Η Τουρκία διψά για πυρηνική ενέργεια-Και όχι μόνο

580
Η Τουρκία διψά για πυρηνική ενέργεια-Και όχι μόνο

Το Ακκουγιού δεν είναι αρκετό. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση του πρώτου της πυρηνικού σταθμού, η Τουρκία πρόκειται να στραφεί στη δημιουργία δεύτερου και τρίτου. Αυτό εξήγγειλε την Τετάρτη ο Τούρκος πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, σε ομιλία του κατά τα εγκαίνια του νέου κτιρίου της ρυθμιστικής αρχής ενέργειας της χώρας του.

Ο πυρηνικός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που κατασκευάζει ο ρωσικός όμιλος Rosatom στο Ακκουγιού της επαρχίας της Μερσίνας προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία τον Μάιο του “σημαδιακού” έτους 2023 (οπότε συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας) και να έχει δυναμικότητα 4.800 MW σε πλήρη λειτουργία, καλύπτοντας 10% της ενεργειακής κατανάλωσης της γείτονος.

Με χείρα βοηθείας Πούτιν

Ο πυρηνικός σταθμός του Ακκουγιού άρχισε να κατασκευάζεται το 2018, βάσει ρωσο-τουρκικής συμφωνίας που υπεγράφη το 2010, και υπολογίζεται να έχει 60-80 χρόνια ζωής. Το project έχει συνολικό κόστος 22 δισ. δολαρίων και πρόκειται να απασχολήσει 15.000 εργαζόμενους κατά την κορύφωση των κατασκευαστικών εργασιών, καθώς και 4.000 σε σταθερή βάση μετά την έναρξη λειτουργίας του. Τον περασμένο Μάρτιο οι πρόεδροι της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, και της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, εγκαινίασαν τα έργα κατασκευής του τρίτου από τους συνολικά τέσσερις αντιδραστήρες του Ακκουγιού, με τον τελευταίο κατά σειρά να τίθεται σε λειτουργία, όπως προβλέπεται, το 2016.

Με εκείνη την ευκαιρία ο ένοικος του Κρεμλίνου φρόντισε να τονίσει την ετοιμότητα της χώρας του για την ανάληψη και άλλων αντίστοιχων έργων – όπως αυτά που τώρα εξαγγέλλει, ως γενική κατεύθυνση, ο Ερντογάν.

“Σήμα αφύπνισης”

Ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας εμφανίστηκε θερμός θιασώτης της πυρηνικής ενέργειας, χαρακτηρίζοντας μάλιστα κάθε αντιτιθέμενο ως αντίπαλο της ευημερίας και ανεξαρτησίας της Τουρκίας και υπενθυμίζοντας ότι αυτή τη στιγμή λειτουργούν συνολικά 443 πυρηνικοί σταθμοί σε περισσότερες από 30 χώρες. Επιπλέον, ο Ταγίπ Ερντογάν εμφάνισε το πυρηνικό ενεργειακό πρόγραμμα της χώρας του ως τη συμβολή της στο διεθνές ζητούμενο της καταπολέμησης της κλιματικής μεταβολής (παράλληλα προς την εξασφάλιση, μέχρι το 2027, 10.000 ΜW από ηλιακή και αιολική ενέργεια, όπως είναι ο επίσημος στόχος).

Και, βέβαια, ο Τούρκος ηγέτης επανέλαβε ότι η χώρα του, ενθαρρυμένη από τον εντοπισμό κοιτάσματος φυσικού αερίου 135 δισ. κυβικών μέτρων στη Μαύρη Θάλασσα, θα προχωρήσει στην έναρξη της εξόρυξής του το 2023 και θα εκμεταλλευτεί αντίστοιχες πηγές υδρογονανθράκων οπουδήποτε, συμπεριλαμβανομένης της Μεσογείου, όποτε αυτές προκύψουν.

Η έναρξη λειτουργίας του Ακκουγιού, πρόσθεσε, θα λειτουργήσει ως σήμα αφύπνισης έπειτα από καθυστερήσεις δεκαετιών στην αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας, καθώς, όπως επεσήμανε, η κατανάλωση ενέργειας στην Τουρκία αυξήθηκε μόνο τον τελευταίο χρόνο κατά 8%, ενώ, σύμφωνα με μελέτες, η ζήτηση θα συνεχίσει να αυξάνεται κατά μέσο όρο με ρυθμό 3,5% ετησίως τα επόμενα χρόνια.

Ανάγκη απεξάρτησης

Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει λόγους να επιμένει στο ζήτημα, καθώς η ενεργειακή εξάρτηση αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της τουρκικής οικονομίας, ενώ οι ανάγκες ασφαλώς πρόκειται να πολλαπλασιαστούν δεδομένης και της δημογραφικής δυναμικής. Γνωστό είναι το “παράδοξο” της αύξησης του τουρκικού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών κατά τρόπο ανάλογο προς την αύξηση των τουρκικών εξαγωγών, αφού η τουρκική παραγωγική βάση γεννά ολοένα και μεγαλύτερες ανάγκες για ενέργεια και μηχανολογικό εξοπλισμό που δεν μπορεί να καλύψει. Σε αυτό το πλαίσιο, η Εθνική Ενεργειακή και Εξορυκτική Πολιτική, που εξαγγέλθηκε το 2017, θέτει τον στόχο της χρήσης περισσότερης ενέργειας από εγχώριες και ανανεώσιμες πηγές.

Στόχος τα όπλα;

Όμως η πυρηνική ενέργεια βοηθά να γίνουν ταχύτερα βήματα ενεργειακής απεξάρτησης. Εξού και ο Ταγίπ Ερντογάν είναι τόσο πρόθυμος να παραβλέψει τις αντιρρήσεις όσων στέκονται στα περιβαλλοντικά ρίσκα της κατασκευής πυρηνικών σταθμών, δεδομένης μάλιστα της σεισμικότητας της Τουρκίας, η οποία μετά το ατύχημα στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας το 2011 δεν μπορεί να παραβλέπεται ελαφρά τη καρδία.

Ενδέχεται δε ο Τούρκος ηγέτης να δελεάζεται και από άλλες δυνατότητες της πυρηνικής ενέργειας. Οι πάντες θυμούνται ότι σε ομιλία του το 2019 για τα εκατοντάχρονα της έναρξης του κεμαλικού απελευθερωτικού κινήματος ο Ερντογάν κατήγγειλε το γεγονός ότι η Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων απαγορεύει την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου σε χώρες σαν τη δική του, περιορίζοντας το δικαίωμα αυτό μόνο σε έναν μικρό αριθμό μεγάλων δυνάμεων ή σε κράτη σαν το Ισραήλ που απλώς δεν την έχουν υπογράψει.

Πληθωριστικός εφιάλτης εν μέσω και της υποχώρησης της λίρας

Ο φιλόδοξος ενεργειακός σχεδιασμός των κυβερνώντων στη γείτονα αναφέρεται στο περισσότερο ή λιγότερο μακρινό μέλλον. Το παρόν, όμως, σημαδεύεται από την τρέχουσα ενεργειακή κρίση, η οποία παροξύνει τα ουκ ολίγα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας.

Σε μια χώρα η οποία καλύπτει από εισαγωγές το 93% των αναγκών της σε πετρέλαιο και το 98% των αναγκών της σε φυσικό αέριο, η κατάσταση που επικρατεί το τελευταίο διάστημα στις διεθνείς αγορές προορίζεται να έχει οδυνηρό αντίκτυπο. Πόσω μάλλον που ο πληθωρισμός ήδη “τρέχει” με 20%, ξεπερνώντας τα επιτόκια που η πολιτική Ερντογάν επιμένει να συμπιέζει. Σαν να μην ήταν δηλ. αρκετές οι πληθωριστικές πιέσεις που δημιουργεί έτσι και αλλιώς η υποτίμηση της λίρας κατά 7% τον τελευταίο μήνα.

Μόνο τον Οκτώβριο η τιμή της βενζίνης αυξήθηκε τέσσερις φορές, με αποτέλεσμα να υπάρξουν διαμαρτυρίες των οδηγών ταξί, ενώ η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 46,8% για τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας και κατά 48,4% για τη βιομηχανία, χωρίς πάντως να έχουν μετακυλιστεί ακόμη στα νοικοκυριά.

Δύσκολες διαπραγματεύσεις

Το 2019, πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, τα κόστη των εισαγωγών ενέργειας της Τουρκίας ανέρχονταν σε 41 δισ. δολάρια, ήτοι 20% του συνόλου των εισαγωγών, με το φυσικό αέριο (12 δισ. δολάρια) να κατευθύνεται κατά 32,3% στα νοικοκυριά, κατά 28,7% σε σταθμούς παραγωγής ενέργειας (που προσφέρουν το 25,6% του συνολικού ενεργειακού μείγματος) και κατά 26,7% στη βιομηχανία.

Η στενότητα στην αγορά πετρελαίου (όπου η αύξηση της παραγωγής που δέχτηκε ο OPEC+ υπολείπεται κατά 100.000 βαρέλια ημερησίως της παρατηρούμενης αύξησης της ζήτησης, ενώ οι τιμές αναμένεται κατά την Goldman Sachs να ξεπεράσουν τα 90 δολάρια ανά βαρέλι μέχρι το γύρισμα του χρόνου) υποχρεώνει την Τουρκία να στραφεί εντονότερα προς το φυσικό αέριο, όπου όμως οι πηγές είναι συγκεκριμένες: Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν. Ήδη το δεύτερο διευκολύνει με την παροχή πρόσθετης ποσότητας, ωστόσο οι διαπραγματεύσεις με την Gazprom αναμένονται σκληρές. Και το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε η χώρα του Ερντογάν θα ήταν να μείνει με ακάλυπτες ανάγκες που θα την οδηγούσαν στην απρόβλεπτη spot αγορά.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας