Η δολοφονία του Ιρανού πυρηνικού επιστήμονα κινδυνεύει να προκαλέσει γενικευμένη ανάφλεξη

1090
δολοφονία του Ιρανού πυρηνικού επιστήμονα

Ιρανοί πυρηνικοί επιστήμονες οι οποίοι να έχουν πέσει θύματα δολοφονικής επίθεσης μέσα στην ίδια τους τη χώρα υπήρξαν την τελευταία δεκαετία ουκ ολίγοι. Ο Ματζέντ Σαχριαρί στις 29 Νοεμβρίου 2010, ο Μασούντ Αλί Μοχαμαντί στις 12 Ιανουαρίου 2011, ο Νταριούς Ρεζαεϊ Νετζάντ στις 23 Ιουλίου 2011 και ο Μοσταφά Αχμαντί Ροσάν στις 11 Ιανουαρίου 2012. Σε αυτούς ήρθε να προστεθεί χθες Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2020 ο Δρ. Μοχσέν Φαχριζαντέ, ο οποίος έχασε τη ζωή του οδηγώντας στα ανατολικά περίχωρα της Τεχεράνης σε μια ιδιαίτερα περίπλοκη επιχείρηση, καθώς έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου του έκλεισε τον δρόμο, προτού ομάδα ενόπλων αρχίσει να τον πυροβολεί από δύο μεριές.

Ο Φαχριζαντέ δεν ήταν ο πρώτος τυχών. Θεωρείται ο αρχιτέκτονας του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν – αυτού το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο της διεθνούς συμφωνίας του 2015. Είχε μάλιστα κατονομασθεί δημοσίως από τον ισραηλινό πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος σε συνέντευξη τύπου τον Απρίλιο δήλωσε “θυμηθείτε αυτό το όνομα: Φαχριζαντέ”. Παρουσίαζε τότε ο Νετανιάχου έναν όγκο εγγράφων που είχαν περιέλθει στην κατοχή του Ισραήλ και εμφάνιζαν μεταξύ άλλων τον Ιρανό επιστήμονα να δηλώνει ότι το (στρατιωτικό πυρηνικό) “Πρόγραμμα Αχμάντ” συνεχιζόταν και μετά τον επίσημο τερματισμό του το 2003.

Οι αρχές του Ιράν δεν άργησαν να αποδώσουν στο εβραϊκό κράτος την ευθύνη για τη δολοφονία του Φαχριζαντέ. Με επιστολή που επιδόθηξε αυθημερόν στον Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες και περιήλθε στην κατοχή του πρακτορείου Ρόιτερς, η Ισλαμική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι υπάρχουν “ισχυρές ενδείξεις” πως το Ισραήλ ήταν “υπεύθυνο” για τη δολοφονία Ιρανού επιστήμονα και τονίζει πως επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να αμυνθεί. Απευθύνει μάλιστα “προειδοποίηση εναντίον τυχοδιωκτικών μέτρων από μέρους των ΗΠΑ και του Ισραήλ, ειδικά την εναπομείνασα περίοδο της σημερινής κυβέρνησης των ΗΠΑ στην εξουσία”.

Η αναφορά αυτή δεν είναι κενή περιεχομένου. Το τελευταίο διάστημα οι δυνάμεις του Ιράν και των περιφερειακών συμμάχων του βρίσκονται σε ύψιστη επιφυλακή, καθώς διάχυτη είναι η πεποίθηση ότι μέχρι την αναχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου ενδέχεται να υπάρξουν εκρηκτικές εξελίξεις στην περιοχή.

Η συμφωνία του 2015 υπήρξε (παρά τις αντιστάσεις που προέβαλλαν ο Νετανιάχου και η Σαουδική Αραβία) η κορωνίδα της διπλωματίας της κυβέρνησης Ομπάμα και των Ευρωπαίων συμμάχων της – και η απόσυρση των ΗΠΑ από αυτή, χάριν μιας πολιτικής “μέγιστης πίεσης” προς το Ιράν, αποτέλεσε την σημαντικότερη πράξη του Ντόναλντ Τραμπ στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Η πιθανότητα μιας επιστροφής της κυβέρνησης Μπάιντεν στις προγβλέψεις της συμφωνίας αυτής ανησυχεί πολλούς.

Εκτιμάται μάλιστα ότι (ανταποδίδοντας τις αντιρωσικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν επί των τελευταίων εβδομάδων της κυβέρνησης Ομπάμα, βραχυκλώνοντας τα όποια ανοίγματα προς Ρωσία είχε ο ίδιος κατά νου) ο Τραμπ επιθυμεί να προκαλέσει, όσο παραμένει στην εξουσία, τετελεσμένα ως προς το Ιράν που θα ακυρώνουν τις προθέσεις του διαδόχου του.

Ήδη στις 16 Νοεμβρίου οι Τάιμς της Νέας Υόρκης δημοσίευσαν την πληροφορία ότι σε σύσκεψη με τους κυριότερους συνεργάτες του ο Τραμπ πρότεινε τον βομβαρδισμό των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, ωστόσο τον απέτρεψαν ο αντιπρόεδρος Πενς, ο υπουργός Εξωτερικών Πομπέο, ο εκτελών χρέη υπουργού Άμυνας Μίλερ και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου στρατηγός Μίλι, με το επιχείρημα ότι θα επακολουθούσε γενικευμένη σύρραξη στην περιοχή.

Οι περιφερειακοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον δεν διακατέχονται όμως από τέτοιες αναστολές. Μοιάζουν όμως σαν να θέλουν να εξωθήσουν το Ιράν να κάνει αυτό το πρώτο βήμα της σύγκρουσης. Η δημοσιοποίηση από ισραηλινές πηγές της πληροφορίας ότι στην πρόσφατη συνάντηση του Μάικλ Πομπέο με τον Σαουδάραβα διάδοχο στην πόλη Νέομ συμμετείχαν μυστικά ο Νετανιάχου και ο αρχηγός των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών έδωσε την εντύπωση οιονεί “πολεμικού συμβουλίου”. Ομοίως, οι πληροφορίες ότι οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις διατάχθηκαν να τεθούν σε ετοιμότητα για το ενδεχόμενο ενός αμερικανικού πλήγματος κατά του Ιράν.

Ενέργειες όπως η δολοφονία του Φαχριζαντέ, των οποίων η πατρότητα δεν μπορεί να αποδειχθεί, δημιουργούν ακριβώς ένα κλίμα ακήρυχτου πολέμου. Αν πάντως κάποιον πλήττουν αυτό δεν είναι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, παρά η προοπτική αναθέρμανσης της διπλωματίας.

Το Ιράν τίθεται έτσι ενώπιον του διλήμματος να μην αφήσει αναπάντητο το πλήγμα, αλλά και να μην προχωρήσει σε μία κλιμάκωση σε χρόνο και με τρόπο που επιθυμούν οι αντίπαλοί του. Χαρακτηριστικός άλλωστε ήταν ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε να απαντήσει στην δολοφονία του στρατηγού των Φρουρών της Επανάστασης Κάσεμ Σολεϊμανί τον Ιανουάριο, βομβαρδίζοντας (πλην έπειτα από υπόγειες ειδοποιήσεις) αμερικανικές εγκαταστάσεις στο Ιράκ, αλλά πολύ πιο χαρακτηριστική επίσης ήταν η επιλογή των ΗΠΑ να τερματίσουν στο σημείο εκείνο την ανταλλαγή πληγμάτων.

Σημειώνεται ότι την κατάσταση περιπλέκει περαιτέρω η εσωτερική πολιτική δυναμική του Ισραήλ και του Ιράν. Ο Νετανιάχου βρίσκεται υπό πίεση, διαπιστώνοντας πέρα από τις δικαστικές του περιπέτειες με την κατηγορία σκανδάλων, ότι ο μεγάλος του αντίπαλος Μπένι Γκαντς με τον οποίο υποχρεώθηκε να συγκυβερνήσει απλώνει ολοένα και περισσότερο την επιρροή του στον στρατό. Στη δε Ισλαμική Δημοκρατία τα βλέμματα στρέφονται (μετά την ήττα των μεταρρυθμιστών κατά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές) στις προεδρικές εκλογές του 2021 όπου ο μετριοπαθής νυν πρόεδρος Χασάν Ροχανί αναμένεται να παραδώσει την εξουσία στον όποιο εκλεκτό του ανώτατου ηγέτη αγιατολλάχ Χαμενεϊ, παλαιόθεν πολέμιου της συμφωνίας του 2015. Λέγεται μάλιστα ότι το “δαχτυλίδι” έχει παραλάβει ο στρατηγός των Φρουρών της Επανάστασης Χοσεϊν Ντεγάν (ο “ανάδοχος” της οργάνωσης Χεζχμπολλάχ του Λιβάνου), ο οποίος πρόσφατα προεδοποίησε ότι κάθε επιθετική ενέργεια κατά τις τελευταίες ημέρες της κυβέρνησης Τραμπ θα οδηγήσει σε γενικευμένο πόλεμο στην περιοχή.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας