To SIPRI ανανέωσε την Arms Transfer Database στις 15 Μαρτίου. Τα στοιχεία που προστέθηκαν δεν αλλάζουν τις τάσεις της παγκόσμιας αγοράς όπλων, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό.
Στις πωλήσεις κύριων οπλικών συστημάτων εξακολουθούν να προηγούνται οι ΗΠΑ, ακολουθούμενες από τη Ρωσία που βρίσκεται σε πτώση και από τη Γαλλία που βρίσκεται σε άνοδο. Η Κίνα ακολουθεί, κερδίζοντας μερίδια αγοράς στην Ασία και στην Υποσαχάρια Αφρική. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την παγκόσμια μεταφορά οπλικών συστημάτων την τελευταία πενταετία, 2016-2020 και οι συγκρίσεις γίνονται σε σχέση με την περίοδο 2011-2015.
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προηγούνται σταθερά καλύπτοντας τα τελευταία χρόνια το 37% των παγκόσμιων πωλήσεων, έναντι του 32% της περιόδου 2011-2015, με τις εξαγωγές τους να απευθύνονται σε 96 χώρες. Το 47% των εξαγωγών κατευθύνθηκε προς τη Μέση Ανατολή, με τη Σαουδική Αραβία να απορροφά το 24%. Ακολουθούν η Αυστραλία με 9,4% και η Νότια Κορέα με 6,7%, δείχνοντας μεταξύ άλλων και την αμερικανική προσήλωση στην οικοδόμηση ισχυρών συμμαχιών στον Ινδικό και Ειρηνικό Ωκεανό για την ανάσχεση της Κίνας. Αξιοσημείωτο επίσης, είναι και το γεγονός ότι τα ΗΑΕ που ήταν ο τρίτος σημαντικότερος πελάτης των ΗΠΑ, την προηγούμενη περίοδο, έχουν μετακινηθεί πιο χαμηλά.
Η Ρωσία, ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας, βρίσκεται σε διαρκή πτώση τα τελευταία χρόνια. Η Μόσχα καλύπτει το 20% των παγκόσμιων εξαγωγών κύριων οπλικών συστημάτων, σε σύγκριση με το 22% που κάλυπτε την προηγούμενη πενταετία. Η Ρωσία αύξησε τις εξαγωγές της προς την Κίνα, την Αλγερία και την Αίγυπτο τις περιόδους 2011-2015 και 2016—2020, αλλά αυτό δεν μπόρεσε να ισοσταθμήσει τις απώλειες που είχε από την απότομη μείωση των εξαγωγών στην Ινδία.
Η Κίνα είδε μικρή μείωση στις εξαγωγές της, στο 5,2% από το 5,6% της προηγούμενης πενταετίας. Το Πεκίνο κατέχει την 5η θέση στην κατάταξη των εξαγωγέων, με κυριότερους πελάτες το Πακιστάν (μέσα στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης και των δύο με την Ινδία), το Μπαγκλαντές και την Αλγερία. Η κινεζική προσπάθεια για διείσδυση στην αγορά της Μέσης Ανατολής, στην οποία απευθύνεται το 7% των εξαγωγών, παρέμεινε περιορισμένη.
Τόσο η Κίνα, όσο και η Ρωσία, κατάφεραν να διατηρήσουν τα ερείσματά τους στην Υποσαχάρια Αφρική, στην οποία οι εισαγωγές καλύπτονται κατά 30% από τη Ρωσία, 20% από την Κίνα και μόνο κατά 9,5% από τη Γαλλία και 5,4% από τις ΗΠΑ.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η Γαλλία κρατάει τα πρωτεία στην Ευρώπη. Μεταξύ της περιόδου 2011-2015 και 2016-2020, οι γαλλικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 44% και το μερίδιό της σε παγκόσμια κλίμακα έφτασε στο 8,2%. Οι κυριότερες χώρες που απορρόφησαν τις γαλλικές εξαγωγές είναι η Ινδία με 21% (κυρίως ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του 2016 για 36 Rafale), η Αίγυπτος με 20% και το Κατάρ με 18%. Το 48% των γαλλικών εξαγωγών καταλήγει στη Μέση Ανατολή και το 36% στην Ασία και στην Ωκεανία. Τα γαλλικά εξοπλιστικά συστήματα έχουν εξαχθεί σε 56 χώρες.
Η Γερμανία μεταξύ των δύο περιόδων, αύξησε τις εξαγωγές της κατά 21%, με το μερίδιό της σε παγκόσμια κλίμακα να φτάνει στο 5,5%. Η γερμανία εξάγει σε 55 χώρες, με σημαντικότερες τη Νότια Κορέα, την Αλγερία και την Αίγυπτο.
Η Ισπανία βρίσκεται στην 7η θέση της παγκόσμιας κατάταξης, ενώ η Ιταλία στη 10η. Οι ιταλικές εξαγωγές μειώθηκαν μεταξύ των δύο περιόδων κατά 22%, ενώ οι βασικοί προορισμοί είναι η Τουρκία με 18%, η Αίγυπτος με 17% και το Πακιστάν με 7,2%.
Με τα υπάρχοντα στοιχεία το Brexit δεν φαίνεται να επηρέασε την κατάσταση στη Βρετανία. Οι βρετανικές εξαγωγές σημείωσαν πτώση κατά 27% μεταξύ των δύο περιόδων, γεγονός που αποδίδεται στην πτώση των εξαγωγών προς τη Σαουδική Αραβία. Παρόλα αυτά, το Ριάντ παραμένει ο πρώτος εξαγωγικός προορισμός με 32% και ακολουθούν το Ομάν με 17% και οι ΗΠΑ με 14%.
ΟΙ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ
Η χώρα με τις περισσότερες εισαγωγές παραμένει η Σαουδική Αραβία, η οποία σημείωσε αύξηση των εισαγωγών κατά 61% μεταξύ των δύο περιόδων και το μερίδιό της έφτασε το 11% σε παγκόσμια κλίμακα. Το Ριάντ αγοράζει κυρίως από τις ΗΠΑ το 79% με αυξητική τάση, από τη Βρετανία το 9,3% με πτωτική τάση και από τη Γαλλία το 4% με σταθεροποιημένη τάση. Εκτός από τη Σαουδική Αραβία και ολόκληρη η Μέση Ανατολή αυξάνει τις εισαγωγές της σε οπλικά συστήματα, φτάνοντας το 25%. Το Κατάρ αύξησε κατά 361% τις εισαγωγές του, ενώ τα ΗΑΕ τις μείωσαν κατά 37%.
Η δεύτερη εισαγωγική χώρα είναι η Ινδία, παρά τη μείωση των εισαγωγών της κατά 33% μεταξύ των δύο περιόδων. Την ίδια πτωτική πορεία είχαν και οι εισαγωγές στο Πακιστάν που βρίσκεται στη δέκατη θέση στη σχετική κατάταξη. Η Ινδία αγοράζει από τη Ρωσία το 49% με πτωτική τάση, από τη Γαλλία το 18% με ανοδική τάση και από το Ισραήλ, ενώ και οι ΗΠΑ εξακολουθούν να εξάγουν, γεγονός που δείχνει την πρόθεση της ινδικής κυβέρνησης να διαφοροποιήσει τις πηγές των εισαγωγών οπλικών συστημάτων.
Η Αίγυπτος βρίσκεται στην τρίτη θέση, αγοράζοντας την περίοδο 2016-2020, το 41% από τη Ρωσία, το 28% από τη Γαλλία και το 8,7% από τις ΗΠΑ. Το Κάιρο έχει αυξήσει τις εισαγωγές του κατά 136%, γεγονός που αποδίδεται στην εμπλοκή του στις κρίσεις της Λιβύης και της Υεμένης, στις αποσταθεροποιητικές κινήσεις στο Σινά και στους ενεργειακούς ανταγωνισμούς στη Μεσόγειο.
Το Ισραήλ έχει αυξήσει τις εξαγωγές του μεταξύ 2011-2015 και 2016-2020 κατά 59% και το μερίδιό του σε παγκόσμια κλίμακα έφτασε στο 3%.
Η Τουρκία μείωσε τις εισαγωγές μεταξύ των περιόδων 2011-2015 και 2016-2020 κατά 59%. Αυτό οφείλεται και στην έξοδό της από το πρόγραμμα του F-35 το 2019, αλλά και στο ότι η πολεμική της βιομηχανία καλύπτει πολλές από τις ανάγκες της.
Συνολικά, τα επίπεδα των εξαγωγών οπλικών συστημάτων βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αυτή η άνοδος της αγοράς εξοπλισμών την τελευταία εικοσαετία είναι άγνωστο το πότε θα τελειώσει. Το ίδιο άγνωστος είναι και οι επηρεασμός της πανδημίας του COVID-19 στις εξαγωγές όπλων, αλλά είναι αναμενόμενος. Αυτό όμως δεν εμπόδισε κάποιες χώρες, να υπογράψουν μεγάλα συμβόλαια μέσα στο 2020, όταν η πανδημία βρίσκονταν στο αποκορύφωμά της. Πρόκειται για άλλη μία απόδειξη ότι τα προβλήματα ασφάλειας και οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, έχουν τη δική τους λογική.