Η πρωτοβουλία της Κίνας “Ζώνη και Δρόμος” (Belt and Road Initiative – BRI) με στόχο να δημιουργήσει έναν “νέο δρόμο του μεταξιού”, στην πραγματικότητα έχει οδηγήσει δεκάδες χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος να συσσωρεύσουν “κρυφά χρέη” προς το Πεκίνο ύψους 385 δισ. δολαρίων. Αυτό υποστηρίζει νέα έκθεση του εργαστηρίου έρευνας διεθνούς ανάπτυξης AidData, που έχει την έδρα του στο Virginia’s College of William & Mary.
Η έκθεση ανέλυσε συνολικά 13.427 αναπτυξιακά έργα που χρηματοδότησε η Κίνα, συνολικού ύψους 843 δισ. δολαρίων, σε 165 χώρες, σε χρονικό διάστημα 18 ετών, έως το τέλος του 2017, σύμφωνα με το CNBC.
Είναι γνωστό εξάλλου ότι η Κίνα τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει χρηματοδοτήσει αφειδώς έργα τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η πρωτοβουλία “Ζώνη και Δρόμος”, άλλωστε, αποτελεί την κορυφαία πρωτοβουλία εξωτερικής πολιτικής του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ· ξεκίνησε το 2013 με στόχο να επενδύσει σε σχεδόν 70 χώρες και διεθνείς οργανισμούς, βοηθώντας την Κίνα να κυριαρχήσει παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της διεθνούς ανάπτυξης.
Οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να αναπτύξουν ένα παρόμοιο σχέδιο στη Νότια Αμερική, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο ότι ξεκινά το πρόγραμμα “Παγκόσμια Πύλη” (Global Gateway), καθώς αμφότερες επιδιώκουν να υπονομεύσουν την τεράστια οικονομική και γεωπολιτική επιρροή της Κίνας στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Σύμφωνα με την έκθεση της AidData, η Κίνα επί του παρόντος ξοδεύει τουλάχιστον διπλάσια κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της διεθνούς ανάπτυξης από τις ΗΠΑ και άλλες μεγάλες οικονομικές δυνάμεις – δαπανώντας ετησίως περί τα 85 δισ. δολάρια.
Ωστόσο, η χρηματοδότηση αυτή, ως επί το πλείστον, έχει τη μορφή χρέους και όχι οικονομικής βοήθειας, με την ανισορροπία αυτή να έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια. Από την εποχή παρουσίασης της πρωτοβουλίας “Ζώνη και Δρόμος”, η Κίνα χορηγεί 31 δάνεια για κάθε 1 επιχορήγηση αναπτυξιακών έργων, όπως διαπιστώνει η έκθεση.
Οι συμφωνίες χρηματοδότησης, δε, χαρακτηρίζονται συνήθως από αδιαφάνεια, με την έλλειψη λεπτομερών πληροφοριών να έχει αυξήσει την επιφυλακτικότητα των επενδυτών τα τελευταία χρόνια σε ορισμένες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος χώρες, όπως η Ζάμπια.
Η Κίνα εν τω μεταξύ αρνείται, χρόνια τώρα, ότι ωθεί τις αναπτυσσόμενες χώρες σε “παγίδες χρέους”, οι οποίες -σύμφωνα με τους επικριτές της- θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο στο Πεκίνο να “βάλει στο χέρι” περιουσιακά στοιχεία ως εγγύηση για ανεξόφλητες οφειλές.
Άλλωστε, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η πρωτοβουλία “Ζώνη και Δρόμος” του Πεκίνου, εκφράζονται ανησυχίες για το ενδεχόμενο ο δανεισμός να είναι υψηλότερος από αυτόν που ανακοινώνουν επισήμως πολλές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Η AidData εκτιμά ότι συνολικά τα “υποτιμημένα” χρέη ανέρχονται στο ποσό των 385 δισ. δολαρίων.
Το CNBC επικοινώνησε με τις πρεσβείες της Κίνας στο Λονδίνο και στην Ουάσινγκτον προκειμένου να κάνουν ένα σχόλιο για την εν λόγω έκθεση της AidData.
“Κατά τη διάρκεια της εποχής προ της πρωτοβουλίας BRI, το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού δανεισμού της Κίνας κατευθυνόταν σε κράτη-δανειολήπτες (ήτοι σε φορείς των κεντρικών κυβερνήσεων)”, επισημαίνουν οι ερευνητές στην έκθεσή τους.
“Ωστόσο, στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε μια σημαντική στροφή: σχεδόν το 70% του εξωτερικού δανεισμού της Κίνας κατευθύνεται πλέον σε κρατικές εταιρείες, κρατικές τράπεζες, “οχήματα” ειδικού σκοπού, κοινοπραξίες και φορείς του ιδιωτικού τομέα”, προσθέτουν.
Αυτά τα χρέη, όπως επισημαίνει η έκθεση, συχνά δεν εμφανίζονται στους προϋπολογισμούς των κρατών, ωστόσο πολλά από τα εν λόγω δάνεια είναι εγγυημένα από τις κυβερνήσεις, γεγονός που θολώνει τα όρια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χρέους και εγείρει δημοσιονομικές προκλήσεις για τις εν λόγω χώρες. Αυτές οι εγγυήσεις, προσθέτει η έκθεση, μπορεί να είναι σαφείς, ή υπονοούμενες – στο πλαίσιο αυτό δημόσιες ή πολιτικές πιέσεις θα μπορούσαν να αναγκάσουν την εκάστοτε κυβέρνηση να διασώσει μια εταιρεία που βρίσκεται σε οικονομική δυσπραγία.
Οι ερευνητές διαπιστώνουν, επίσης, ότι τα χρέη αυτών των χωρών προς την Κίνα είναι σημαντικά υψηλότερα από ό,τι εκτιμούν διεθνή ερευνητικά ιδρύματα, οίκοι αξιολόγησης ή διακυβερνητικοί οργανισμοί. Η έκθεση, μάλιστα, ισχυρίζεται ότι 42 χώρες, σήμερα, έχουν δημόσιο χρέος προς την Κίνα που υπερβαίνει το 10% του ΑΕΠ τους.
“Αυτά τα χρέη ‘υποτιμώνται’ συστηματικά κατά την υποβολή τους στο Σύστημα Αναφοράς Οφειλών (DRS) της Παγκόσμιας Τράπεζας, διότι σε πολλές περιπτώσεις οι φορείς των κεντρικών κυβερνήσεων στις χώρες LMIC [χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος] δεν είναι οι βασικοί δανειολήπτες, υπεύθυνοι για την αποπληρωμή”, προσθέτει η έκθεση.
“Εκτιμούμε ότι κατά μέσο όρο οι κυβερνήσεις ‘υποτιμούν’ τις πραγματικές και δυνητικές υποχρεώσεις αποπληρωμής τους προς την Κίνα σε ποσοστό που ισοδυναμεί με το 5,8% του ΑΕΠ τους”, σημειώνουν οι ερευνητές.
Υπό αυτήν την παραδοχή, το ποσό που οφείλουν συνδυαστικά ανέρχεται σε περίπου 385 δισ. δολάρια, με την AidData υποστηρίζει ότι η διαχείριση αυτών των “κρυφών χρεών” έχει εξελιχθεί σε “μεγάλη πρόκληση” για πολλές από τις επηρεαζόμενες χώρες.
“Το πρόβλημα του ‘κρυμμένου χρέους’ είναι μικρότερο για τις κυβερνήσεις που γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί να εξυπηρετήσουν μη αποκαλυπτόμενα χρέη (με γνωστές ονομαστικές αξίες) προς την Κίνα, παρά για τις κυβερνήσεις που δεν γνωρίζουν τη ονομαστική αξία των χρεών τους προς την Κίνα τα οποία μπορεί ή όχι να χρειαστεί να εξυπηρετήσουν στο μέλλον”, καταλήγουν οι ερευνητές.