“Δυσάρεστη έκπληξη” λοιπόν που ο (και “μακεδονομάχος”) Μίκης Θεοδωράκης συγχρωτίζεται πια ανοικτά με τους απολογητές του ρατσισμού, του αντισημιτισμού, του αντικομμουνισμού και της πιο εφιαλτικής “εθνικής καθαρότητας”; Δυσάρεστη, σίγουρα. Έκπληξη όμως όχι. Και αν το πρόβλημα ήταν μόνον ο Μίκης, μικρό το κακό. Όμως, επειδή ακριβώς δεν είναι μόνον αυτός αλλά και πάρα πολλοί άλλοι, το πρόβλημα είναι τεράστιο και ο κίνδυνος άμεσος. Ώρα λοιπόν να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους…
• Αλήθεια πρώτη: Η ελληνική αριστερά, ή έστω ένα μεγάλο μέρος της καθώς υπάρχουν -ευτυχώς- και οι εξαιρέσεις που σώζουν την τιμή των Ελλήνων αριστερών, πάσχει από παθολογικό σωβινισμό που αγγίζει -και μερικές φορές ξεπερνάει- τα όρια του ρατσισμού. Από πότε; Μα, σίγουρα από πολύ παλιά, εδώ και τουλάχιστον αρκετές δεκαετίες.
• Αλήθεια δεύτερη: Αυτό τον παραδοσιακό σωβινισμό της, που η ίδια τον αποκαλεί “πατριωτισμό”, η ελληνική αριστερά όχι μόνο δεν τον κρύβει αλλά και είναι υπερήφανη για αυτόν, παρουσιάζοντάς τον περίπου ως ύψιστη πολιτική αρετή που δεν επιδέχεται καμιάς απολύτως κριτικής.
• Αλήθεια τρίτη: Η κριτική αυτού του σωβινισμού της κρίνεται σχεδόν αδιανόητη ακριβώς επειδή ασκείται στο όνομα δυο κοινά αποδεκτών ελληνικών ταμπού: της “εθνικής ομοψυχίας” και “εθνικής ενότητας” που απαιτούν τα περίφημα “εθνικά ζητήματα” ή “εθνικές υποθέσεις”.
• Αλήθεια τέταρτη: Η αποδοχή αυτών των δυο ταμπού από μέρους της ελληνικής αριστεράς είναι λογική συνέπεια του γεγονότος ότι αυτή αντιμετωπίζει παραδοσιακά την ελληνική κοινωνία (την “Ελλάδα” όπως την αποκαλεί) ως ενιαίο σύνολο στο οποίο οι ταξικές και άλλες διαφοροποιήσεις είναι δευτερεύουσας σημασίας καθώς υποχωρούν μπροστά στο “εθνικό συμφέρον”. Με άλλα λόγια, η ταξική πάλη πάει περίπατο…
• Αλήθεια πέμπτη: Με δεδομένο ότι αυτή η “εθνική ενότητα” συνιστά ζωτική ανάγκη αλλά και ιδεολογική “σημαία” της αστικής κυριαρχίας (και εδώ και αλλού, και τώρα και πάντοτε), η αποδοχή της από μέρους της ελληνικής αριστεράς συνοδεύεται αναπόφευκτα και από την αποδοχή και υιοθέτηση από αυτή την αριστερά των περισσότερων -αν όχι όλων- των σκοταδιστικών και αντιδραστικών ιδεολογημάτων στο όνομα των οποίων η “εθνική ενότητα” επιβάλλεται στον πληθυσμό και γίνεται πράξη: της υπεροχής της ορθοδοξίας και του (ελληνικού) έθνους, της “φυλετικής καθαρότητάς”του, της άρνησης της διαφορετικότητας (και του δικαιώματος στη διαφορετικότητα), της απαξίωσης των άλλων και του άλλου καθώς το ελληνικό Έθνος είναι το “περιούσιο” και “ανάδελφο” έθνος,μόνιμα περικυκλωμένο και απειλούμενο από κάθε λογής “εχθρούς” και “συνομωσίες” που το επιβουλεύονται, κλπ.κλπ.
• Αλήθεια έκτη: Ενώ αποδέχεται και υιοθετεί αυτή την αστικής έμπνευσης “αστυνομική αντίληψη” της (ελληνικής) ιστορίας, ωστόσο η ελληνική αριστερά διαμορφώνει τη δική της “αριστερή” παραλλαγή εφευρίσκοντας τη θεωρία του ελληνικού έθνους που είναι τάχα καρφί στο μάτι του ιμπεριαλισμού ο οποίος “φυσικά” κάνει τα πάντα για να τιμωρήσει τους Έλληνες. Έτσι, η Ελλάδα ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ, παλιό και επίλεκτο μέλος της ΕΟΚ και της ΕΕ καθώς και αναρίθμητων άλλων διεθνών (ιμπεριαλιστικών) οργανισμών και περιφερειακός χωροφύλακας της Δύσης μεταβάλλεται ως δια μαγείας και για λόγους που κανείς δεν εξηγεί σε μόνιμο στόχο του ιμπεριαλισμού και των τοπικών (βαλκανικών) “πρακτόρων” του που είναι συνήθως αδύναμες μικρές χώρες εποικισμένες από το ελληνικό κεφάλαιο!
• Αλήθεια έβδομη: Απέναντι στον ιμπεριαλισμό που επιβουλεύεται τους Έλληνες, η ελληνική αριστερά εφευρίσκει δυο άλλα έθνη που διακρίνονται επίσης για τον τάχα παραδοσιακό -αν όχι έμφυτο- αντιϊμπεριαλισμό τους, το σερβικό και το ρωσικό έθνος, που δεν μπορεί να είναι παρά οι φυσικοί σύμμαχοι των Ελλήνων. Μάλιστα, το γεγονός ότι και τα τρία αυτά σύμμαχα έθνη είναι ορθόδοξα, ενισχύει παραπέρα την θεωρία του αντιϊμπεριαλιστικού τόξου Αθηνών-Βελιγραδίου-Μόσχας, που αποκτώντας μάλστα μια προαιώνια ορθόδοξη διάσταση, καταλήγει να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που ευαγγελίζεται η ελληνική αριστερά…
Είναι προφανές ότι μια τέτοιου είδους πρωτόγονη, μεταφυσική και βαθειά αντιδραστική θεώρηση του κόσμου μας δεν έχει την παραμικρή σχέση ούτε με το μαρξισμό, ούτε με τις παραδοσιακές μεγάλεςαξίες του σοσιαλιστικού και εργατικού κινήματος όπως η (ταξική) αλληλεγγύη και ο διεθνισμός, ούτε καν με τον πιο στοιχειώδη ανθρωπισμό. Το χειρότερο είναι όμως, ότι τα αποτελέσματα της εφαρμογής της στην πράξη αποδεικνύονται πάντα καταστροφικά. Όπως για παράδειγμα, επαίσχυντος και καταστροφικός ήταν ο απολογισμός της στάσης που ακολούθησε σχεδόν το σύνολο της ελληνικής αριστεράς στη διάρκεια των πολέμων, των σφαγών και των μαζικών εθνικών εκκαθαρίσεων που σημάδεψαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1990.
Ακριβώς λοιπόν επειδή αντικατάστησε τον διεθνισμό και την ταξική αλληλεγγύη με τις εθνικιστικές θεωρίες της περί “ορθόδοξου τόξου” και “αδελφού σερβικού λαού”, που δανείζεται εξάλλου από την ελληνική δεξιά και ακροδεξιά, η ελληνική αριστερά δεν έκανε ουσιαστικά τίποτα για να διαφοροποιηθεί από την εθνικιστική υστερία που σάρωνε τη χώρα. Αντίθετα, βρέθηκε ευθύς εξ αρχής όχι στο πλευρό των θυμάτων, όχι μαζί με τους πολιορκημένους και άγρια βομβαρδιζόμενους κατοίκους και υπερασπιστές του Σαράγεβο και των άλλων βοσνιακών πόλεων (που ήταν και Σέρβοι, με πρώτο τον επικεφαλής της άμυνας του Σαράγεβο Σέρβο αριστερό στρατηγό Γιόβαν Ντίβιακ), αλλά μαζί με τους δημίους τους, τους εγκληματίες πολέμου Μιλόσεβιτς, Κάρατζιτς, Μλάντιτς ή Σέσελι που ευαγγελίζονταν τη μεγαλοϊδεάτικη “Μεγάλη Σερβία” τους !
Δυστυχώς, τα χρόνια και οι δεκαετίες περνάνε και τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει στην ελληνική αριστερά. Και όποιος καλόπιστα απορεί για τα σημερινές “μακεδονομαχίες” πολλών από τους τενόρους της, ιδού τι γράφαμε (1) πριν από …25 ολάκερα χρόνια, στις 7 Μαίου 1993, στο κείμενο με τον εύγλωττο τίτλο “Βοσνία-Το Βατερλώ της ελληνικής αριστεράς”, όταν η ίδια αριστερά έμενε μεταξεταστέα στο ιστορικό τεστ που ήταν το μεγάλο αγριανθρωπικό μακελιό στη διαλυμένη Γιουγκοσλαβία:
“Η ελληνική αριστερά δεν είχε όμως ποτέ καιρό να απαντήσει στις εκκλήσεις των φυσικών της συμμάχων της Βοσνίας. Εξάλλου, έκανε ανέκαθεν ό,τι περνούσε από το χέρι της για να αγνοήσει ακόμα και την ύπαρξή τους. Με απερίγραπτο κυνισμό και ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο υποκρισίας, καμώθηκε από την αρχή ότι και αυτοί και οι άλλοι πρωταγωνιστές του δράματος δεν ήταν παρά απλά πιόνια κάποιων αθέατων σκοτεινών μεγαλύτερων δυνάμεων. Και κατά συνέπεια, αναλώθηκε σε ατέρμονες ασκήσεις επί χάρτου, όπου δεν υπήρχαν πια ούτε συγκεκριμένοι άνθρωποι, ούτε συγκεκριμένα λουτρά αίματος, αλλά μόνον ξένοι συνωμότες και μακιαβελικοί ιμπεριαλιστικοί δάκτυλοι. Και όταν κάποιος τολμούσε να θέσει το ενοχλητικό εςρώτημα “και μ’αυτούς τους ρομαντικούς Βόσνιους, τι γίνεται;”, η απάντηση ερχόταν πάντα η ίδια να τον κατακεραυνώσει: “ποια ιμπεριαλιστική δύναμη κρύβεται πίσω τους;”. Λές και στην εποχή μας, είναι πια πέρα για πέρα αδιανόητο να συναντήσεις ακόμα πολίτες διατεθειμένους να αγωνιστούν για τα πιο στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα…”
“Να λοιπόν γιατί υπήρξαν μερικές διαδηλώσεις κατά του “επερχόμενου πολέμου” και απολύτως καμία κατά του…υπαρκτού πολέμου. Να γιατί η ελληνική αριστερά όχι απλώς δεν βρήκε τίποτα να πει στους προπαγανδιστές του ενιαίου μετώπου των Ορθόδοξων εθνών, αλλά και πρόσθεσε κι αυτή τη δικιά της “αντιϊμπεριαλιστική” πινελιά στην μεταφυσική της παράνοια των ημερών. Όσο όμως, κι αν πιστεύει ότι έκανε το προοδευτικό της (ή επαναστατικό) καθήκον, απομένει μια μικρή λεπτομέρεια: τι προτείνει για εκείνους τους δύσμοιρους που βομβαρδίζονται εδώ και 12 μήνες στο Σαράγεβο, στο Μόσταρ, στο Γκόραζντε και στη Σρεμπρενίτσα; Τι προτείνει για τα τρία εκατομμύρια πρόσφυγες; Για τα θύματα του εθνικού ξεκαθαρίσματος; Τι προτείνει για το μέλλον της Βοσνίας, δηλαδή για το μέλλον των Βαλκανίων και της ίδιας της πατρίδας μας;”
Και δεν είναι τυχαίο ότι καταλήγαμε όπως περίπου και τώρα, μετά από ένα τέταρτο αιώνα:
“Με τους μεγαλοϊδεάτες λοιπόν της Μεγάλης Σερβίας ή με τους ελεύθερους πολιορκημένους του Σαράγεβο που μάχονται για μιαν ελεύθερη πολυεθνική κοινωνία; Με τους ρατσιστές της φυλετικής καθαρότητας ή με τους οπαδούς των κάθε λογής συνονθυλευμάτων που κάνουν εξάλλου ενδιαφέρουσα την ζωή; Με τους αρνητές του δικαιώματος στην κάθε λογής (εθνική, θρησκευτική, φυλετική, σεξουαλική) διαφορά ή με τους υπερασπιστές των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων; Με τους κρετίνους που απορούν επειδή η Ευρώπη δεν καταλαβαίνει το “θεάρεστο” έργο τους κατά της “μουσουλμανικής προέλασης” ή με τους Μουσουλμάνους προοδευτικούς διανοούμενους σαν π.χ. τον σκηνοθέτη Εμίρ Κουστουρίτσα και τόσους άλλους που δεν έχουν τίποτα το…χομεϊνικό. Με τους χασάπηδες ή με τους μακελεμένους; Με τα φαντάσματα του παρελθόντος, τους Τσέτνικους και τους Ουστάσι, ή με τους συνεχιστές των αγώνων των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων; Με την επιστροφή στην βαρβαρότητα ή με εκείνους που ενσαρκώνουν και τη μοναδική ελπίδα για όλα τα Βαλκάνια; Με την ζωή ή με τον θάνατο;”
Οι γιουγκοσλαβικοί πόλεμοι και οι σφαγές τους κάποτε σταμάτησαν και πολλοί έσπευσαν να δηλώσουν “πάει τέλειωσε, εφιάλτης ήταν και πέρασε”. Και μαζί με αυτούς, αρκετοί πίστεψαν ότι τα αλλεπάλληλα σωβινιστικά “ολισθήματα” της ελληνικής αριστεράς ήταν απλά …ατυχήματα οφειλόμενα στην “κακιά ώρα”, και ότι τα παθήματα είχαν γίνει μαθήματα.
Δυστυχώς, και οι μεν και οι δε είχαν άδικο. Ηπρώην Γιουγκοσλαβία μπορεί ανά πάσα στιγμή να ξαναπάρει φωτιά, ενώ η ελληνική αριστερά δείχνει να μην διδάχτηκε τίποτα και να ξαναπαίρνει το δρόμο των εθνικιστικών αδιεξόδων της. Και το κακό είναι ότι όπως τότε έτσι και τώρα, οι συνέπειες είναι καταστροφικές. Για όλους αλλά κυρίως, για την ίδια την ελληνική “πατριωτική αριστερά” που επιμένει, ως άλλος μαθητευόμενος μάγος, να παίζει με τη φωτιά βαφτίζοντας αντιϊμπεριαλισμό τον πιο ακραίο σκοταδισμό, και λαϊκή εξέγερση την πιο αντιδραστική συσπείρωση δυνάμεων που -όπως και τότε- στρώνει το δρόμο στους νεοναζιστές της Χρυσής Αυγής!
Να λοιπόν τι ενοούσαμε όταν τονίζαμε στην αρχή αυτού του κειμένου ότι “το πρόβλημα είναι τεράστιο και ο κίνδυνος άμεσος”. Επειδή σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν από 25 χρόνια, τώρα η ελληνική και η διεθνής κρίση είναι πολύ μεγαλύτερη και η ακροδεξιά σε συνεχή άνοδο σε όλη την Ευρώπη και στο κόσμο. Κυρίως όμως, επειδή στη χώρα μας έχει μεσολαβήσει όχι μόνον η ήττα και η εξατομίκευση της κοινωνίας και του εργατικού κινήματος αλλά και η τραγική εμπειρία της “πρώτης στην ιστορία αριστερής κυβέρνησης”, οποιαδήποτε συμπόρευση με τη ρατσιστική, σκοταδιστική, αντικομμουνιστική και πολεμοχαρή ακροδεξιά “νομιμοποιεί” την ίδια και τις θέσεις της στα μάτια των πολιτών, την βγάζει από την απομόνωση και ανοίγει το δρόμο για το πιο εφιαλτικό από όλα τα σενάρια: την επανάληψη αυτού που είδαμε να συμβαίνει στη Γερμανία (2) και σε άλλες χώρες στη δεκαετία του 1920 και 1930, δηλαδή τη μετακίνηση του κοινωνικού εκκρεμούς -και μαζί του και πολλών αριστερών- από το ένα στο άλλο άκρο του πολιτικού χάρτη! Και αντίθετα από ό,τι δείχνουν να πιστεύουν πολλοί Έλληνες αριστεροί, η ιστορία μπορεί κάλλιστα να επαναληφθεί ως ακόμα μεγαλύτερη τραγωδία…
Σημειώσεις
1. https://www.contra-xreos.gr/
2. Βλέπε το κείμενό μας “Όταν τα φασιστικά παθήματα δεν γίνονται μαθήματα στην ελληνική αριστερά!”: https://www.contra-xreos.gr/
*Πηγή: contra-xreos.gr
**Οι απόψεις του κειμένου είναι αυτονοήτως προσωπικές και εκφράζουν τον γράφοντα.
Εξαιρετικο κειμενο