Την ώρα που η Ελλάδα ξεπουλάει και ξεπουλιέται η Τουρκία ακολουθεί την αντίθετη ακριβώς πορεία. Ισχυροποιεί τον δημόσιο τομέα, εγκαταλείπει τις ιδιωτικοποιήσεις και προχωρά σε ένα ισχυρό δημόσιο παρεμβατισμό.
Προ δύο εβδομάδων η Άγκυρα άναψε το πράσινο φως στο κρατικό επενδυτικό ταμείο της Τουρκίας για να εξαγοράζει εταιρείες του ιδιωτικού τομέα που αντιμετωπίζουν δυσχέρεια εξαιτίας της πανδημίας. Πρόκειται για το ταμείο TVF, που εφεξής θα έχει τη δυνατότητα να αγοράζει πλειοψηφικά πακέτα μετοχών σε στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις. Με σχετική απόφαση μάλιστα του κοινοβουλίου της χώρας προλειαίνεται το έδαφος ώστε η κυβέρνηση Ερντογάν να πάρει υπό τον έλεγχό της καίρια τμήματα της τουρκικής οικονομίας που πλήττονται από την πανδημία.
Αυτό σημαίνει πως μέσα στα επόμενα χρόνια σημαντικός αριθμός εταιρειών εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα θα περιέλθουν στον άμεσο έλεγχο της κυβέρνησης.
Και στην περίπτωση της Τουρκίας, βέβαια, πρόκειται για καίρια στροφή, καθώς η κυβέρνηση εγκαταλείπει τώρα την πολιτική δημοσιονομικής εξυγίανσης. Προκειμένου να διαθέσει τα αναγκαία κεφάλαια για την αγορά των χειμαζόμενων επιχειρήσεων, θα αναγκαστεί να αυξήσει τον δανεισμό. Στη διάρκεια των ετών που είναι πρόεδρος της χώρας ο Ταγίπ Ερντογάν, πάγια τακτική της ήταν να ιδιωτικοποιεί μερίδια της σε επιχειρήσεις ώστε να αντλεί κεφάλαια με τα οποία μείωνε το δημόσιο χρέος της. Η πορεία αντιστρέφεται τώρα, καθώς η τουρκική κυβέρνηση θα αγοράζει μερίδια σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Και το σημαντικότερο είναι πως οι επενδύσεις του κρατικού επενδυτικού ταμείου σε ιδιωτικές εταιρείες της Τουρκίας δεν θα υπόκεινται στο ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει ιδιωτικές εταιρείες ούτε στους κανόνες της κεφαλαιαγοράς.
Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένως μιλήσει εγκωμιαστικά για το κρατικό επενδυτικό ταμείο της χώρας καθώς, όπως έχουν επισημάνει, συνεισφέρει καθοριστικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της εθνικής οικονομίας.
Παράλληλα με τον νέο ρόλο του κρατικού επενδυτικού ταμείου, άλλωστε, το τουρκικό κοινοβούλιο υπερψήφισε μέτρα με τα οποία ρυθμίζονται οι τιμές στην τουρκική αγορά και ο καταμερισμός των κερδών, διασφαλίζεται η άδεια άνευ αποδοχών που επιβάλλουν οι συνθήκες, επιτρέπεται να καθυστερήσουν κατά τρεις μήνες τις πληρωμές των λογαριασμών τους όσες επιχειρήσεις ανέστειλαν τη λειτουργία τους λόγω της πανδημίας, ενώ το υπουργείο Οικονομικών νομιμοποιείται εφεξής να λαμβάνει μέτρα επικαλούμενο κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και να αναστέλλει το δικαίωμα στην απεργία.
Μερίδια σε αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες εξαγοράζουν οι πετρελαιοπαραγωγοί
Την ώρα που οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να διασώσουν τις βιομηχανίες τους αποτρέποντας την πτώχευση ή και την εξαγορά τους από ξένους παράγοντες, οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες της Μέσης Ανατολής εξαγοράζουν μερίδια σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις που έχουν πληγεί από τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας, προσβλέποντας στα κέρδη που θα αποκομίσουν όταν ανακάμψουν αυτές οι εταιρείες.
Και για να το κάνουν, επιστρατεύουν τα πετροδολάρια που έχουν συγκεντρώσει στα κρατικά επενδυτικά ταμεία τους.
Η επιθετική στρατηγική τους θυμίζει ανάλογες κινήσεις στις οποίες προέβησαν στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης της διετίας 2008-2009, όταν το Κατάρ και το Αμπου Ντάμπι επένδυσαν δισεκατομμύρια δολάρια σε χειμαζόμενες τράπεζες και αυτοκινητοβιομηχανίες της Ευρώπης, όπως οι Barclays και Credit Suisse, Volkswagen Porsche και Daimler.
Δυναμικότερο όλων το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Σαουδικής Αραβίας, με κεφάλαια ύψους 320 δισ. δολαρίων, καθώς αγόρασε μερίδιο στην εταιρεία κρουαζιερόπλοιων Carnival, που γνώρισε αρνητική δημοσιότητα όταν μολύνθηκαν ομαδικά οι επιβαίνοντες σε κρουαζιερόπλοιό της.
Παράλληλα, έχει επενδύσει στους μεγάλους πετρελαϊκούς ομίλους της Ευρώπης Royal Dutch Shell, Total, Repsol, Equinor και Eni, των οποίων η χρηματιστηριακή αξία υποχώρησε τις τελευταίες εβδομάδες, ακολουθώντας την ελεύθερη πτώση των τιμών του «μαύρου χρυσού».
Επιπλέον, ηγήθηκε κοινοπραξίας που συμφώνησε να εξαγοράσει τη βρετανική ποδοσφαιρική ομάδα Newcastle United έναντι 300 εκατ. στερλινών.
Τελευταία επένδυσή του, τα 500 εκατ. δολάρια που δαπάνησε για την εξαγορά μεριδίου 5,7% στη χειμαζόμενη εταιρεία διοργάνωσης συναυλιών Live Nation, δίνοντας έτσι θεαματική ώθηση στη μετοχή της μόλις έγινε γνωστή η είδηση.
Ανάλογες είναι οι κινήσεις και του κρατικού επενδυτικού ταμείου του Αμπου Ντάμπι, του μεγαλύτερου στην περιοχή του Περσικού κόλπου, με κεφάλαια από 700 έως 800 δισ. δολάρια, που σπεύδει να εξαγοράσει μερίδια στους καίριους τομείς της τεχνολογίας του υγειονομικού κλάδου σε Αμερική και Ευρώπη, αλλά και στην Κίνα. Μιλώντας προ ημερών στους Financial Times, πηγή προσκείμενη στο ταμείο τόνισε πως η διοίκησή του «περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να επιστρατεύσει κεφάλαια μεγάλης κλίμακας», με πιθανές επενδύσεις στον στρατηγικό τομέα της τεχνολογίας Φαρμακολογίας και Ιατρικής. Σημειωτέον ότι τα επενδυτικά ταμεία Σαουδικής Αραβίας και Αμπου Ντάμπι είναι καίριοι επενδυτές στο Vision Fund της SoftBank, έχοντας επενδύσει 45 δισ. δολάρια και 15 δισ. δολάρια, αντιστοίχως.
Το Κατάρ
Όσον αφορά, άλλωστε, το εξίσου πλούσιο κρατικό επενδυτικό ταμείο του Κατάρ, με κεφάλαια 320 δισ. δολαρίων, έχει ήδη κάνει σημαντικές επενδύσεις στο πολυκατάστημα Harrods και στο κτίριο Shard του Λονδίνου και αναζητούσε περαιτέρω επενδύσεις στη Βόρεια Αμερική και στην Ασία.
Από τη στιγμή όμως που υποχώρησε η χρηματιστηριακή αξία κολοσσών, το ταμείο του Κατάρ έχει αποδυθεί σε μια εκστρατεία αναζήτησης επενδυτικών ευκαιριών. Σαφώς πιο συντηρητικό, το επενδυτικό ταμείο του Κουβέιτ είχε επενδύσει 3 δισ. δολάρια στη Citigroup στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και άντλησε κέρδη 1,1 δισ. δολαρίων όταν πούλησε το μερίδιό του μόλις ένα χρόνο αργότερα.
Η προειδοποίηση
Προειδοποιώντας όσα ξένα funds και ξένους επενδυτές εποφθαλμιούν τις γερμανικές επιχειρήσεις μετά τη μείωση της χρηματιστηριακής αξίας τους, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ υπογράμμισε: «Μην απατάσθε, είμαστε αποφασισμένοι να σταθούμε στο πλευρό των επιχειρήσεών μας».