Ένα “δώρο ανεκτίμητης αξίας”. Αυτό, σύμφωνα με την ηλεκτρονική έκδοση του Der Spiegel χάρισαν χθες οι ψηφοφόροι της Σαξονίας-Άνχαλτ στον πρόεδρο των Χριστιανοδημοκρατών και υποψήφιο καγκελάριο Άρμιν Λάσετ.
Με πληθυσμό λιγότερο από δύο εκατομμύρια, η Σαξονία-Άνχαλτ, δηλ. η περιοχή του Μαγδεμβούργου στην ανατολική Γερμανία, δεν συνηθίζεται να έχει ιδιαίτερο βάρος στις πανεθνικές πολιτικές εξελίξεις. Όμως η εντυπωσιακή νίκη της Χριστιανοδημοκρατίας στις χθεσινές εκλογές του κρατιδίου έρχονται να ανατρέψουν την πεποίθηση ότι οι ομοσπονδιακές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου πρόκειται να αποτελέσουν για τον Λάσετ δεινή δοκιμασία.
Υπενθυμίζεται ότι τον Μάρτιο στις αντίστοιχες εκλογές της Βάδης-Βυρτεμβέργης και της Ρηνανίας-Παλατινάτου η Χριστιανοδημοκρατία σημείωσε αρνητικό ιστορικό ρεκόρ, ενώ η μονομαχία ανάμεσα στον Λάσετ και τον Βαυαρό πρωθυπουργό (και πρόεδρο των Χριστιανοκοινωνιστών) Μάρκους Ζέντερ για το χρίσμα της ευρύτερης παράταξης για την καγκελαρία, άφησε πικρή γεύση σε στελέχη και οπαδούς.
Ήταν σε αυτό το τοπίο που έλαμψε το άστρο της συμπροέδρου και υποψήφιας καγκελαρίου των Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία φάνηκε ότι θα μπορούσε να διαδεχθεί το φθινόπωρο την Άγκελα Μέρκελ, εφόσον το κόμμα της φλέρταρε στις δημοσκοπήσεις με την πρώτη θέση.
Όμως κάθε εκτίμηση αποδείχθηκε παρακινδυνευμένη.
Οι εκλογές στα γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια επηρεάζονται βέβαια σε μεγάλο βαθμό από τοπικές ιδιαιτερότητες και οπωσδήποτε στα ανατολικά της χώρας οι πολιτικοί συσχετισμοί διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό από τους πανεθνικούς. Εξ ού και η απειλή για τη Χριστιανοδημοκρατία στην Σαξονία-Άνχαλτ δεν προερχόταν από τα αριστερά, αλλά από την ακροδεξιά “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD), η οποία προεκλογικά έμοιαζε έτοιμη να κατακτήσει την πρωτιά και ενδεχομένως να κυβερνήσει για πρώτη φορά ένα κρατίδιο.
Τα αποτελέσματα απέδειξαν ότι η απειλή δεν είχε βάση.
Ο Χριστιανοδημοκράτης τοπικός πρωθυπουργός Ράινερ Χάζελχοφ, στην εξουσία από το 2011, κατάφερε να οδηγήσει το κόμμα του από το 29,8% το 2016 στο 37,1%, ενώ η AfD προσγειώθηκε από το 24,3% στο (οπωσδήποτε ακόμη υψηλό) 20,8%. Ο πιθανολογούμενος διπλασιασμός του ποσοστού των Πρασίνων, σε ένα κρατίδιο στο οποίο έτσι και αλλιώς είχαν μικρή επιρροή, όπως και σε όλα τα ανατολικογερμανικά, τελικά μεταφράσθηκε σε οριακή ενίσχυση από το 5,2% στο 5,9%.
Στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, οι Σοσιαλδημοκράτες καθηλώθηκαν από το 10,6% στο 8,4% (για πρώτη φορά σε μονοψήφιο ποσοστό) και το κόμμα της Αριστεράς από το 16,3% στο 11%. Αξιοσημείωτη η είσοδος στην τοπική Βουλή των Φιλελευθέρων με 6,4% (από 4,9%), στο φόντο της γενικότερης ανόδου τους το τελευταίο διάστημα, εμφανέστερης στα δυτικά κρατίδια.
Ο Χάζελχοφ είναι ένας πολιτικός των συμβιβασμών – και σε αυτό μοιάζει αρκετά στον Λάσετ, τον οποίο πάντως δεν είχε προτιμήσει κατά την εσωκομματική αναμέτρηση. Παρόλα αυτά, ο υποψήφιος καγκελάριος των Χριστιανοδημοκρατών επέλεξε να έχει εμπλοκή στην προεκλογική μάχη της Σαξωνίας-Άνχαλτ, παίζοντας το προσωπικό του στοίχημα, το οποίο και απέδωσε.
Σημειώνεται ότι η φθορά των Πρασίνων και της Μπέρμποκ προσωπικά είχε αρχίσει πριν από τις εκλογές στη Σαξωνία-Άνχαλτ, καθώς η υποψήφια καγκελάριος βρέθηκε να ελέγχεται για ζητήματα διαφάνειας, έχοντας παραλείψει να δηλώσει εισοδήματα ύψους 25.000 ευρώ.
Κατά τον Κρίστιαν Μερτς, ανθυποψήφιο του Λάσετ για την προεδρία της Χριστιανοδημοκρατίας, “το τρένο της Μπέρμποκ έχει εκτροχιαστεί”.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι το τέλος της 16ετούς εποχής Μέρκελ το φθινόπωρο δεν είναι απαραίτητο να συμπέσει με ευρύτερες ανατροπές στον πολιτικό συσχετισμό, άρα και το ακολουθούμενο μοντέλο διαχείρισης.