα πλήξη θανάσιμα τα μεσαία στρώματα, θα δημιουργήση εξοντωτικόν ανταγωνισμόν των Ελλήνων επαγγελματιών με τους ξένους στους οποίους θ’ ανοίξουμε διάπλατα τις πόρτες, θα σκλαβώση τη χώρα μας στο ξένον κεφάλαιο με απροσμέτρητες συνέπειες, θ’ αυξήση ακόμα περισσότερο το μεγάλο έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου, θα μεταβάλλη την μετανάστευσιν σε ασταμάτητη αιμορραγία του εργατικού μας δυναμικού, σε πανικόν φυγής από την πατρίδα μας, που θα γίνεται ημέρα με την ημέρα πτωχότερη γιατί θα παράγη λιγώτερα, αφού δεν θα μπορεί να ανθέξει στον γεωργικόν και βιομηχανικόν ανταγωνισμό, αλλά θα κατακλυσθή από τα ξένα προϊόντα. […] Το συμπέρασμα των μελετών μας είναι συντριπτικόν δια την συμφωνία των Αθηνών. Η συμφωνία υψώνει πελώριον φράγμα. Ανασχετικόν όλων των ελπίδων δια μίαν βιομηχανικήν Ελλάδα, που ωραματίσθημεν στα μαύρα χρόνια της Κατοχής και δια την οικονομικήν της ανόρθωσιν, βασιζόμενη στην εκβιομηχάνισιν. Αλλά το φράγμα θα πέση, τα σφάλματα θα επανορθωθούν, τα εμπόδια που ανήγειρε η πολιτική της υποτέλειας θα παραμερισθούν, οι ελπίδες μας θα αναγεννηθούν και θ’ αναπτερωθούν. Η οικονομική αλήθεια είναι αδυσώπητη. Όταν γίνη κτήμα του λαού θα επιβληθή και θα νικήση (Νίκος Κιτσίκης, Πρόλογος). […] Μακρυά από κάθε αντιπολιτευτική νοοτροπία ή στενό κομματικό ελατήριο, αλλά μόνο από βαθειά συναίσθηση της ευθύνης μας και με μοναδικό κριτήριο το πραγματικό εθνικό συμφέρον προειδοποιήσαμε, ότι η σύνδεση της χώρας μας, χώρας ακόμη υποανάπτυκτης, με την Κοινή Αγορά των Εξ ασύγκριτα προηγμένων χωρών της Δυτ. Ευρώπης, όχι μόνο κανένα θετικό πλεονέκτημα ή ελπίδα οικονομικής αναπτύξεως δεν μας παρέχει, αλλά αντίθετα μας οδηγεί με βεβαιότητα στην καταβαράθρωση της οικονομίας μας. Στον τομέα της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας, της αγροτικής οικονομίας, του εξωτερικού και εσωτερικού μας εμπορίου, στα δημόσια οικονομικά, στην κατάσταση της εργατικής μας τάξεως, στην απασχόληση του εργατικού δυναμικού, στις κοινωνικές ασφαλίσεις και κατακτήσεις, στον πληθυσμιακό τομέα, στον πνευματικό-πολιτιστικό και στον τομέα της πολιτικής ανεξαρτησίας της χώρας, οι επιπτώσεις θα είναι μεγάλες και δεινές. Είναι αξίωμα της οικονομικής θεωρίας, στηριγμένο σε πλούσια μέχρι σήμερα πείρα, ότι, όταν συγχωνεύονται σε ενιαίο οικονομικό χώρο, χώρες ανισόμετρα ανεπτυγμένες, το αποτέλεσμα είναι οι μεν αναπτυγμένες να αναπτύσσονται ακόμη περισσότερο και ταχύτερα και να γίνονται πλουσιώτερες, οι δε καθυστερημένες να πέφτουν σε μεγαλύτερη εξαθλίωση και φτώχεια. Και οπωσδήποτε από κανέναν δεν αμφισβητείται ότι οι οικονομικές ενώσεις του είδους αυτού μοιραία οδηγούν στη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ ανεπτυγμένων και υποανάπτυκτων (Ηλίας Ηλιού, Η Ελλάς στον Λάκκο των Λεόντων).
Δεν βλέπουμε «πώς και γιατί» η πλειοψηφία των «κληρονόμων» εκείνων των πρωτοπόρων μελετών και κοινοβουλευτικών αγορεύσεων διολίσθησε, βήμα το βήμα, είτε στη θέαση οραμάτων, όπως το «όραμα της Ευρώπης των Εργαζομένων» και, σε νέα εκδοχή, «όραμα της Ευρώπης των Πολιτών» (δήλωση του Μανώλη Γλέζου στις 20 Ιουλίου 2014) είτε στην απαγγελία χρησμών, όπως το «δραχμή σημαίνει καταστροφή» (δηλώσεις της Αλέκας Παπαρήγα στις 30 Μαΐου 2011, και του Φώτη Κουβέλη στις 25 Απριλίου 2012). Βλέπουμε, όμως, ότι η ευρωπαϊκή πόλωση παροξύνει τη διπλή αντίθεση, στην οποία συνίσταται ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής:
-
Την αντίθεση ανάμεσα στην τάση διεθνοποίησης των «οικονομιών της αγοράς» και στην εθνική συγκρότησή τους, η οποία αποτελεί, όπως αναφέρθηκε, τη βασική αντίθεση στο διεθνικό επίπεδο.
-
Την αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ατομική ιδιοποίηση των προϊόντων της παραγωγής. Αυτή η αντίθεση εκφράζεται, πρωτίστως, στον ταξικό ανταγωνισμό μεταξύ αστικής τάξης και προλεταριάτου, ενώ αποτελεί τη βασική αντίθεση στο εθνικό επίπεδο.
Όταν, ακόμα και σπασμωδικά ή με ψευδή συνείδηση, βραχυκυκλώνονται πολιτικά αυτοί οι δύο άξονες αντιθέσεων, όταν, δηλαδή, περιπλέκονται, ακόμα και «ατονικά-αλεατορικά», τα αιτήματα του κόσμου της ευρω-υποτιμώμενης εργασίας με εκείνο της εθνικής κυριαρχίας-ανεξαρτησίας, τότε η συνισταμένη στροφορμή δεν είναι ευκόλως διαχειρίσιμη: τον Ιούλιο του 2015, ήλθαν τα 3.558.450 ελληνικά «Όχι» και, μετά, τον Ιούνιο του 2016, η – λαϊκή πια – βρετανική Έκτη Δοκιμασία των 17.410.742, όπου αποκηρύχθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το εγγενές όριο της ευρωπαϊκής «ολοκλήρωσης» δεν είναι ο ευρωσκεπτικισμός, ο (νεο-)εθνικισμός ή η μετα-αλήθεια («post–truth»). Δεν είναι η οποιαδήποτε λέξη εφευρίσκεται για την ιδεολογική παραμόρφωση των πραγματικών εστιών τριβής και δομικής έντασης. Το εγγενές όριο της ευρωπαϊκής-παγκόσμιας πόλωσης είναι η ίδια.
Αποσπάσματα από την παράγραφο 10 του 3ου κεφαλαίου:
10. Στα Νύχια Μπαίνει το Κατράμι
Ο παράγοντας σταθερής επενέργειας «πίσω» από την ολοκληρωτική κατάρρευση της Ελλάδας ήταν η συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή πόλωση αλλά και ο με κάθε – ορατό και αδιόρατο – μέσο εγκλωβισμός της σε αυτήν, μετά την εκδήλωση των πρώτων έντονων κρισιακών περιπλοκών και των επακόλουθων διεθνικών, τριμερών παρεμβάσεων. Η εν λόγω συμμετοχή, η συμμετοχή σε ένα διεθνικό παίγνιο απολύτως ανοικτού κεφαλαιοκρατικού ανταγωνισμού, ερχόταν και έρχεται σε αντίθεση με το διττό έλλειμμα διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας:
-
Παραγωγικοτεχνικό χάσμα ως προς ως προς τις περισσότερες ευρωζωνικές οικονομίες. Αποτελεί δομικό ζήτημα που δύναται να επιλυθεί μόνο μακροχρονίως με σχεδιομετρικό προστατευτισμό, βιομηχανική πολιτική, αναπτυξιακά προσανατολισμένη δημοσιονομική πολιτική, παραγωγικές επενδύσεις και, τελικά, διατομεακή αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης.
-
Σωρευτική απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Ανάγεται, τελικά, στη χρήση ενός από τα πιο «σκληρά» νομίσματα του διεθνικού συστήματος και δύναται να επιλυθεί βραχυχρονίως μέσω εξωτερικής-νομισματικής υποτίμησης.
Όμως, ακόμα και θεωρητικά μιλώντας, τόσο η μία όσο και η άλλη δυνατότητα επίλυσης δεν υφίστανται εντός της ευρωπαϊκής πόλωσης και, επομένως, η έξοδος από αυτήν αποτελεί την ελάχιστη αναγκαία συνθήκη.
Οι καθαρές μεταβιβάσεις εισοδήματος από την ΕΕ, από τη μία πλευρά, και η δυνατότητα χαμηλότοκου εξωτερικού δανεισμού, από την άλλη πλευρά, κάλυπταν, σε όχι αμελητέο βαθμό αλλά και έως εκείνου του σημείου που αποδείχτηκε, αναπόφευκτα, οριακό, τα ελλείμματα του ελληνικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και, αντιστοίχως, συνέθεταν πολύχρωμα είδωλα καταναλωτικής ευμάρειας για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού (της τάξης, ας πούμε, των 2/3). Την ίδια ακριβώς στιγμή, ωστόσο, στρέβλωναν και υπέσκαπταν τα παραγωγικά θεμέλια της χώρας. Μετά δε την 5η διεύρυνση της ΕΕ (κατά το έτος 2004), οι καθαρές μεταβιβάσεις άρχισαν να μειώνονται συστηματικά και, σήμερα, αντιστοιχούν στο 1.5%, περίπου, του ελληνικού ΑΕΠ. Εάν, μάλιστα, επιτευχθεί, έως το έτος 2018, ο σχεδιαζόμενος στόχος για δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 3.5%, το οποίο θα χρησιμοποιείται, δηλαδή, για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους της, τότε η Ελλάδα θα μετατραπεί, για πρώτη φορά μετά την ένταξή της, σε δότρια χώρα, μεταβιβάζουσα εισόδημα της τάξης του 2% του ΑΕΠ της (ή, σχεδόν, 4 δισ. ευρώ ανά έτος) στους «εταίρους της». Με άλλα λόγια, η Ελλάδα θα σημειώσει το εξής πρωτοφανές κατόρθωμα: να πληρώνει προκειμένου να συμμετέχει σε μία διεθνική διαδικασία, η οποία δεν οδηγεί παρά στην περαιτέρω αποσάθρωσή της. Τον Ιούνιο του 1945, ο Νίκος Ζαχαριάδης, στην εισήγησή του στη 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, υπογράμμιζε:
[Η ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας] στηρίζεται σε μία άλυτη αντινομία, που προκαθόριζε και την κατάρρευση και την αποτυχία της. Σκοπός της Μεγάλης Ιδέας ήταν να φτιάσει μία Μεγάλη Ελλάδα, που να μπορεί να ζήσει μόνη της. Μα για να φτάσει αυτού, έπρεπε η τότε Ελλάδα να είναι αρκετά ισχυρή για να μπορέσει να φέρει σε τέλος ένα τόσο μεγάλο έργο. Έπρεπε δηλαδή η Μεγάλη Ιδέα να ξεκινήσει απ’ το σημείο όπου σκόπευε να φτάσει. Αυτή η βασική αντινομία της και τη χαντάκωσε τελικά. Επειδή η Ελλάδα έπρεπε να είναι γερή για να πραγματοποιήσει τη Μεγάλη Ιδέα, και επειδή όμως η Ελλάδα ήταν αδύνατη, έψαχνε να βρει τη δύναμη στους δανεισμούς απ’ το εξωτερικό, που μεγάλωσαν και διαιώνισαν την καθυστέρησή της.3
Η ίδια άλυτη αντινομία διαπέρασε και την ύστερη Μεγάλη Ιδέα, δηλαδή εκείνη της «ισχυρής Ελλάδας σε μία ισχυρή Ευρώπη»: θα έπρεπε να ξεκινήσει από το σημείο όπου σκόπευε να φτάσει, και για αυτό αποσυντέθηκε.
Οφείλουμε, όμως, να παραδεχθούμε ότι και αρκετά διαδεδομένες «ετερόδοξες» Μεγάλες Ιδέες αποδείχθηκαν, ομολόγως, ά-τοπες. Η αναβίβαση κέντρων λήψης αποφάσεων στο υπερεθνικό επίπεδο δεν συμβάδισε, και ούτε ήταν δυνατό να συμβαδίσει, με μία αντίστοιχη, «συμμετρική» υπερεθνική αναβίβαση των ανά χώρα διεξαγόμενων κοινωνικο-πολιτικών διεκδικήσεων και αγώνων των μισθωτών εργαζομένων και αγροτών. Αντιθέτως, η αναβίβαση της λήψης αποφάσεων επέτυχε να εμφανίσει τους ανά χώρα διεξαγόμενους αγώνες από ανεδαφικούς έως άνευ αντικειμένου. Παραλλήλως δε, άρχισαν να αναπτύσσονται ή, καλύτερα, να ανασύρονται από τα φαιά σκευοφυλάκια των αρχών του περασμένου αιώνα «θεωρίες» αναγόρευσης, αφενός, της τρέχουσας «Δεύτερης Παγκοσμιοποίησης-ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης» σε αντικειμενικά προοδευτική διαδικασία εκδίπλωσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και, αφετέρου, κάθε εγχειρήματος διάρρηξης αυτής σε αναχρονιστική ή οπισθοδρομική εθνική αναδίπλωση. Όσο σίγουρο είναι ότι, στην/ον σύγχρονο αναγνώστη, τα ονόματα, ας πούμε, των Χένριχ Κούνωφ (1862-1936) και Γκεόργκι Λεονίντοβιτς Πιατακόφ (1890-1937 – πιο γνωστός ως Π. Κιέβσκι) λένε από λίγα πράγματα έως τίποτε, άλλο τόσο σίγουρο είναι ότι διαθέτει επαρκώς καλή εικόνα για τον πυρήνα των ξαναζεσταμένων «θεωριών». Αρκετά ενδεικτικά, η αείμνηστη Έλλη Παππά όρισε, ήδη το 1998, το υπ’ αριθμόν 1 «Ευρω-Αριστερό Άρθρο Πίστεως», και είναι πολύ αμφίβολο εάν, έκτοτε, η ομόλογη διανόηση κατόρθωσε, παρά τις άοκνες προσπάθειές της, κάτι να προσθέσει σε ή να αφαιρέσει από αυτό:
Ο καπιταλισμός τραβάει το δρόμο του ούτως ή άλλως. Και να είναι αντίθετη η Αριστερά, τι θα κάνει; Θα τον σταματήσει; Κι η Ελλάδα εκτός ΟΝΕ, τι να γίνει; Αλβανία; Πιστεύω ότι η πολιτική που λέει όχι στην ΕΕ είναι αντιδραστική. Δεν νομίζω ότι κανένας μαρξιστής, ούτε και ο Μαρξ θα έλεγε όχι. (Από συνέντευξη της Ε. Παππά στο περιοδικό Έψιλον, 24 Μαΐου 1998)
Εάν σε έναν κόσμο, ο οποίος αποτελείται μόνο από έθνη-κράτη, η διάρρηξη της ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης δεν έχει, καταρχήν και καταρχάς, εθνική μορφή, τότε τι μορφή δύναται να έχει; Γιατί, επιπλέον, οι φορείς του εμπροσθοδρομικού Απολύτου Πνεύματος της εποχής μας επιμελώς αποφεύγουν να πλησιάζουν – με κάποιο, ελάχιστα έστω, συγκεκριμένο τρόπο – τον προσδιορισμό τόσο της μορφής όσο και του περιεχομένου που οφείλει, έστω κατά εκείνους, να έχει αυτή η διάρρηξη;
«………………………………………………………………………………» Ένα βαρέλι κατράμι με δύο κουταλιές μέλι. Η μία, δηλαδή οι καθαρές μεταβιβάσεις από την ΕΕ, ήταν απτή αλλά, αφού εκπλήρωσε τον προϋπολογισμένο ρόλο της, μετατράπηκε σε φαρμακεία, και η άλλη, δηλαδή τα περί ευαγγελιστικά επερχόμενων ευρω-αγώνων, ήταν και παρέμεινε στην «αριστερή σφαίρα» της φαντασίωσης. Δεν είναι άλλη η αλήθεια ενώπιον της οποίας βρίσκεται η Ελλάδα με επικεφαλής τους μισθωτούς εργαζομένους της. Είτε «η λαμαρίνα όλα τα σβήνει» είτε «εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης».
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος
Βιβλιογραφική Σημείωση και Ευχαριστίες
Κατάλογος Συγγραφέων
Ι. Εισαγωγή
1. Ευρώ-ΕΕ ή Βαρβαρότητα;
2. Η Ανάγκη
3. Το Πρόγραμμα
4. Η Λογική Δόμησης του Προγράμματος
5. Η Διάρθρωση του Κειμένου
ΙΙ. Η Θύελλα της Ευρωπαϊκής «Ολοκλήρωσης»
1. Βαθμοί Διεθνικής Κεφαλαιοκρατικής Ολοκλήρωσης
2. Η Ευστάθεια μίας Νομισματικής Ζώνης
2.1. Το Ασύμβατο Τρίγωνο
2.2. Όφελος και κόστος
2.3. Άριστες Νομισματικές Περιοχές
3. Η Ενδογενής Αστάθεια της Ευρωζώνης
4. Ευρωζώνη και Διεθνής Οικονομική Κρίση
5. Ο Ευρωζωνικός Κλωβός Πόλωσης
6. Επιμύθιο: Το «Μακρινό» έτος 1962
ΙΙΙ. Η Κατάσταση της Ελληνικής Οικονομίας
1. Η ΟΝΕ: Από Υποτιθέμενο Μέσο σε Ιερό Σκοπό
2. Αγορά Εργασίας και Ευρωπαϊκή Ένωση
3. Δυναμική Ανεργίας
4. Αποταμιεύσεις και Επενδύσεις
5. Δημόσια Οικονομικά
6. Εσωτερική Υποτίμηση
7. Δομή Ελληνικής Οικονομίας και Διεθνές Εμπόριο
7.1. Γενικά χαρακτηριστικά
7.2. Σωρευτική αιτιότητα
7.3. Οι διαρροές στον εξωτερικό τομέα
8. Τραπεζικό Σύστημα
9. Η ’Παταφυσική της Οικονομικής Ανάπτυξης
10. Στα Νύχια Μπαίνει το Κατράμι
IV. Δι-Έξοδος και ΝΟΠ
1. Η Διαπραγμάτευση
2. Το Γενικό Πλαίσιο της ΝΟΠ
3. Άμεσες Συνέπειες
3.1. Πληθωρισμός κόστους και διεθνής ανταγωνιστικότητα
3.2. Ανάπτυξη και αναδιανομή εισοδήματος
4. Κλαδική Πολιτική
4.1. Περιορισμοί και ζητούμενα
4.2. Δεδομένα και άξονες
4.2.1. Πολλαπλασιαστές ζήτησης
4.2.2. Άξονες κλαδικής πολιτικής
4.3. Αποτελέσματα
4.4. Υλοποίηση
5. Συναλλαγματική Πολιτική
6. ΝΟΠ και Πανεθνικός-Δημοκρατικός Σχεδιασμός
V. Συντακτική Συνέλευση: Για μία Αυθεντική Δημοκρατία του Λαού
1. Η Συνταγματική Αντανάκλαση της Εξάρτησης
2. Άξονες Εναλλακτικής Συνταγματικής Εμπειρίας
3. Η Ανάγκη Σύγκλησης Συντακτικής Συνέλευσης
4. Δημοκρατικές Τομές
Παραρτήματα
Παράρτημα I: Μύθος και Αλήθεια του Νόμου των Συγκριτικών Πλεονεκτημάτων
Παράρτημα II: Σχετικά με το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας
Παράρτημα III: Πρωτογενή Στατιστικά Δεδομένα
Παράρτημα IV: Ο «Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος»
1 Το τελευταίο ισχύει ιδίως για την Ελλάδα. Σημειώνεται, επίσης, ότι τα Κεντρικά Απαλάχια των ΗΠΑ περιλαμβάνουν το Ανατολικό Κεντάκι και τμήματα διαφόρων γειτονικών πολιτειών. Εξαρτήθηκαν από την εξόρυξη άνθρακα και, έτσι, οδηγήθηκαν, από το 1945 και μετά, στην παρακμή. Οι πόλεις Χαμπερστόουν, Πισάγκουα και Σάντα Λάουρα αναπτύχθηκαν περί τα ορυχεία στην Ατακάμα της Χιλής και είχαν εξειδικευτεί στην παραγωγή νιτρικού νατρίου (το περίφημο «νίτρο της Χιλής»), το οποίο χρησιμοποιείτο στα λιπάσματα και στα εκρηκτικά. Όταν, όμως, ανακαλύφθηκε, στην Ευρώπη, το συνθετικό νάτριο, κατέρρευσαν οικονομικά και, τελικά, ερήμωσαν.
2 Ας μην ξεχνάμε ποιος είναι ο Νίκος Κιτσίκης, ο οποίος είχε προλογίσει και το βιβλίο του Δημήτρη Μπάτση, Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα (1947). Σε μία αυτοβιογραφική μαρτυρία του λέει: «Δεν είμαι παλιός μαρξιστής. Δεν πήρα μέρος στη γένεση του σοσιαλισμού στην Ελλάδα, στους αγώνες της εργατικής τάξεως για την απελευθέρωσή της […]. Μόνο το 1945 ύστερα από την απόλυσή μου από καθηγητής και πρύτανης του Πολυτεχνείου για τα κοινωνικά και πολιτικά μου φρονήματα […] απέκτησα φρονήματα […]. Δάσκαλοί μου, διαφωτιστές μου ήσαν τα υπέροχα παιδιά του Πολυτεχνείου, που βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν, σκοτώθηκαν, αλλά δε λύγισαν» (παρατίθεται στο: Πετρόπουλος, Γ. (2003) Νίκος Κιτσίκης. Ένας λαμπρός επιστήμονας, ένας σεμνός κομμουνιστής, εφημερίδα Ριζοσπάστης, 9 Φεβρουαρίου 2003).
3 Ζαχαριάδης, Ν. (1945) Εισήγηση στη 12η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ (25-6-1945), στο: Ν. Ζαχαριάδης (2011) Ιστορικά Διλήμματα, Ιστορικές Απαντήσεις. Άπαντα τα Δημοσιευμένα 1940-1945, Έρευνα-Ιστορική Επιμέλεια: Γ. Πετρόπουλος, Αθήνα, Καστανιώτης, σελ. 106. Η ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», αν και κατέρρευσε τον Αύγουστο του 1922, με το τέλος του «Ελληνο-Τουρκικού Πολέμου 1918-1922», αναζωπυρώθηκε κατά τα πρώτα χρόνια του τέλους του 2ου Παγκοσμίου Πόλεμου. Τότε, υποστηρίχθηκε από ορισμένους οικονομολόγους και πολιτικούς παράγοντες ότι η λύση των επειγόντων οικονομικών προβλημάτων της χώρας πρέπει να περιλαμβάνει την εδαφική επέκτασή της. Σε αυτήν την άποψη αντιτάχθηκε εξαρχής ο Ζαχαριάδης, ενώ η περαιτέρω, αναλυτική και έμπρακτη κριτική της αναπτύχθηκε με το βιβλίο του Μπάτση (1947, ό.π.). Η κεντρική θέση των Ζαχαριάδη-Μπάτση ήταν ότι: «η Ελλάδα κατέχει όλες τις εσωτερικές δυνατότητες για μία οργανική πηγαία, οικονομική και ολόπλευρη ανάπτυξη, σπάζοντας με τις ίδιες της δυνάμεις τα δεσμά, εσωτερικά και ξενικά, που την καθηλώνουν στο μαρασμό, την εξαθλίωση, την πισωδρόμηση.» (Ζαχαριάδης, 1945, ό.π.).