Τέσσερις αναγνωρισμένοι έλληνες καλλιτέχνες, ο ηθοποιός Νίκος Καραθάνος, ο τραγουδιστής Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς και ο μαέστρος Γιώργος Πέτρου θα παρουσιάσουν την Παρασκευή 12 Οκτωβρίου στο Μέγαρο ένα από τα έργα-ορόσημα της μεταπολεμικής μας ιστορίας, «Το Άξιον εστί» (1964) του Μίκη Θεοδωράκη σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη.
Το ίδιο βράδυ θα ακουστεί σε μια ιστορική α΄ παγκόσμια εκτέλεση το μοναδικό έργο του μεγάλου συνθέτη, που δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ μέχρι σήμερα, το μνημειώδες συμφωνικό ορατόριο «ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ – Ωδή στον Μπετόβεν» για ορχήστρα εγχόρδων, αφηγητή και χορωδία (1945)
Ο Μίκης Θεοδωράκης σε σημείωμά του, λίγο πριν τη συναυλία του Μεγάρου Μουσικής, αποκαλύπτει, γιατί αποκάλυψη και γιατί Μπετόβεν.
Γράφει ο Μίκης Θεοδωράκης
«Γιατί «Αποκάλυψη» και γιατί «Μπετόβεν»; Γιατί την ίδια εποχή αποκαλύφθηκαν μέσα μου ως προς την Τέχνη η Συμφωνική Μουσική και ως προς τον Φιλοσοφικό διαλογισμό, τον πατριωτισμό και την κοινωνία, η Αντίσταση και ο Μαρξισμός.
Παράλληλα σφραγίστηκε υπαρξιακά και για πάντα η μπετοβενική διάσταση της Τέχνης της Μουσικής.
Το 1942 υπήρξε για μένα σταθμός. Πρώτον, άκουσα για πρώτη φορά Συμφωνική Μουσική (την 9η του Μπετόβεν). Δεύτερον, ανέπτυξα την θεωρία μου «Για τη Συμπαντική Αρμονία», που έμελλε να γίνει ο οδηγός σε όλη μου τη ζωή (Σκέψη και Δράση) και τρίτον, άρχισα τη σύνθεση του πρώτου χορωδιακού-συμφωνικού μου έργου με τον αρχικό τίτλο «Συμφωνία αρ. 1», τον οποίο μετέτρεψα αργότερα σε «Αποκάλυψη», για να την ξεχωρίσω από την «Πρώτη Συμφωνία» (1948-1953).
«Η Αποκάλυψη» τελείωσε στις 31 Ιανουαρίου του 1945, γιατί στο μεταξύ μεσολάβησαν κορυφαία γεγονότα, που με απομάκρυναν από την σύνθεση. Όμως η εγγραφή μου στο Ωδείο Αθηνών, στην τάξη Αρμονίας, Αντίστιξης και Φούγκας με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη το φθινόπωρο του 1943 διαδραμάτισε αντιθέτως καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του έργου, που είναι άλλωστε εμφανής.
Το έργο αυτό το παρουσίασα στον Δάσκαλό μου που ήταν διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας αλλά και της Χορωδίας Αθηνών, των οποίων μέλος ήμουν κι εγώ. Προς μεγάλη μου έκπληξη, μου ανακοίνωσε ότι το προγραμμάτισε για το φθινόπωρο του 1945! Και μου ζήτησε να ετοιμάσω τα υλικά, δηλαδή τις πάρτες των μουσικών και των χορωδών. Πλην όμως, λίγο αργότερα με κάλεσε στο γραφείο του, για να με ρωτήσει τι έκανα στα Δεκεμβριανά. Δηλαδή στις μάχες μεταξύ του ΕΛΑΣ και των Άγγλων, που διήρκεσαν από τον Δεκέμβριο του 1944 έως τις αρχές του Ιανουαρίου του 1945. Κάποιος φαίνεται ότι με «κάρφωσε», γνωρίζοντας ασφαλώς ότι ο Οικονομίδης έπνεε μένεα κατά των κομμουνιστών, που όπως μου είπε και ο ίδιος «είχαν κάψει το σπίτι της αδελφής του».
Του απάντησα ότι υπήρξα μέλος του ΕΛΑΣ και ότι πολέμησα στην πρώτη γραμμή επί 33 μέρες! Πρόσθεσα μάλιστα ότι, εάν διάβαζε προσεκτικά το έργο, θα έβλεπε ότι, αναζητώντας τον Θεό, τον ανακάλυπτα τελικά στο πρόσωπο του Εργάτη. Στους προλετάριους όλων των εθνών!
Όπως ήταν φυσικό, ο άνθρωπος κόντεψε να πάθει έμφραγμα από τον μεγάλο θυμό του. Μεταξύ πολλών άλλων, μου φώναξε ότι «δεν θέλει να με ξαναδεί μπροστά του» και μου πέταξε κατάμουτρα το αντίγραφο της μουσικής μου σύνθεσης. Αυτή ήταν η γένεση και ο θάνατος του έργου αυτού, που έμεινε κυριολεκτικά θαμμένο τόσα χρόνια, μέχρι που ο φίλτατος διευθυντής της εξαίρετης Καμεράτας-Oρχήστρας των Φίλων της Μουσικής, Γιώργος Πέτρου, επανέλαβε την ρήσιν «Δεύρο έξω» και έτσι νεκραναστημένο το παρουσιάζει στη συναυλία της 12.10.2018!
Ο τίτλος «Η Αποκάλυψη» περιγράφει τον αγωνιώδη αγώνα των «εύθραυστων» εφήβων για την κατανόηση του αινίγματος της ζωής, που ξεκινά από την αναζήτηση του Θεού. Ένα κομμάτι μου τον αναζήτησε στον χώρο της Φιλοσοφίας με την θεωρία της Συμπαντικής Αρμονίας. Ένα άλλο, στον τομέα της Τέχνης, ξεκινώντας από το φιλόδοξο και δύσκολο εγχείρημα της σύνθεσης του πρώτου συμφωνικού μου έργου με μοναδικά ακούσματα την «Ωδή στη Χαρά» και ανταποδίδοντας με ανεξήγητη τόλμη και αυτοπεποίθηση τη δική μου «Ωδή στον Μπετόβεν». Ας μην ξεχνάμε ότι αναφέρομαι στην ελληνική επαρχία της δεκαετίας του 1930-1940 με τελευταίο σταθμό την Τρίπολη της Αρκαδίας (1940-1943), όπου ήταν παντελώς άγνωστη η Συμφωνική Μουσική.
Όμως, με την κήρυξη του πολέμου το πνευματικό και ιδεολογικό μου οπλοστάσιο άρχισε να μεταμορφώνεται μέσα μου. Από τον ακραίο φιλοσοφικό ιδεαλισμό, γνώρισα και ενστερνίσθηκα τελικά τον Μαρξισμό, που με οδήγησε να πορευτώ από την ιδεολογία στην πράξη, δηλαδή στην ένταξή μου στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Σ’ αυτό, μεγάλο ρόλο διαδραμάτισε και η οικογένειά μου με τη μεγάλη και δραματική φόρτιση, με τη μητέρα μου από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας και θύμα της μεγάλης εθνικής μας καταστροφής και τον πατέρα μου Κρητικό, απόγονο σειράς αγωνιστών από το 1800 ως το 1912, τότε που και ο ίδιος, σε ηλικία 16 ετών, κατατάχθηκε εθελοντής και τραυματίστηκε σοβαρότατα στο Μπιζάνι, το Φρούριο που προστάτευε τα Γιάννενα.
Όμως η τελική μεγάλη στροφή που καταγράφει το έργο, έγινε κατά τη διάρκεια της Μάχης του Δεκέμβρη. Όλες τις μέρες της μάχης, το κουβαλούσα πάνω μου και στη μάχη αυτή ουσιαστικά ολοκληρώθηκε. (Τον Γενάρη του 1945 το καθαρόγραψα μέσα σε συνθήκες τρομακτικής παρανομίας). Τελικά, ο Θεός μού αποκαλύφθηκε στο πρόσωπο του Εργάτη!
Έτσι, θα έλεγα ότι η πεμπτουσία του έργου αυτού είναι ο εσωτερικός μου αγώνας που με οδήγησε από την καθαρή Φιλοσοφία στον Μαρξισμό και μάλιστα στην πιο ακραία του μορφή: τον ένοπλο αγώνα.
Καιρός όμως να μιλήσουμε για το σήμερα, όπου χωρίς να το καταλάβω και χωρίς να το έχω συνειδητοποιήσει ως τώρα, βρέθηκα φορτωμένος με 93 χρόνια μιας θυελλώδους, θα τη χαρακτήριζα, ζωής.
Εκείνο το συναίσθημα που κυριαρχεί τώρα μέσα μου είναι η μεγάλη περιέργεια.
Η συγκίνηση αλλά και η λύτρωση… Και όλα αυτά τα οφείλω στους συνεργάτες της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας «Λίλιαν Βουδούρη» με επικεφαλής την κ. Μεράκου, στον κ. Πέτρου, στους Μουσικούς της Καμεράτας-Ορχήστρας των Φίλων της Μουσικής, στη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων και στον Νίκο Καραθανο, που θα δώσουν το Φιλί της Ζωής στο ξεχασμένο αυτό έργο μου.
Τους ευχαριστώ όλους και όλες από τα βάθη της καρδιάς μου.
Αθήνα, 25 Σεπτεμβρίου 2018
Μίκης Θεοδωράκης».