Η Ελλάδα είναι ένα κράτος που επιζεί οχυρωμένο στο κλασσικό δογματικό πεδίο της παραδοσιακής ερμηνείας του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, αφού η προσχώρησή της στη μεταμοντέρνα σχολή θα την οδηγήσει μαθηματικά σε διάλυση. (Εδώ κατατάσσονται και η μοντέρνα μετάλλαξη της nationality σε ethnicity , της αυτοδιάθεσης με τον αυτοπροσδιορισμό κ.λπ , η εγκατάλειψη του παραδοσιακού τρόπου εξήγησης του εθνικού ζητήματος με τις μεταμοντέρνες συμβολικές ή καταγωγικές θεωρίες, που αρθρώνονται από το 1975 με τον ΟΑΣΕ και τη ΔΑΣΕ κ.λπ)
Με γνώμονα τα ανωτέρω πρέπει να επισημάνουμε ότι πρώτο και κεφαλαιώδες ζήτημα στη συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και πΓΔΜ είναι ότι με την παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα επιβάλλεται στο γειτονικό κράτος να αλλάξει τη συνταγματική του ονομασία, χωρίς να προκύπτει αντίστοιχη εκ των προτέρων εξουσιοδότηση με λαϊκή νομιμοποίηση για την αλλαγή του συνταγματικού ονόματος. Αυτό ονομάζεται κατάλυση της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας , άρα του κράτους δικαίου στην όμορη χώρα, η οποία , πιθανότατα, θα αναγκαστεί να νομιμοποιήσει την απόφαση των Ζάεφ – Δημητρώφ, προς χάρη του ΝΑΤΟ με το πιστόλι στον κρόταφο.
Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι δεν προκύπτει συμφωνία για το όνομα που να ισχύει erga omnes. Δεν υπάρχει αυστηρή και ήπια ερμηνεία στην erga omnes ισχύ μιας έννομης σχέσης , ή υπάρχει κάτι που ισχύει έναντι όλων , ή δεν ισχύει έναντι όλων . Εδώ δεν ισχύει έναντι όλων. Αναγνωρίζεται Μακεδονική γλώσσα και Μακεδονική εθνότητα. . Οι υποσημειώσεις δεν διαδραματίζουν ρόλο. Ενώ στο θέμα πολιτισμού και κουλτούρας η Ελληνική Δημοκρατία ως συμβαλλόμενο μέρος δεν έχει κέρδος πέρα από το , ήδη παγκοσμίως παραδεδεγμένο, αυτονόητο.
Το πλέον σοβαρό, με απόλυτη μελλοντική αντανάκλαση στο πεδίο της Θράκης είναι η δομική προσχώρηση του νομικού μας πολιτισμού στο μεταμοντέρνο αναθεωρητισμό. Αποδεχόμαστε Κράτη μη ομοσπονδιακά που καλύπτουν όχι λαό , αλλά πληθυσμό χωρίς nationality, μόνο με ethnicity, η οποία πέρα από μειονοτικά δικαιώματα, δικαιολογεί και επιδίωξη αυτοδιάθεσης ή αυτονομίας.
Το τρίτο ζήτημα που ανακύπτει είναι ότι δεν εντοπίζονται τα προς αναθεώρηση άρθρα του συντάγματος των της γείτονος – πάντα με την επιφύλαξη για το επιτρεπτό, όπως στην πρώτη σκέψη- άρα έχουμε ένα τεράστιο κενό στη συμφωνία, αφού γίνεται διεθνώς δεκτό – και διεθνώς δημοκρατιά συντάγματα περιλαμβάνουν τέτοιες διατάξεις – τα Κράτη , χωρίς να έχουν αλυτρωτικές διαθέσεις , να περιλαμβάνουν στα συνταγματικά τους κείμενα πρόνοιες οι οποίες τα εξοπλίζουν με αρμοδιότητα για την προστασία της ομογένειας και των ομοεθνών, ανά τον κόσμο, για φροντίδα της εθνικής και πολιτιστικής αγωγής, για τη σύσφιγξη σχέσεων με το μητροπολιτικό στοιχείο κ.λπ.
Το τέταρτο πολύ ακανθώδες ζήτημα που ανακύπτει σχετίζεται με τα εμπορικά σήματα, με τα trademarks και το brand name. Αυτό θα έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις και στις δύο Χώρες.
Μπορούμε τεχνικά και άλλα ζητήματα να εντοπίσουμε , αλλά δεν είναι προς το λαϊκό συμφέρον να επιχειρηματολογούμε δημόσια κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας .
Το μόνο που επιτρέπεται να πούμε είναι ότι οι ασάφειες και οι διφορούμενες αμφισημίες της συμφωνίας ανοίγουν ένα πεδίο εντάσεων με άγνωστο εύρος για το μέλλον.
***
Τα ανωτέρω δεν λέγονται προδοσία.
Λέγονται υλοποίηση προγραμματικής πολιτικής. Της Ευρωατλαντικής πολιτικής .
Πρέπει ,λοιπόν, από τη θέση ευθύνης που αναλογεί στον καθένα, να ενημερώνουμε το Λαό.
Στης δημοκρατίες , δεν υπάρχουν εθνικά συμφέροντα που να μην είναι λαϊκά συμφέροντα.
Η αποδοχή του Ευρωατλαντικού Προσανατολισμού από την Ελλάδα , ιδίως σήμερα, είναι νοητή μόνο χωρίς όρους. Δεν υπάρχει ισοτιμία σε αυτές τις ολοκληρώσεις, όπως προσπαθεί να πείσει το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας. Υπάρχει μόνο προσχώρηση και υποταγή.
Αν ο Λαός μας επιθυμεί η Χώρα μας να είναι μέλος αυτών των διεθνικών ολοκληρώσεων, πρέπει να κατανοήσει ότι αυτό είναι δυνατό μόνο με τεράστιες παραχωρήσεις, που καταλήγουν στην αδυναμία υλοποίησης εθνικής πολιτικής , γιατί , διεθνώς, η παραχώρηση κυριαρχίας στις ανωτέρω ολοκληρώσεις βαίνει αυξητικά- και όχι μόνο από εμάς, αλλά και από μεγαλύτερα και ισχυρότερα κράτη. Η πολιτική, μάλιστα, αυτών των ολοκληρώσεων είναι εντελώς ανομιμοποίητη και χωρίς λογοδοσία , αφού οι υπερεθνικές , τεχνοκρατικές, γραφειοκρατείες των διεθνικών ολοκληρώσεων αποφασίζουν με όρους πριγκιπικής αδιαλλαξίας και αδιαφάνειας.
Ο Ευρωατλανικός Προσανατολισμός είναι το κύριο δομικό προγραμματικό χαρακτηριστικό του φάσματος από τη Χρυσή Αυγή μέχρι το ΣΥΡΙΖΑ . Εκ των πραγμάτων , το χαρακτηριστικό αυτό προδιαγράφεται ως εξαιρετικά επικίνδυνο, στη σημερινή συγκυρία, όπου το παραδοσιακό μοντέλο των διεθνών σχέσεων , αν όχι καταρρέει , τουλάχιστον μεταλλάσσεται.
Αποτιμώντας τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι η Χώρα μας , η οποία μπορεί να επιζήσει μόνο με την αταλάντευτη προσήλωση στη διεθνή νομιμότητα, στο status quo της μεταπολεμικής χάραξης των ορίων των επικρατειών και στο κλασσικό διεθνές, συμβατικό και εθιμικό, δίκαιο και στην παραδοσιακή του ερμηνεία, αποδέχεται, αντίθετα με τα συμφέροντά της, τη μεταστροφή της σε αναθεωρητική δύναμη στα Βαλκάνια, στο άρμα ενός νατοϊκού εθνικιστικού κοσμοπολιτισμού ( π.χ. με το αφήγημα για ηγέτιδα δύναμη στη Βαλκανική). Στην πραγματικότητα , η Ελλάδα κάμπτει την κυριαρχική της βούληση (π.χ.αρνησικυρία) , χωρίς πόλεμο , άρα αποδυναμώνεται και δεν μεταστρέφεται σε ηγέτική , αλλά σε περιθωριακή περιφερειακή δύναμη.
Υπό το βάρος της πίεσης από υπέρτερες δυνάμεις η Ελλάδα θα υποχρεώνεται με δικά της έξοδα να καταβάλει το αντίτιμο που δεν θέλουν να καταβάλουν άλλες ισχυρότερες χώρες, ή οι διεθνικές ολοκληρώσεις συνολικά , προκειμένου οι παράγοντες αυτοί να εμπεδώνουν τη δύναμή τους και να αποκτούν τακτικά κέρδη στη γεωστρατηγική τους.
Η ελληνική Δημοκρατία εγκλωβίζεται στον καιροσκοπικό τυχοδιωκτισμό με ετεροβαρή σχέση χωρίς όρους και όρια.
Είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και άλλες καταστροφικές υποχωρήσεις με αρχή την κάμψη της βουλήσεώς μας στο συγκεκριμένο ζήτημα , ήτοι πληρωμή με δικά μας έξοδα υποχρεώσεων τρίτων.