Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προειδοποίησε ότι η Ουάσιγκτον είναι έτοιμη να επιβάλει νέες κυρώσεις κατά του Ιράν, καθώς η Τεχεράνη έχει αναστείλει κάποιες από τις υποχρεώσεις της βάσει της πυρηνικής συμφωνίας του 2015.
Επικριτικός κατά της Ουάσιγκτον για τις κυρώσεις που επέβαλε στην Τεχεράνη εμφανίστηκε ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Μοχάμαντ Ζαβάντ Ζαρίφ.
Σε δηλώσεις του, ανέφερε ότι ο «οικονομικός πόλεμος» εναντίον αμάχων «ισοδυναμεί με τρομοκρατία».
Ο κ. Ζαρίφ σχολίασε επίσης τους περιορισμούς που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ σε Ιρανούς διπλωμάτες και τις οικογένειές τους που ζουν στη Νέα Υόρκη, χαρακτηρίζοντάς τες «βασικά απάνθρωπες».
«Δεν είναι σίγουρα μια φιλική δράση και θέτει τα μέλη της αποστολής και τις οικογένειές τους κάτω από απάνθρωπες συνθήκες», είπε σε δημοσιογράφους.
Νωρίτερα, ο κ. Ζαρίφ είχε δηλώσει ότι η Τεχεράνη είναι έτοιμη να συζητήσει το πρόγραμμα ανάπτυξης βαλλιστικών πυραύλων με την Ουάσιγκτον, εφόσον οι ΗΠΑ σταματήσουν πρώτα το εμπόριο όπλων στην Μέση Ανατολή.
«Αν θέλετε να συζητήσουμε για τους βαλλιστικούς πυραύλους, τότε θα πρέπει να μιλήσουμε και για την ποσότητα των όπλων που πωλούνται στην περιοχή. […] Επομένως αν θέλουν να μιλήσουμε για πυραύλους, πρέπει πρώτα να σταματήσουν να πωλούν όλα αυτά τα όπλα στη Μέση Ανατολή», είπε ο Ζαρίφ, απευθυνόμενος στην κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Τη Δευτέρα ο κ. Ζαρίφ είχε καταλογίσει στις ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες το 2015 υπέγραψαν την πυρηνική συμφωνία για το Ιράν ότι δεν επενδύουν στη διάσωση της συμφωνίας.
Στις 8 Μαΐου το Ιράν ανακοίνωσε ότι αναστέλλει κάποιες από τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της πυρηνικής συμφωνίας, υπό το πρίσμα της απόφασης των ΗΠΑ να εντείνουν τις κυρώσεις.
Η απόφαση της Τεχεράνης να μην ακολουθήσει ορισμένους περιορισμούς που αφορούν τον εμπλουτισμό ουρανίου ήρθε ακριβώς ένα χρόνο μετά την ανακοίνωση της Ουάσιγκτον για αποχώρηση από την πυρηνική συμφωνία και την εκ νέου επιβολή κυρώσεων κατά του Ιράν.
Περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης έφερε η φερόμενη επίθεση σε τάνκερ, στον Κόλπο του Ομάν, εντός του Ιουνίου, με τις ΗΠΑ να «δείχνουν» την Τεχεράνη ως υπεύθυνη και το Ιράν να απορρίπτει τις κατηγορίες.
Υπενθυμίζεται ότι δύο πετρελαιοφόρα χτυπήθηκαν ενώ βρίσκονταν στα Στενά του Ορμούζ, 70 ναυτικά μίλια μακριά από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και 14 ναυτικά μίλια μακριά από τις ακτές του Ιράν.
Το ένα πλοίο ήταν το «Kokuka Courageous», με σημαία Παναμά και υπό τη διαχείριση της εταιρείας Bernhard Schulte Shipmanagement, με έδρα τη Σιγκαπούρη. Το άλλο ήταν το πλοίο Front Altair, με σημαία των νήσων Μάρσαλ και ιδιοκτησίας της νορβηγικής εταιρείας, Frontline.
Οι ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον έγιναν χειρότερες στις 20 Ιουνίου, όταν οι ιρανικές δυνάμεις αεράμυνας κατέρριψαν αμερικανικό κατασκοπευτικό drone, τονίζοντας πως βρισκόταν σε ιρανικό εναέριο χώρο.