Σε τροχιά εκσυγχρονισμού καλείται να μπει το συντομότερο δυνατό η Ελλάδα, προκειμένου να θωρακιστεί απέναντι τόσο στα αποτελέσματα αμαρτωλών πολιτικών του παρελθόντος, που οδήγησαν σε οικιστικά εγκλήματα, όσο και στα ακραία φαινόμενα που προοιωνίζεται η κλιματική αλλαγή.
Η ένδεια της χώρας φαντάζει, ακόμη πιο δραματική, αν κανείς αναλογιστεί ότι σε τομείς, στους οποίους η Ελλάδα δεν έχει κάνει ακόμη ούτε το πρώτο βήμα, άλλες βαλκανικές χώρες, ευρισκόμενες εκτός ΕΕ και άρα φτωχότερες σε χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως η Αλβανία και η πΓΔΜ, έχουν φτάσει στο τέλος.
Σε συστηματική μελέτη ομάδας εθελοντών ειδικών επιστημόνων, που ξεκίνησε μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά και είναι ακόμη σε εξέλιξη, σημειώνεται ότι «η πρώτη παθογένεια της χώρας είναι η διαφορά μεταξύ πραγματικότητας στο έδαφος και θεωρητικού θεσμικού πλαισίου. Ως παράδειγμα αναφέρεται η περίπτωση του Ματιού, που αν και επίσημα εκτός σχεδίου, στην πράξη διαθέτει την πυκνότητα μιας εντός σχεδίου περιοχής, χωρίς, ωστόσο, οδικό δίκτυο και μεγάλους κοινόχρηστους χώρους, που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία και ασφάλεια ενός οικισμού.
«Αλλά, δυστυχώς, γενικά στη χώρα ελάχιστο ποσοστό οικισμών έχει πολεοδομηθεί […] Ελάχιστο ποσοστό των δομημένων περιοχών, έχουν μελετηθεί με επιστημονικό τρόπο. Έτσι, οι δομημένες περιοχές έχουν συνήθως ένα προβληματικό δίκτυο κοινόχρηστων χώρων, ενώ πολλές φορές έχουν αναπτυχθεί και αυθαίρετα, π.χ. οικοδόμηση σε σημεία επικίνδυνα, όπως δάση, ρέματα, αιγιαλό, επικλινή ή και σαθρά εδάφη» σημειώνεται στη μελέτη που υπογράφουν οι: Παναγιώτης και Βασίλειος Γκοιμίσης, πολιτικός μηχανικός και αρχιτέκτων πολεοδόμος αντίστοιχα, Κωνσταντίνος Λογοθέτης αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός και Βασιλική Χαραλαμπίδου και Δανάη Μελιτά, πολεοδόμοι χωροτάκτες μηχανικοί.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, η οποία με την ολοκλήρωσή της θα κατατεθεί επισήμως στο αρμόδιο υπουργείο, ποσοστό 77% των οικισμών στη χώρα δεν έχουν πολεοδομηθεί (ως εκ τούτου, κατά τεκμήριο δεν υπάρχει το απαιτούμενο δίκτυο κοινόχρηστων – κοινωφελών χώρων, δηλαδή οδοί, πλατείες, αθλητικές εγκαταστάσεις, πάρκα…).
Επιπλέον, ποσοστό 11% των μη πολεοδομημένων περιοχών βρίσκονται τόσο εκτός σχεδίου, όσο και εκτός οποιουδήποτε ρυθμιστικού πλαισίου. Σε ποσοστό μόνον 22,82% υπάρχουν στη χώρα πολεοδομημένες περιοχές, δηλαδή εντάσσονται σε σχέδιο πόλης ή όρια οικισμού, που έχουν σχεδιαστεί και εγκριθεί βάσει μελέτης. Ωστόσο, όλες οι περιοχές (πολεοδομημένες και μη) δεν ενσωματώνουν τη συνιστώσα της κλιματικής αλλαγής και της πρόληψης από φυσικές καταστροφές και εν γένει της ανθεκτικότητας.
Έως και το 2019, η Ελλάδα θα πρέπει να έχει δημιουργήσει λειτουργική Εθνική Υποδομή Γεωχωρικών Πληροφοριών, βάσει της Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου INSPIRE, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον ν. 3882/2010. Επιπλέον, προδιαγράφηκε η σταδιακή λειτουργία δομών γεωχωρικών (δεδομένων που αφορούν τους τομείς χωροταξίας και πολεοδομίας σε διαφορετικά εδάφη) δεδομένων, όπως η «Ηλεκτρονική Πολεοδομική Ταυτότητα Δήμου» και η «Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτηρίου».
Οι επιστήμονες της μελέτης προτείνουν τη δημιουργία του Ολοκληρωμένου Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών Δομημένων Επιφανειών και Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτηρίων. Το κόστος μιας τέτοιας διαδικασίας υπολογίζεται σε 100-120 εκατ. ευρώ και ο χρόνος ολοκλήρωσής της στους 36 μήνες για το σύνολο της επικράτειας.
Ιδιαίτερη έμφαση, ωστόσο, δίνεται στην τρισδιάστατη απεικόνιση και καταγραφή των κτηρίων, καθώς αυτή αποτελεί το κατάλληλο υπόβαθρο για μοντελοποίηση της εξέλιξης φυσικών καταστροφών. Αυτό το τρισδιάστατο υπόβαθρο είναι απαραίτητο για να εξαχθούν σωστά συμπεράσματα κατά την εξέλιξη ενός φαινομένου, ώστε να γίνει και η σωστή εφαρμογή οποιουδήποτε σχεδίου πολιτικής προστασίας.
Τα κυριότερα σημεία της μελέτης συνοψίζονται ως εξής:
· Δεν υπάρχει θεσμική διασύνδεση χωρικού σχεδιασμού με το πλαίσιο για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και οι παρεμβάσεις που αυτό προτείνει παραμένουν σε επίπεδο κατευθύνσεων και όχι συγκεκριμένων και δεσμευτικών περιορισμών και ελέγχου δόμησης. Η διασύνδεση αυτή πρέπει να γίνει άμεσα.
· Θα πρέπει να γίνει άμεσα καταγραφή των επικίνδυνων οικισμών και να δημιουργηθούν τα εργαλεία για άμεσες παρεμβάσεις στο θέμα της ανθεκτικότητάς τους.
· Πάση θυσία να αποτραπεί η δημιουργία νέων αυθαιρέτων κτιρίων ή οικισμών και γενικά μη πολεοδομημένων οικισμών.
· Να ξεκινήσουν άμεσα οι διαδικασίες για δημιουργία των απαραίτητων πλαισίων γεωχωρικών δεδομένων, τα οποία θα αποτελέσουν τη βάση για τις παραπάνω ενέργειες.