Η οφειλόμενη μεταρρύθμιση στο δημόσιο: να σηκώνουν το τηλέφωνο στον πολίτη

387

Του Νίκου Κασκαβέλη 

Να ξεκινήσω ζητώντας προκαταβολικά μία συγγνώμη προς αυτούς στους οποίους δεν απευθύνεται το παρόν άρθρο. Στους συνεπείς και ευσυνείδητους δημοσίους υπαλλήλους, που τιμούν τον όρκο και το καθήκον τους. Δεν είναι λίγοι και χάρη σε αυτούς λειτουργεί τελικά, με όλα της τα προβλήματα, η κρατική μηχανή. Δεν είναι όμως και όσο πολλοί θα θέλαμε ή πάντως δεν φαίνονται έτσι, λόγω του ότι οι άλλοι, αυτοί που έχουν καταλάβει κάπως “λάθος” τα πράγματα, αφήνουν δυνατό αποτύπωμα και οδυνηρή γεύση στην επαφή του πολίτη με το Δημόσιο.

Να πούμε πως απολαμβάνουμε κάθε παρέμβαση-μεταρρύθμιση που αφορά στην απλούστευση διαδικασιών, στην ηλεκτρονική εξυπηρέτηση και όλες τις ευκολίες που γίνονται εφικτές χάρη στην τεχνολογία, αλλά και την πολιτική βούληση και τις δημιουργικές ιδέες. Είναι ό,τι πιο χρήσιμο, ωφέλιμο και ουσιαστικό για την καθημερινότητά μας, με άμεση επίπτωση στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας. Πολύτιμος χρόνος κερδισμένος, καλύτερη ψυχολογία, ώθηση στην ευρύτερη οικονομία, αναβάθμιση του περιβάλλοντος με τον δραστικό περιορισμό αχρείαστων μετακινήσεων.

Οι παρεμβάσεις αυτές, που αφορούν ακριβώς στην καθημερινότητα του πολίτη, είναι οι κρίσιμες εκείνες που τελικά διαμορφώνουν την άποψη των πολιτών για την εκάστοτε Κυβέρνησή τους. Γιατί, ιδίως στα πρώτα χρόνια κάθε θητείας, τα φώτα πέφτουν στις “μεγάλες πρωτοβουλίες”: σημαντικά νομοσχέδια, κομβικές επενδύσεις, κεντρικές υποδομές. Όσο όμως περνάει ο καιρός, αυτά ξεθωριάζουν, θεωρούνται κάπως “αυτονόητα”. Το βάρος ολοένα και επιστρέφει στα συνήθη: καθημερινότητα, ταλαιπωρία, ποιότητα ζωής.

Αρκούν όμως οι μεγαλόπνοες αυτές παρεμβάσεις και η εισαγωγή της τεχνολογίας σε όλο και περισσότερες Υπηρεσίες, για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου; Την εύρυθμη λειτουργία των Υπηρεσιών αυτών, την ομαλή εξυπηρέτηση του πολίτη με την απρόσκοπτη ολοκλήρωση της δουλειάς του και τελικά την ικανοποίησή του; Την οικοδόμηση μιας πλήρους σχέσης εμπιστοσύνης πολίτη-κράτους; Η εμπειρία λέει πως όχι. Μεγάλο όφελος οι αλλαγές αυτές, αλλά οι περισσότερες τελούν υπό μία αίρεση: την ευσυνειδησία και τη συνέπεια του μεμονωμένου υπαλλήλου. Τη διάθεσή του να κάνει τη δουλειά του, όπως ο όρκος και ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας υπαγορεύουν, χωρίς εκπτώσεις και αστερίσκους.

Πάμε να δούμε τα βασικά. Η ίδια η έννοια της λέξης υπάλληλος, υποδεικνεύει τη λειτουργία που εκείνος επιτελεί. Ο “υπ-άλληλος” είναι εκείνος που βρίσκεται “υπό”, με την έννοια της υπηρεσίας, των άλλων. Ο υπάλληλος λοιπόν, ως κρατικός λειτουργός, έχει το καθήκον της υπηρεσίας των άλλων, των πολιτών που συγκροτούν την οργανωμένη πολιτεία. Το λέει ο ίδιος ο Κώδικας Υπαλλήλων πχ στο άρθρο 27 και αλλού: Οφείλει αφενός να αποδεικνύει πως είναι άξιος της κοινής εμπιστοσύνης και αφετέρου οφείλει να φέρεται με ευπρέπεια και να εξυπηρετεί τους διοικούμενους…Αυτονόητη υποχρέωση που πηγάζει από την ίδια τη “λαϊκή κυριαρχία” του Συντάγματος.

Πηγή όλων των εξουσιών, ο Λαός, ως άμεσο Όργανο του Κράτους. Στη συνέχεια, το Κράτος οργανώνει τις Υπηρεσίες του και ορίζει υπαλλήλους, στους οποίους κατανέμει κλάσμα της συνολικής κρατικής εξουσίας. Σε αυτούς εμπιστεύεται ένα μέρος της κρατικής εξουσίας, την οποία οφείλουν να ασκούν για τη “θεραπεία του δημοσίου συμφέροντος”. Δηλαδή για την εξυπηρέτηση του ρόλου που τους έχει ανατεθεί και για τη διευκόλυνση του κάθε πολίτη. Το κάθε πόστο, είτε ενός απλού υπαλλήλου, είτε ενός σημαντικού Προϊσταμένου ή Διευθυντή, δεν είναι “βιλαέτι” ή προνόμιο κανενός. Είναι ένα φυλάκιο δημοκρατίας, μία προέκταση του κρατικού χεριού, που αντλεί κάθε νομιμοποίηση και “εξουσία” από το Λαό, δηλαδή τον Πολίτη, στο όνομα και για χάρη του οποίου υπάρχει.

Δεν θα αναφερθώ σε άλλου τύπου αυθαιρεσίες, δύστροπες συμπεριφορές ή παράλογες απαιτήσεις που έχουν διαχρονικά γίνει και αντικείμενο σάτιρας, θα εστιάσω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, που λόγω και συγκυρίας, έχει αγγίξει πλήθος πολιτών. Με αφορμή και την πανδημία, ισχύει ειδικό καθεστώς στο Δημόσιο. Στις περισσότερες Υπηρεσίες, για σειρά μηνών, είτε η πρόσβαση των πολιτών είναι αδύνατη, είτε πραγματοποιείται με ραντεβού, είτε ηλεκτρονικά. Ευχής έργον ότι δόθηκαν και οι τελευταίες δυνατότητες. Ιδίως λοιπόν στην εποχή αυτή, κι ενώ οι υποχρεώσεις και οι ανάγκες ουδόλως μειώθηκαν, η ανάγκη για δυνατότητα πρόσβασης (με κάποιο τρόπο) στον αρμόδιο υπάλληλο, είναι επιβεβλημένη.

Μια συνήθεια λοιπόν που αντανακλά όλα ακριβώς τα λανθασμένα πρότυπα που αναφέραμε ανωτέρω, αρκεί για να μας προσγειώσει απότομα και να δείξει το δρόμο που έχουμε να διανύσουμε. Αναφερόμαστε στη δυσκολία, σε κάποιες περιπτώσεις στη βεβαιότητα της αδυναμίας εύρεσης του αρμοδίου χειριστή της υπόθεσής μας. Η αυθαίρετη και τελεσίδική απόφασή του, να μη σηκώνει το τηλέφωνο! Πόσοι αλήθεια δεν ταυτίζονται με την αίσθηση θυμού και απογοήτευσης, μετά από κοπιώδεις προσπάθειες εντοπισμού του “αρμοδίου”, όταν αγωνιάς για μία απάντηση, για του πού επιτέλους βρίσκεται το θέμα σου, πότε θα τελειώσει και την αδυναμία σου να εντοπίσεις ποιος και πού είναι; Πότε θα αξιωθεί να σου δώσει το “κλειδί” που λύνει τις αλυσίδες σου; Ιδίως όπου μιλάμε για παροχές του Κράτους, όπως Ταμεία, φορείς ααφάλισης κλπ.

Δεκάδες τηλεφωνήματα, αναπάντητα email, μήπως και κάποιος επιτέλους “το σηκώσει”. Το πιο πιθανό να σου πει “λείπει ο αρμόδιος”. Σπάνια, να πέσεις στους λίγους εκείνους ευσυνείδητους που θα σε εξυπηρετήσουν με ευγένεια και τελικά αυταπάρνηση. Που θα πάρουν εκείνοι το βάρος της αδράνειας του συνεδέλφου τους και θα κάνουν τη δική του δουλειά. Γιατί υπάρχει και αυτό. Η άρνηση του όποιου υπαλλήλου να κάνει τη δουλειά του σωστά, εκτός από την επιβάρυνση του πολίτη, καταλήγει και στην επιβάρυνση του ευσυνείδητου συναδέλφου του που στο τέλος αναρωτιέται ολοένα και πιο επίμονα αν έκανε σωστά που εκείνος το σήκωσε…

Είναι μία αλυσίδα και ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, στο οποίο όλοι πρέπει να κάνουν σωστά τη δουλειά τους, αλλιώς όλοι χάνουν. Λόγοι δικαιολογητικοί, για τις δύσκολες συνθήκες εργασίας κλπ, φυσικά και υπάρχουν. Υπάρχουν όμως και λύσεις. Άλλωστε την απαιτητική αυτή εργασία δεν την απένειμε τυχαία το κράτος, δεν υποχρέωσε κάποιον. Εκείνος την επέλεξε και συχνά κοπίασε σκληρά για να την αποκτήσει. Έχει λοιπόν την υποχρέωση, όπως πολλοί κάνουν, να την διεκπεραιώνει ευσυνείδητα. Υπάρχουν διεθνώς καλές πρακτικές διοίκησης-εξυπηρέτησης και μηχανισμοί ελέγχου. Από πιο “σοφιστικέ”, έως πιο παραδοσιακά, όπως πχ να τηλεφωνούν οι προϊστάμενοι σποραδικά και όποιος δεν απαντά συστηματικά να ελέγχεται. Είναι αδιανόητη η αντίληψη ορισμένων, πως το όποιο πόστο τους συνιστά κάποιου είδους “τσιφλίκι”, που νέμεται όπως κρίνει ή πως δήθεν είναι στη διακριτική του ευχέρεια ο τρόπος και ο χρόνος της εξυπηρέτησης του πολίτη που προστρέχει σε εκείνον, με βάση κατοχυρωμένο δικαίωμα. Δεν είναι. Κι αυτό πρέπει να καθίσταται σαφές.

Η έννοια της προσωπικής ευθύνης δεν είναι κάτι αφηρημένο, ούτε αφορά μόνο τους πολίτες μιας κοινωνίας. Αφορά πρωτίστως και το κάθε μεμονωμένο “γρανάζι” της κρατικής μηχανής. Για να λειτουργεί αποτελεσματικά αυτή, πρέπει κάθε της μέλος να επιτελεί το ρόλο του. Το άρθρο 120 του Συντάγματος που επαφίεται στον “πατριωτισμό των Ελλήνων, δεν αναφέρεται μόνο στις ακραίες περιστάσεις κατάλυσης του πολιτεύματος ή σε ηρωικές μάχες στα σύνορα. Μιλά και για τις χιλιάδες καθημερινές μάχες, τις μικρές υπερβάσεις που χρειάζεται να κάνουν χιλιάδες λειτουργοί, προκειμένου να τιμήσουν τον όρκο τους και να προχωρήσει λίγο μόνο το συλλογικό μας καράβι. Όσο περισσότεροι το κατανοούν, τόσο καλύτερη θα γίνεται η ζωή μας.

* Ο κ. Νίκος Κασκαβέλης είναι Δικηγόρος (ΜΔΕ, ΜSc)

ΠΗΓΗ: capital.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας