Λαφαζάνης στο Οικονομικό Συνέδριο Μόσχας: Ελλάδα-Ρωσία-Ευρώπη και ενεργειακή συνεργασία

1795
Λαφαζάνης
Ο Παν. Λαφαζάνης, Γραμματέας του Π.Σ της ΛΑ.Ε, μίλησε στο 5ο Διεθνές Οικονομικό Συνέδριο του Πανεπιστημίου της Μόσχας με θέμα «Ελλάδα – Ρωσία – Ευρώπη και ενεργειακή συνεργασία, ανάπτυξη και διεθνές πολιτικό κλίμα».
Η ομιλία του Παν. Λαφαζάνη παρακολουθήθηκε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και καταχειροκροτήθηκε από όλο το κοινό.

 

ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝ. ΛΑΦΑΖΑΝΗ ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:

«Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση στο πολύ ενδιαφέρον Οικονομικό Συνέδριό σας και εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες του.

Θα σας απασχολήσω περισσότερο με ορισμένες σκέψεις για τα ενεργειακά θέματα στα Βαλκάνια, την Ανατ. Μεσόγειο και την Ευρώπη και ειδικά για τις ενεργειακές δυνατότητες συνεργασίας ΕλλάδαςΡωσίας.

Στο πλαίσιο αυτό θα αναφερθώ και στο διεθνές κλίμα το οποίο, ανάλογα με την κατάσταση του, μπορεί να επηρεάσει και συχνά καθοριστικά, θετικά ή αρνητικά την ευημερία χωρών και λαών.

Έρχομαι από την Ελλάδα, μια χώρα που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια για τις οικονομικές περιπέτειες της. Δεν θα αποφύγω τον πειρασμό να σας αναφέρω ένα θεμελιώδες αλλά και κάπως αντισυμβατικό συμπέρασμα από την ελληνική περίπτωση.

Στην χώρα μου, που έχει εξελιχθεί σε αποικία χρέους, εφαρμόστηκαν από το 2010, σκληρά κοινά μνημονιακά προγράμματα σταθεροποίησης από τους μεγαλύτερους οργανισμούς της Δύσης: την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ.

Όλα αυτά τα προγράμματα, παρά την ύφεση που επέφεραν και τις πρωτοφανείς θυσίες του ελληνικού λαού, δυστυχώς, απέτυχαν. Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα δεν ανακόπηκε αλλά συνεχίζεται, ως παρατεταμένη στασιμότητα, χωρίς ορατή ημερομηνία λήξης.

Συμπέρασμα: Το σημερινό διεθνές σύστημα της Δύσης, με τις αντιλήψεις που κυριαρχούν σε αυτό και τους βασικούς οργανισμούς του, είναι ανίκανο να συμβάλει στην ανόρθωση χωρών που το ίδιο συχνά καταστρέφει. Αντίθετα και όπου αυτή η ανόρθωση μοιάζει να επιτυγχάνει, είναι προσωρινή και αναιμική και δεν μπορεί να έχει διάρκεια.

Χώρες όπως η Ελλάδα που μπορεί να είναι η πιο ακραία περίπτωση αλλά δεν είναι η μόνη, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα κρισιακά τους φαινόμενα, αν δεν στηριχθούν πρώτα απ’ όλα στις δικές τους δυνάμεις και σε σωστές διεθνείς συμμαχίες και αν δεν εφαρμόσουν διαφορετικές από τις παραδοσιακές συνταγές των κυρίαρχων Δυτικών κέντρων.

Στο πλαίσιο αυτό έχω προτείνει μεταξύ των πολλών άλλων για την Ελλάδα αλλά και τις χώρες ειδικά της Νότιας Ευρώπης, της Βαλκανικής και της Ανατ. Μεσογείου μια προωθημένη συνεργασία αλλά και την εφαρμογή νέων πολυδιάστατων στρατηγικών διεθνών πολιτικών, οικονομικών και εξωτερικών σχέσεων.

Ειδικά η πρόταση μιας ειδικής σχέσης στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας – Ρωσίας σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένου και του ενεργειακού τομέα, θα είχε εξαιρετική σημασία για να εφαρμόσει η χώρα μου μια επιτυχή πολιτική διεξόδου από την κρίση.

Αγαπητοί φίλοι και φίλες

Η Ρωσία είναι ο βασικός ενεργειακός τροφοδότης για όλη την Ευρώπη σε φυσικό αέριο αλλά εν μέρει και σε πετρέλαιο.

Είναι αρκετοί και αρκετά ισχυροί στην Δύση εκείνοι οι κύκλοι της που σ’ αυτόν τον στρατηγικό ρόλο της Ρωσίας στην ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης διαβλέπουν ένα κίνδυνο:

Τον κίνδυνο, όπως λένε, της εξάρτησης, τάχα, της Ευρώπης από την Ρωσία.

Κάνουν μεγάλο λάθος, αν και δεν είναι απλώς λάθος αφού οι εκτιμήσεις τους εδράζονται σε συμφέροντα και όχι σε αντικειμενικά δεδομένα.

Ο ενεργειακός δεσμός της Ρωσίας με την υπόλοιπη Ευρώπη έχει αμφίδρομη αξία.

Η Ευρώπη εξαρτάται σε ένα βαθμό από το ενεργειακό δυναμικό της Ρωσίας αλλά και η Ρωσία με την σειρά της εξαρτάται οικονομικά από τους πόρους που αντλεί από την ενέργεια.

Ας μην ξεχνάμε ότι ένας από τους λόγους που κατέρρευσε η παλιά Σοβιετική Ένωση ήταν και η κατάρρευση των τιμών πετρελαίου και οι σχετικοί δυτικοί φραγμοί στις ρωσικές ενεργειακές επενδύσεις.

Επομένως δεν υπάρχει εξάρτηση της μιας πλευράς έναντι της άλλης αλλά αλληλεξάρτηση.

Στην ουσία πρέπει να μιλάμε για ένα ρωσο-ευρωπαϊκό ενεργειακό δεσμό που παίζει και μπορεί, αν αξιοποιηθεί ολόπλευρα και κατάλληλα, να παίξει ένα ασύγκριτα και ποιοτικά μεγαλύτερο παραγωγικό, τεχνολογικό, αναπτυξιακό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό ακόμα και πολιτιστικό ρόλο για την συναδέλφωση, την συνεργασία, την ειρήνη, την πρόοδο και την ευημερία σε όλη την Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια και ιδιαίτερα στα Βαλκάνια και την Μεσόγειο.

Αυτός ο ρωσο-ευρωπαϊκός ενεργειακός δεσμός και η συνεχής σχεδιασμένη αναβάθμιση του, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, μπορεί και πρέπει αντί να διχάζει και να προκαλεί καχυποψίες και εντάσεις, μπορεί να γίνει γέφυρα κοινών μεγάλων τεχνολογικών, παραγωγικών και αναπτυξιακών επιτευγμάτων.

Αυτή θεωρώ ότι είναι μια από τις πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές προκλήσεις αυτής τη περιόδου.

Κυρίες και κύριοι,

Από αυτήν την ιδέα ξεκίνησα τον Γενάρη του 2015 μόλις ανέλαβα Υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος στην τότε νέα ριζοσπαστική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, για να προχωρήσω, μέσα στην ελληνική κρίση, σε διάλογο με την Ρωσία για ένα μεγάλο κοινό ενεργειακό έργο.

Το έργο αυτό αφορούσε ένα μεγάλο αγωγό με ρωσικό φυσικό αέριο που θα περνούσε από την Ελλάδα, αφού θα ξεκινούσε από την Ρωσία και στη συνέχεια θα διέσχιζε την Μαύρη Θάλασσα και το ευρωπαϊκό μέρος της Τουρκίας, με κατεύθυνση την Ιταλία από τη μία και την Κεντρική Ευρώπη από την άλλη.

Το έργο αυτό ήταν σημαντικό για την Ρωσία, για την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Ήταν ένα έργο που θα παράκαμπτε τον επισφαλή δρόμο της Ουκρανίας, στην οποία ήδη είχε συντελεστεί ένα νεοψυχροπολεμικό πραξικόπημα.

Ήταν από κάθε άποψη ένα έργο ειρήνης, φιλίας, συνεργασίας και ανάπτυξης που κατέρριπτε τείχη και προκαταλήψεις στην Ευρώπη, σε μια περίοδο κατά την οποία Δυτικοί κύκλοι επιχειρούν να αναβιώσουν σκληρές περιόδους τυφλών αντιπαραθέσεων.

Μετά από πολλούς κόπους και απαράδεκτες αντιδράσεις κυρίως από την πλευρά των ΗΠΑ, έφτασα στο σημείο να υπογράψω στην Πετρούπολη τον Μάιο του 2015, μαζί με τον Alexander Novak, διακρατική συμφωνία Ελλάδας – Ρωσίας για την κατασκευή του εν λόγω αγωγού, του Νότιου ευρωπαϊκού αγωγού όπως ονομάστηκε, η οποία συμφωνία, επιτρέψτε μου να πω, ήταν ιδιαίτερα επωφελής για την πατρίδα μου.

Δυστυχώς, όμως, η Συμφωνία αυτή, η οποία, όπως ανέφερα, άνοιγε νέες προοπτικές ανάπτυξης. Ευημερίας και συνεννόησης, ναυάγησε εξαιτίας της ελληνικής πλευράς και των αμερικανικών πιέσεων.

Μόλις η Ελλάδα υπόγραψε τον Ιούλιο του 2015 το τρίτο μνημόνιο με τους νεοαποικιοκράτες πιστωτές της και εγώ γι’ αυτόν τον λόγο έφυγα από την κυβέρνηση, οι ψυχροπολεμικοί κύκλοι της Δύσης επέβαλλαν την θέληση τους.

Η διακρατική Συμφωνία Ελλάδας – Ρωσίας πετάχτηκε από την ελληνική πλευρά στα σκουπίδια.

Μια ιστορική ευκαιρία για την Ελλάδα, την Ρωσία, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη χάθηκε.

Σήμερα βλέπω ότι η υπόθεση αυτού του αγωγού επιχειρείται να αναβιώσει με νέες διαδρομές μέσα και της Συμφωνίας ΡωσίαςΤουρκίας και εύχομαι ολόψυχα να προχωρήσει και να μην ενταφιαστεί από τους ίδιους ψυχροπολεμικούς ιμπεριαλιστικούς Δυτικούς κύκλους.

Κυρίες και κύριοι,

Αν αναφέρομαι σε όλα τούτα το κάνω και για ένα πρόσθετο και ίσως σημαντικότερο λόγο.

Θέλω να τονίσω στο Συνέδριο μας ότι η υπόθεση της ανάπτυξης και της ευημερίας σε κάθε χώρα δεν είναι απλώς μια οικονομοτεχνική επιλογή αλλά μια βαθύτατα πολιτική υπόθεση, η οποία εξαρτάται όχι μόνο από τις εσωτερικές σε κάθε χώρα καταστάσεις αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη διεθνή κατάσταση και το κυρίαρχο διεθνές κλίμα.

Μέσα σε μια ευρωπαϊκή και διεθνής ατμόσφαιρα σφοδρών αντιπαραθέσεων, καχυποψιών, συγκρούσεων και νέου ψυχρού πολέμου καμιά χώρα δεν μπορεί να προωθήσει στο έπακρο τις δυνατότητες της.

Καμιά χώρα δεν μπορεί να αξιοποιήσει όλες τις ευκαιρίες για ανάπτυξη, για τεχνολογική πρωτοπορία, για πρόοδο και ευημερία.

Πολύ περισσότερο δεν μπορούν χώρες και λαοί να γνωρίσουν ασφάλεια και προκοπή αν σε περιφερειακό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο ισχύει μια κατάσταση ζούγκλας όπου όλοι στρέφονται εναντίον όλων και επικρατεί η λογική του σώζων εαυτόν σωθήτω,

Σήμερα, αν θέλουμε ο κόσμος μας να αντιμετωπίσει τα σύγχρονα πολιτικά οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα του πρέπει να αποφύγει ένα παρατεταμένο παρακμιακό συγκρουσιακό κλίμα ανάλογο με εκείνο του μεσοπολέμου.

Μόνο σε ένα κλίμα ειρήνης, ασφάλειας, ισότιμης συνεργασίας μπορούν να διακριθούν οι πιο άξιες και πρωτοπόρες χώρες όχι σε βάρος τρίτων χωρών και πάνω στην καταπίεση και την φτώχεια τους αλλά ως πρώτες μέσα σε ίσους και σε μια ατμόσφαιρά που βοηθάει την συνανάπτυξη και τα θετικά βήματα όλων.

Ίσως αυτή είναι η πιο μεγάλη πρόκληση της γεμάτης από συγχύσεις δύσκολης εποχής μας.»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας