Η νέα ταινία του Κεν Λόουτς αποτίει φόρο τιμής στην συντροφικότητα και στο όραμα.

1923
λόουτς

Το «Αναζητώντας τον  Ερίκ» του αγαπημένου μας σκηνοθέτη Κεν Λόουτς είναι μία ταινία ευχάριστη, τρυφερή, συγκινητική, που μας ανυψώνει, αφού «της γης οι κολασμένοι», όταν βασίζονται σε φίλους-συντρόφους και όταν έχουν όραμα, επιβιώνουν των δυσχερειών. Ο ήρωας, ένας πενηνταπεντάχρονος φτωχός ταχυδρόμος, βρίσκεται στα όρια της κατάθλιψης έχοντας πολλά οικογενειακά προβλήματα και κυρίως ασίγαστο έρωτα για την πρώτη του γυναίκα, που την είχε εγκαταλείψει και πρέπει να την δει, μετά από τριάντα χρόνια. Συμπαραστάτες του όμως στις δυσκολίες του έχει την παρέα του από τα νεανικά του χρόνια και τον ήρωά τους, τον θρύλο των γηπέδων, Ερίκ Καντονά.  Αυτός, στις ονειρικές συνομιλίες τους, με τους αφορισμούς του για τα ερωτικά κυρίως θέματα, τον ενισχύει στο να ρισκάρει, να πάρει αποφάσεις για την αισθηματική του ζωή και να προστατέψει τα παιδιά του από το εγκληματικό περιβάλλον.

Ο πολιτικός σκηνοθέτης μπολιάζει κι αυτό του το έργο με την πολιτική του οπτική. Επιλέγει κι εδώ λαϊκούς ήρωες με καθημερινή, πραγματική σωματική εμφάνιση, που μπορείς να τους συναντήσεις γύρω σου. Δίνει βάρος στην συντροφικότητα που αναδύεται και στις δύσκολες στιγμές και στις χαλαρότερες και κυρίως στο ξεκαρδιστικό επεισόδιο του αγώνα των φίλων κατά των εγκληματιών. Διαλέγει το ποδόσφαιρο ως το πιο λαϊκό και δημοφιλές άθλημα , που ενώνει την παρέα και είναι η διασκέδαση, όπου μπορούν να φωνάξουν, να τραγουδήσουν και να κλάψουν όλοι μαζί, όπως λέει ο πρωταγωνιστής. Και φυσικά μεγάλο βάρος αποδίδει στον Καντονά, τον ίνδαλμα των νεανικών χρόνων του συνονόματού του Έρικ, που εκτός από συμβουλές, σαλπίζει με την σάλπιγγά του το “Allons, enfants “, για να του δείξει την αξία του αγώνα.

Ο ίδιος ο Καντονά, που υποδύεται τον εαυτό του, είναι υποκριτική έκπληξη και προσφέρει στους φιλάθλους θεατές μερικά αυθεντικά στιγμιότυπα των καλύτερων γκολ του στα γήπεδα. Αλλά φυσικά και οι Άγγλοι ηθοποιοί υποδύονται πειστικότατα τους ρόλους τους, ειδικά ο Στηβ Έβετς με την διστακτικότητα, την αιδημοσύνη, την σεμνότητά του, την κρυφή αγάπη για την γυναίκα του, που ανθίζει, όσο προχωρά το φιλμ, και τις εκφράσεις θαυμασμού  και ισότιμης τελικά επικοινωνίας με το είδωλό του.

Είναι παράξενο πως, ενώ το φιλμ προβλήθηκε στις Κάνες το 2009, δεν βρήκε διανομείς στην Ελλάδα, παρόλο που παρουσιάζει μία όμορφη ιστορία, που μας αφήνει με ένα χαμόγελο, όταν τελειώνει και περηφάνια για τους αγωνιστές λαϊκούς ανθρώπους, που στο τέλος νικούν.

 

Μυρσίνη Αθανασιάδου, εκπαιδευτικός.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας