Προϊόν του Ψυχρού Πολέμου, η ομάδα των επτά ισχυρότερων βιομηχανικών κρατών της Δύσης, το G7, έμοιαζε περισσότερο με G1+6: ο εκάστοτε Αμερικανός πρόεδρος είχε τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στις συνόδους κορυφής, χάρη στον ηγεμονικό ρόλο της χώρας του ανάμεσα στους συμμάχους της. Τον ρόλο του μοναδικού πρωταγωνιστή διατήρησε και ο Ντόναλντ Τραμπ στην περυσινή σύνοδο του Κεμπέκ, αν και με αρνητικό τρόπο. Γνωστός για την παθολογική αλλεργία του σε κάθε μορφή πολυμερούς συνεργασίας, ο Αμερικανός πρόεδρος τίναξε στον αέρα τη συνάντηση, εμποδίζοντας την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος και αποχωρώντας επιδεικτικά από το τραπέζι των συνομιλιών πριν από τη λήξη τους.
Στο φως των παλαιότερων και των πρόσφατων εμπειριών, η σύνοδος της περασμένης εβδομάδας στην Μπιαρίτζ αποτέλεσε έκπληξη. Ο οικοδεσπότης της συνόδου, Εμανουέλ Μακρόν, έκλεψε την παράσταση, αφού προηγουμένως είχε καταφέρει να εξημερώσει, έστω και για ένα τριήμερο, έναν απομονωμένο από τους συμμάχους του Τραμπ, φροντίζοντας να μην ερεθίσει το υπερτροφικό εγώ του. Εχοντας εργαστεί μεθοδικά, επί μήνες, για την προετοιμασία της συνόδου, ο Γάλλος πρόεδρος ανέλαβε ριψοκίνδυνες πρωτοβουλίες, οι οποίες, τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο, τον δικαίωσαν.
Η πρώτη από αυτές ήταν η απόφασή του να θέσει επί τάπητος την αντιμετώπιση της τεράστιας οικολογικής καταστροφής στην Αμαζονία. Ποντάροντας στην αυξημένη ευαισθησία της διεθνούς κοινής γνώμης για τα περιβαλλοντικά θέματα, ο Μακρόν εμφανίστηκε ως εμπροσθοφυλακή στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, απειλώντας τον πρόεδρο της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρο, ότι θα ακυρώσει την αμφιλεγόμενη συμφωνία ελευθέρου εμπορίου της Ε.Ε. με χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Εκτός προγράμματος ήταν και η δεύτερη πρωτοβουλία του, που προκάλεσε έκπληξη διεθνώς. Προσκάλεσε στην Μπιαρίτζ τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών, Τζαβάντ Ζαρίφ –στη μαύρη λίστα των κυρώσεων που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ– με στόχο την αποκλιμάκωση των επικίνδυνων εντάσεων στον Κόλπο. Διαψεύδοντας τους φόβους πολλών, ο Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο δεν εξερράγη εναντίον του Μακρόν, αλλά εμφανίστηκε πρόθυμος να συναντηθεί με τον Ιρανό πρόεδρο, Χασάν Ροχανί, και διαβεβαίωσε ότι δεν επιθυμεί αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη. Στη συγκομιδή του Γάλλου προέδρου ήρθε να προστεθεί η συμβιβαστική συμφωνία με τον Τραμπ για τη φορολόγηση των αμερικανικών μεγαθηρίων του Διαδικτύου στην Ευρώπη.
Το τι πρακτικό αντίκρισμα θα έχουν όλα αυτά παραμένει συζητήσιμο. Τα 20 εκατ. ευρώ που αποφάσισαν να διαθέσουν οι Επτά για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών στην Αμαζονία προφανώς είναι ποσό ασήμαντο για τη Βραζιλία και τις άλλες χώρες που πλήττονται από την καταστροφή – μόνον ο Λεονάρντο ντι Κάπριο διέθεσε 5 εκατ. δολάρια. Η επαναπροσέγγιση ΗΠΑ – Ιράν είναι άκρως αμφίβολη, καθώς οι ΗΠΑ επιμένουν να υποχωρήσει η Τεχεράνη και στο πυραυλικό της πρόγραμμα, ενώ οι Ιρανοί δεν δέχονται κανένα διάλογο εάν δεν αρθούν οι κυρώσεις. Ούτε ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας, βασικός παράγοντας διεθνούς ανησυχίας, καθώς τα σύννεφα της επόμενης ύφεσης συσσωρεύονται πάνω από την παγκόσμια οικονομία, υποχώρησε στο ελάχιστο.
Γεγονός παραμένει ότι η σύνοδος της Μπιαρίτζ ανέβασε το κύρος του Μακρόν, τόσο στο εσωτερικό της Γαλλίας, όπου η ζημία που του προκάλεσαν τα «Κίτρινα Γιλέκα» είναι ακόμη αισθητή, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η Deutsche Welle τον αναγόρευσε στη «νέα ηγετική φυσιογνωμία της Ευρώπης». Με την Αγκελα Μέρκελ να οδεύει προς την έξοδό της από την πολιτική σκηνή και τη Βρετανία απορροφημένη από το Brexit, ο δρόμος για τον Γάλλο πρόεδρο είναι ανοιχτός. Ο ίδιος φαίνεται ότι αδημονεί να αδράξει την ευκαιρία.
Την περασμένη Τρίτη, μία ημέρα μετά την επικοινωνιακή επιτυχία του στην Μπιαρίτζ, ο Μακρόν εκφώνησε την πιο σημαντική, μέχρι σήμερα, ομιλία του για τη γαλλική εξωτερική πολιτική, στην ετήσια διάσκεψη των Γάλλων πρεσβευτών. Σκιαγράφησε μια νέα «στρατηγική της τόλμης», κάνοντας λόγο για μετάβαση της Γαλλίας «από τον πόλεμο των χαρακωμάτων, στον πόλεμο κινήσεων». Λίγες ημέρες νωρίτερα, είχε καυτηριάσει τις αντιστάσεις που προβάλλει στην πολιτική του το «βαθύ κράτος». Ο συνδυασμός όρων που προέρχονται από το λεξιλόγιο του Ιταλού μαρξιστή Αντόνιο Γκράμσι και του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ξενίζει, αλλά μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τη σημειολογία είχε το πολιτικό περιεχόμενο της ομιλίας του.
Το κεντρικό σημείο της ήταν το θεαματικό άνοιγμα προς τη Ρωσία. Ο Γάλλος πρόεδρος εκτίμησε πως η Ευρώπη κινδυνεύει να περιθωριοποιηθεί από έναν νέο διπολισμό μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας και ότι δεν έχει κανένα συμφέρον να αφήσει τη Μόσχα να στραφεί προς μια μεγάλη ευρασιατική συμμαχία με το Πεκίνο. Ο ίδιος είχε προλειάνει το έδαφος για την «Οστ Πολιτίκ» του λίγες ημέρες νωρίτερα, όταν υποδέχθηκε στη θερινή προεδρική κατοικία της Μπρεγκανσόν τον Βλαντιμίρ Πούτιν, με λυρικές αναφορές στον Ντοστογέφσκι, στον Τουργκένιεφ και στον Στραβίνσκι, εκθειάζοντας τη Ρωσία ως «μεγάλη δύναμη του Διαφωτισμού». Μάλιστα, διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι ο Μακρόν βολιδοσκόπησε Ευρωπαίους ηγέτες για το ενδεχόμενο να επανέλθει, τώρα ή μελλοντικά, η Ρωσία στο G7 –κάτι που πρότεινε και ο Τραμπ– αλλά συνάντησε αντιδράσεις, κυρίως από χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
Ισορροπιστής σε έναν αβέβαιο κόσμο
Ο Μακρόν μοιάζει να αναβιώνει τις προσφιλείς από την εποχή του Ντε Γκωλ γαλλικές φιλοδοξίες για μια ανεξάρτητη Ευρώπη με μεγαλύτερο ρεαλισμό, χωρίς εκρήξεις εθνικού μεγαλείου. Στην ομιλία του περιέγραψε τον νέο ρόλο της Γαλλίας ως «δύναμης ισορροπίας» σε έναν επικίνδυνα αβέβαιο κόσμο. Το άνοιγμα προς τη Ρωσία αποτελεί κεντρικό στοιχείο αυτής της φιλοσοφίας. Κομβικής σημασίας πρόβλημα είναι η διευθέτηση της κρίσης στην ανατολική Ουκρανία, κάτι που θα επιτρέψει την άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας (η προσάρτηση της Κριμαίας αποτελεί, ανομολόγητα, τετελεσμένο γεγονός για τους δυτικούς). Μετά την εκλογή του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην Ουκρανία, έγιναν κάποια βήματα αποκλιμάκωσης της σύγκρουσης. Παρασκηνιακά, από ό,τι μαθαίνουμε, διεξάγονται βολιδοσκοπήσεις για ένα καθεστώς αυτονομίας του Ντονμπάς, που θα επιτρέπει στους ρωσόφωνους να έχουν τη δική τους αστυνομία και προνομιακές οικονομικές σχέσεις με τη γειτονική Ρωσία. Αλλά ο δρόμος είναι μακρύς.