Με οδύνη πληροφορούμαι τη δικαστική περιπέτεια του Παναγιώτη Λαφαζάνη. Του γνωστού πολιτικού της αριστεράς, που πάλεψε για τις ιδέες του και που θυσίασε γι’ αυτές υπουργικές καρέκλες, που διαφορετικά σίγουρα τον ανέμεναν.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για τα όσα απαράδεκτα συμβαίνουν στην Ελλάδα τα τελευταία δέκα μνημονιακά χρόνια, και με όσες δυνάμεις διέθετε, να προστατεύσει τους συμπατριώτες μας, που κινδύνευαν να μείνουν στο δρόμο, επειδή η φτωχοποίηση και το πλήθος κακουχιών, που πλήττουν την Ελλάδα από το 2010, δεν τους επέτρεψαν να είναι συνεπείς οφειλέτες.
Με την ευκαιρία, λοιπόν, της παραπομπής του φίλου Παναγιώτη Λαφαζάνη σε δίκη, επειδή τόλμησε να δηλώσει την αντίθεσή του σε μία από την πληθώρα των εθνικά απαράδεκτων και προσβλητικών καταστάσεων, που ζούμε με τα μνημόνια, διερωτώμαι αν αυτή, έμμεσα, εξαγγέλλει την υποχρέωσή μας να αποδεχόμαστε τα πάντα, χωρίς αντίδραση και αν, συνεπώς, το ΟΧΙ,που γιόρτασε χθες η Ελλάδα, απαγορεύεται να επικαιροποιηθεί στην εποχή μας. Αντιθέτως, με σκυφτό το κεφάλι, δούλοι των μνημονίων και των αποφάσεων των ξένων, οφείλουμε αδιαμαρτύρητα να υποκύπτουμε σε όλα.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης τιμωρείται, επειδή προσπάθησε να υπερασπιστεί τα δίκαια της πλευράς των Ελλήνων, με το ΟΧΙ του στην αγριότητα των πλειστηριασμών. Υπάρχει, όμως και η άλλη πλευρά της παντελούς απουσίας του ΟΧΙ, για θέματα πολύ σοβαρά, που αποφασίζουν για το αν θα επιβιώσουμε ή όχι ως Έθνος. Σκέπτομαι, ανάμεσα και σε πολλά άλλα, ότι δεν ακούστηκε ΟΧΙ στη συνέχιση της αφαίμαξης των Ελλήνων, μετά την πρόσφατη δήλωση του ΔΝΤ και της ΕΕ ότι “προτίμησαν να σώσουν τις τράπεζες, και κατέστρεψαν την Ελλάδα”. Καμία, επίσης, επίσημη διαμαρτυρία, για το γεγονός ότι το ένα μετά το άλλο τα κράτη της Ευρώπης, αρνήθηκαν να τηρήσουν τις ανειλημμένες υποχρεώσεις τους, υποδοχής ορισμένου αριθμού προσφύγων, έτσι που το ασήκωτο αυτό βάρος το επωμίστηκε η μικροσκοπική μας χώρα. Να συνεχίσω, ακόμη, ότι δεν ακούστηκε καμιά ελληνική αντιδραστική φωνή, ως απάντηση στην αφ’ υψηλού γερμανική δήλωση ότι “δεν πληρώνουν το κατοχικό χρέος προς την Ελλάδα”.
Η παραπομπή του Παναγιώτη Λαφαζάνη, που υπερασπίστηκε συμφέροντα της μαρτυρικής μας χώρας, σε αντιπαράθεση με την τάφου σιωπή, που ακολούθησε καταδικαστικές για την Ελλάδα ενέργειες και αποφάσεις ξένων, δημιουργεί την εντύπωση, που εύχομαι να είναι εσφαλμένη, ότι δηλαδή οι Έλληνες έχουμε εκχωρήσει το, άλλως, αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ελεύθερου λαού, να υπερασπιζόμαστε την πατρίδα μας και τα δίκαια του λαού μας. Γιατί, τελικά, σε αυτή τη σκέψη ενδεχομένως οδηγεί η παραπομπή σε δίκη όσων υπερασπίζονται, με ειρηνικό πάντα τρόπο την Ελλάδα, σε αντίθεση με τους άλλους, που προσποιούνται ότι δεν άκουσαν τις πολλαπλής μορφής καταδίκες της.