Συνέντευξη του Ολιβιέ Μπεζανσενό, από το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα στον Josu Egireun για το Viento Sur.
Πώς αποτιμάς τις προτάσεις του Μακρόν στο διάγγελμά του;
Είναι η δεύτερη υποχώρηση της κυβέρνησης μετά την κατάργηση του φόρου στα καύσιμα στις 4 Δεκέμβρη. Τώρα υποχωρεί από την αύξηση που είχε επιβάλει το Γενάρη του 2018 στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης από 6,6% σε 8,3%. Αυτές οι υποχωρήσεις αυξάνουν την αυτοπεποίθηση όλων, γιατί αρχίζει να γίνεται συνείδηση το γεγονός ότι ο αγώνας έχει αποτέλεσμα. Φυσικά, τα μέτρα που ανακοινώθηκαν ως τώρα είναι πολύ μετριοπαθή και πολύ καθυστερημένα και κυρίως έχουν μεγάλη δόση εξαπάτησης. Για παράδειγμα, η αύξηση του κατώτατου μισθού (SMIC) κατά 100 ευρώ δεν είναι αυτό που φαίνεται. Δεν πρόκειται για καθαρή αύξηση στον SMIC, αλλά απλή αύξηση ενός περιορισμένου κρατικού επιδόματος στους χαμηλόμισθους εργάτες. Και αυτή θα την πληρώσουν οι φορολογούμενοι, όχι οι εργοδότες. Δηλαδή δεν είναι μια αύξηση στον κατώτατο μισθό αλλά μια επιδότηση. Στην πραγματικότητα αυτό εξοργίζει ακόμα περισσότερο τον κόσμο και συνεπώς θα προκαλέσει νέες κινητοποιήσεις.
Ένας διαδηλωτής με κίτρινο γιλέκο από την Ρεν περιγράφει το κίνημα ως «σταγόνα βενζίνης που ξεχειλίζει τη δεξαμενή». Πώς θα περιέγραφες εσύ τα κίτρινα γιλέκα;
Πιστεύω ότι είναι μια αυθεντική εξέγερση. Δεν είναι ακόμα μια μαζική εξέγερση της πλειοψηφίας, αλλά είναι αυθεντική εξέγερση. Δεν είναι μια παραδοσιακή κοινωνική κινητοποίηση. Από το ξεκίνημά της πέρασε στην επίθεση. Μέχρι σήμερα στη Γαλλία δεν είχαμε δει ένα γενικευμένο κίνημα να περνά στην επίθεση μετά το 1968. Το κίνημα απαίτησε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αύξηση στους μισθούς και μείωση του κόστους ζωής. Ζητά δηλαδή μια αναδιανομή του πλούτου. Δεν είναι ένα αμυντικό κίνημα ενάντια σε κάποια κυβερνητική αντιμεταρρύθμιση, είναι επιθετικό.
Από την άλλη, είναι ένα απολύτως ετερογενές κίνημα, παράγωγο μιας εξέγερσης που προέκυψε μέσα από τα σπλάχνα της κοινωνίας. Δεν προέκυψε σε καμία περίπτωση από τις παραδοσιακές οργανώσεις. Αντίθετα, είναι ένα κίνημα που αποκρυστάλλωσε όλη την οργή και την αγανάκτηση που είχαν συσσωρευτεί στην κοινωνία, ένα κίνημα στο οποίο συνενώνονται όλες οι προηγούμενες κινητοποιήσεις, και στο οποίο βρίσκει διέξοδο όλος ο θυμός που μέχρι πρότινος δεν είχε μετατραπεί σε κινητοποίηση. Στην πράξη, είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι.
Σε αυτές τις τελευταίες τρεις βδομάδες κινητοποιήσης, εντυπωσιάζουν η αποφασιστικότητα, ο ριζοσπαστικός χαρακτήρας, η δημοκρατική-οριζόντια λειτουργία και η ικανότητά της να οργανώσει 4 διαδοχικές μέρες πανεθνικής κινητοποίησης. Ξεχωρίζει επίσης η εμφανής πολιτικοποίηση εκείνων που λειτουργούν ως εκπρόσωποι του κινήματος, με δεδομένο ότι είναι άνθρωποι χωρίς προηγούμενη πολιτική εμπειρία.
Πρέπει να τονίσουμε εξαρχής τον τρόπο με τον οποίο κάλυψαν τα ΜΜΕ τη σύγκρουση και την αντίδραση που προκάλεσε από τους πολιτικούς. Οι κινητοποιήσεις και οι αγωνιστές του κινήματος δέχτηκαν την ταξική αλαζονεία των ελίτ, παρόμοια με την περιφρόνηση που ζήσαμε στη Γαλλία κατά το δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα το 2005. Τώρα, απέναντι σε αυτήν την αντιμετώπιση, παρακολουθούμε μια αυθεντική πολιτικοποίηση των ανθρώπων. Στη Γαλλία αυτήν τη στιγμή υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες, ίσως κι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που πολιτικοποιούνται σε χρόνο ρεκόρ. Η πρόκληση για εμάς, που εκπροσωπούμε τα οργανωμένα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα στη Γαλλία, είναι να σταθούμε στο πλευρό αυτού του κινήματος ώστε να αποκτήσει μια όσο πιο δυνατή αντικαπιταλιστική έκφραση. Ωστόσο, δεν πρέπει να αρνούμαστε την πραγματικότητα των καιρών που ζούμε, όπως τους ελιγμούς και τις προσπάθειες της ακροδεξιάς να «αρπάξει» αυτό το κίνημα. Είναι ένα πραγματικό πρόβλημα αυτό και δεν έχει κανένα όφελος να αρνούμαστε ότι αποτελεί μέρος της πλοκής. Γι’ αυτό, η ενοποίηση που οργανώνεται από τα κάτω, σε τοπικό επίπεδο, ανάμεσα στα κίτρινα γιλέκα και τα κοινωνικά κινήματα είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο ως απάντηση στις προσπάθειες και τους χειρισμούς της ακροδεξιάς.
Η αποφασιστικότητα, ο ριζοσπαστισμός, η μαχητικότητα, η επαγρύπνηση τόσων ανθρώπων, τα οδοφράγματα στη Ηλύσια Πεδία… όλα αυτά ανακαλούν μνήμες μιας «υπόγειας» ιστορίας (επαναστάσεων, γενικών απεργιών) της Γαλλίας. Επίσης μας υπενθυμίζουν τις ήττες του παραδοσιακού εργατικού κινήματος τα τελευταία 15 ή 20 χρόνια. Σε αυτήν την περίοδο, το επίπεδο της σύγκρουσης δεν ξεπερνούσε ποτέ ένα συγκεκριμένο όριο, και πολλοί πίστευαν ότι η πιο ριζοσπαστική προϊστορία μας είχε εξαλειφθεί από τη συλλογική συνείδηση. Αλλά η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Ακόμα και άνθρωποι που δεν είχαν συμμετάσχει σε εκείνες τις κινητοποιήσεις έχουν συνείδηση του αδιεξόδου που αντιμετωπίζουν οι παραδοσιακές μορφές πάλης.
Αλλά μπορεί να έχουμε επίσης μια προσπάθεια να επιλυθούν τα υπαρκτά προβλήματα και να δημιουργηθεί ένας συσχετισμός δύναμης που να μπορεί να νικήσει, μέσα από την αναζήτηση «συντομότερων δρόμων» στις ριζοσπαστικές δράσεις. Δηλαδή να ελπίζει κανείς ότι συγκεκριμένες μορφές δράσης μπορούν από μόνες τους να επιλύσουν τα βαθύτερα προβλήματα. Μόνο που δεν υπάρχουν «συντομότεροι δρόμοι». Αν θέλουμε να ωθήσουμε τον Μακρόν σε υποχώρηση, πρέπει να οργανώσουμε ακόμα περισσότερους ανθρώπους, πρέπει να ξεπεράσουμε το μέγεθος της σημερινής κινητοποίησης. Θα πρέπει να «σπάσουμε το ταβάνι» που ως τώρα περιορίζει το μέγεθος της συμμετοχής, ακόμα και στα κίτρινα γιλέκα.
Σήμερα αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα με το οποίο είμαστε πολύ εξοικειωμένοι στη Γαλλία τα τελευταία χρόνια. Βλέπουμε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις, αλλά να αποτυγχάνουν να κάνουν το βήμα παραπάνω. Το καινούργιο στοιχείο με τα κίτρινα γιλέκα είναι ότι τα υποστηρίζει το 70% του πληθυσμού. Παρακολουθούμε ένα σενάριο που θυμίζει εκείνο που ζήσαμε στη Γαλλία το 1995, μια δυναμική την οποία είχαμε περιγράψει ως «απεργία δι’ αντιπροσώπου». Εννοούσαμε ότι ένα συνδικάτο που κινητοποιούταν ενεργοποιούσε ένα 10% ενώ ένα άλλο 70% ήταν πρόθυμο να τους υποστηρίξει. Αλλά αυτό που χρειαζόμαστε είναι να μετασχηματίσουμε αυτήν την «εκπροσώπηση», αυτήν την μειοψηφία που αναλαμβάνει δράση, σε συλλογική δράση. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να νικήσουμε πραγματικά τον Μακρόν.
Πώς γίνεται αυτό το κίνημα να οδηγήσει την κυβέρνηση σε υποχώρηση μέσα σε 3 βδομάδες ενώ, για παράδειγμα, το 2010 εκατομμύρια άνθρωποι κινητοποιήθηκαν στους δρόμους ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση αλλά έχασαν;
Επειδή βλέπουμε μια δυνητική ενότητα που τρόμαξε την κυβέρνηση. Έχει δοθεί πολύ προσοχή στις βίαιες συγκρούσεις στο Παρίσι, αλλά το πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι πλατιά τμήματα του πληθυσμού συμμετέχουν ενεργά παντού, συνταξιούχοι, εργάτες, άνεργοι, φοιτητές, μαθητές.
Πιο συγκεκριμένα είναι η νεολαία αυτή που τρομάζει την κυβέρνηση. Πρέπει να τονίσουμε τον σχεδόν ημι-εξεγερτικό χαρακτήρα των συνθημάτων που έχει υιοθετήσει το κίνημα (και την απήχησή τους). Δεν έχω ξαναδεί τέτοιου είδους κινητοποιήσεις, με χιλιάδες ανθρώπους να θέλουν να πάνε ως το κέντρο του Παρισιού, τα Ηλύσια Πεδία, όπως φαντάζομαι έκαναν οι αγρότες στην εποχή τους όταν εξεγείρονταν ενάντια στον άρχοντα και πήγαιναν ως το κάστρο του. Όλα αυτά παίζουν βαρύνοντα ρόλο στην κατάσταση.
Κρίνοντας από τις πρώτες αντιδράσεις στις δηλώσεις του Μακρόν, όλα δείχνουν ότι οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν, το οποίο δημιουργεί τη δυνατότητα για μια μεγάλη κοινωνική και πολιτική κρίση. Αλλά είναι μια κοινωνική και πολιτική κρίση που έρχεται σε μια συγκυρία που οι αριστερές εναλλακτικές σε πανεθνικό επίπεδο απουσιάζουν.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι από δω και πέρα πρέπει να ξαναχτίσουμε τα πάντα. Παρακολουθούμε μια πολιτική κρίση της Πέμπτης Δημοκρατίας και της πολιτικής εκπροσώπησης. Και είναι ο Μακρόν αυτός που την πληρώνει. Έχετε υπόψη ότι ο Μακρόν, με μια έννοια, ήταν η τελευταία επιλογή που απέμενε στην άρχουσα τάξη.
Ο Μακρόν τοποθετήθηκε έξω από τα παραδοσιακά κόμματα. Κάποια τμήματα της ελίτ τον στήριξαν πριν τις εκλογές και άλλα προσχώρησαν σε αυτόν αργότερα. Και από την πρώτη στιγμή εξαπέλυσε μια ισχυρή επίθεση ενάντια σε δύο εμβληματικές κοινωνικές δυνάμεις –τη νεολαία και τους σιδηροδρομικούς. Δυσκόλεψε την πρόσβαση στα πανεπιστήμια για τους μαθητές και επέβαλε τη διάλυση των δημόσιων σιδηροδρομικών υπηρεσιών.
Το πρόβλημα του Μακρόν είναι ότι η σημερινή πολιτική κρίση δεν θα του επιτρέψει να συνεχίσει σε αυτόν το δρόμο. Ένα τμήμα της ελίτ πιστεύει ότι ο Μακρόν έχει αποδυναμωθεί και ίσως δεν αποτελεί πλέον μια καλή επιλογή για αυτούς. Άλλωστε, ο μακρονισμός όσο λειτουργεί, λειτουργεί, αλλά όταν αποτυγχάνει απειλεί να δημιουργήσει ένα πλήρες κενό εξουσίας. Για 10 μέρες ο Μακρον αγνοούταν και η ομιλία στις 10 Δεκέμβρη δεν έκανε τίποτε παρά να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά. Συνεπώς, η μόνη εφικτή κι αξιόπιστη πολιτική προοπτική για την κοινωνική αντίσταση και την Αριστερά είναι αυτό το κίνημα να νικήσει, να πολιτικοποιηθεί και να αναπτύξει κάποιου είδους πολιτική έκφραση.
Σε κάθε περίπτωση, δεν πιστεύουμε ότι μπορεί να παρουσιαστεί μια σαφής απάντηση στις επόμενες εκλογές. Ειδικά στις ευρωεκλογές, όπου η Αριστερά είναι απολύτως κατακερματισμένη. Πρέπει να σκεφτούμε πέρα από αυτές. Αυτό το κίνημα πρέπει να δημιουργήσει τα πολιτικά θεμέλια για ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό σχηματισμό δυνάμεων. Με όλη την αναγκαία ταπεινότητα, αυτό πιστεύω ότι πρέπει να ελπίζουμε σε κάθε περίπτωση. Και πιστεύω ότι πρέπει να εξετάσουμε ενδελεχώς όλα όσα δεν δούλεψαν στις διάφορες ως τα τώρα απόπειρες να ανοικοδομήσουμε την Αριστερά.