Η αποχώρηση (μερικών εκ) των ΑΝΕΛ από την κυβέρνηση και η ψήφος εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση Τσίπρα αποτελούν μια προαναγγελθείσα εδώ και καιρό εξέλιξη που σηματοδοτεί τη μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού στη «μεταμνημονιακή» Ελλάδα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στρέφεται ανοικτά στο νεοφιλελεύθερο εκσυγχρονιστικό ακραίο κέντρο, αφήνοντας πίσω λαϊκιστικά και πατριδοκάπηλα βαρίδια. Θα μπορεί πλέον να εκφράσει ανοικτά και χωρίς εμπόδια τις προσδοκίες της ελληνικής άρχουσας τάξης και του ιμπεριαλισμού.
Ο Τσίπρας αναδεικνύεται στον αγαπημένο άνθρωπο των δυναμικών κέντρων σε όλα τα επίπεδα. Η ολοφάνερη στήριξη της Μέρκελ με αφορμή το Μακεδονικό, σημαίνει ταυτόχρονα πολλαπλή στήριξη της ευρωπαϊκής ηγεσίας σε όλες τις κρίσιμες και στρατηγικές κατευθύνσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ: Ευθυγράμμιση με διακυβέρνηση Τραμπ, ένταξη στον αντιδραστικό άξονα ΗΠΑ – Ισραήλ, δέσμευση της Ελλάδας επί δεκαετίες σε σκληρό «μεταμνημονιακό» αλλά στην ουσία μνημονιακό πρόγραμμα, επίλυση παλιών εθνικιστικών διαφορών στα Βαλκάνια σε όφελος της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης και του ΝΑΤΟ, εξασφάλιση κοινωνικής νηνεμίας. Όλα αυτά δεν θα υπήρχαν χωρίς τον Τσίπρα. Το γεγονός αυτό του το αναγνωρίζουν οι χθεσινοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ ανά την Ευρώπη και τον κόσμο και για αυτό ακριβώς (και όχι μόνο για τις Πρέσπες) τον «ευγνωμονούν», όπως ανέφερε η Μέρκελ.
Η κίνηση προς τα μπρος του Τσίπρα, σηματοδοτεί ακόμα την αδήριτη -για τον αμερικανικό και ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό- ανάγκη να περάσει και να εφαρμοστεί η συμφωνία των Πρεσπών. Να ανοίξει δηλαδή διάπλατα και χωρίς αστερίσκους ο δρόμος για την ολοκληρωτική εμπέδωση του ΝΑΤΟ στη Βαλκανική, την ακόμα στενότερη περικύκλωση της Ρωσίας, την αύξηση της πίεσης στη Σερβική παραφωνία. Αποτελεί βροντερή δήλωση του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν θα διστάσει προ ουδενός προκειμένου να αναδειχθεί στη βασική και αποτελεσματικότερη μέχρι σήμερα πολιτική δύναμη σε όφελος του ξένου παράγοντα.
Οι ΑΝΕΛ επιδιώκουν με τη θεατρική τους έξοδο την κοινοβουλευτική τους επιβίωση, πράγμα όμως εξαιρετικά δύσκολο. Αφενός ο Τσίπρας τους διαλύει ως κόμμα αφαιρώντας τους τη μισή και πλέον κοινοβουλευτική ομάδα, αφετέρου – και σημαντικότερο – η μεταμνημονιακή πραγματικότητα δεν έχει ανάγκη καμμιά πατριδοκάπηλη ρητορεία στο πλάι ενός εκσυγχρονισμένου, ευρωπαϊκής κοπής νεοφιλελευθερισμού. Δίπλα στη γενικευμένη αναξιοπιστία του Καμμένου βαραίνει η νέα φάση των πολιτικών εξελίξεων και η ανάγκη συγκρότησης δύο καθαρών πόλων κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς που θα εναλλάσσονται ομαλά, εφαρμόζοντας όμοια πολιτική. Σε αυτή τη νέα περίοδο οι ΑΝΕΛ δεν χρειάζονται πλέον.
Η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση Τσίπρα, είναι μάλλον δεδομένη, αν και στην πολιτική υπάρχουν πάντα εκπλήξεις. Δύο μέρες μετά την επίσκεψη και την έγκριση/επιβράβευση του ΣΥΡΙΖΑ από τη Μέρκελ, η προσφυγή στην ανανέωση της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης είναι δείγμα ανάκτησης της πρωτοβουλίας των κινήσεων στο αστικό στρατόπεδο, και όχι αδυναμίας. Ενόψει μάλιστα της ψηφοφορίας στη Βουλή, είναι αναμενόμενο να κυριαρχήσουν τα πιο ποταπά προσωπικά και οικονομικά κίνητρα, ειδικά μάλιστα από αυτό το πολιτικό και κοινοβουλευτικό προσωπικό και την ιδιαίτερη ποιότητα που το διακρίνει. Είναι επίσης αναμενόμενο ο ξένος παράγοντας και ειδικά η πρεσβεία των ΗΠΑ να έχει αυξημένο ρόλο και λόγο τα επόμενα εικοσιτετράωρα καθώς θα θέλει να στηρίξει τον εκλεκτό της.
Ουδείς επιδιώκει αυτή τη στιγμή την καταψήφιση της κυβέρνησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα είναι ίσως ο μοναδικός λιγότερο χαμένος αν η κυβέρνηση Τσίπρα δεν πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Σε μία τέτοια περίπτωση θα παραδώσει στον Μητσοτάκη το Μακεδονικό και θα υπερασπιστεί την πολιτική ασφυκτικής πρόσδεσης στο άρμα των ΗΠΑ. Αντίθετα, ο Μητσοτάκης παραλαμβάνοντας την καυτή πατάτα της συμφωνίας των Πρεσπών, θα υποχρεωθεί σε μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα καθώς αυτή θα είναι η επιθυμία και διαταγή ΗΠΑ και ΕΕ. Ανάληψη τώρα της πρωθυπουργίας από τον Μητσοτάκη συνιστά τεράστιο πρόβλημα για τη ΝΔ. Οι ενδιάμεσες δυνάμεις (ΚΙΝΑΛ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων) έχουν κάθε συμφέρον να κερδίσουν πολιτικό χρόνο και παράταση παραμονής σε υψηλά αμοιβόμενες καρέκλες, καθώς θα συμπιεστούν ακόμη περισσότερο από το δίπολο ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ. Με δύο λόγια, όλοι – αν και δεν μπορούν να το πουν ανοικτά – είναι υπέρ της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση.
Ανανέωση της εμπιστοσύνης της Βουλής σημαίνει μια νέα προσπάθεια στήριξης των δανειστών -και ειδικά της ηγεσίας της ΕΕ- προς τον Τσίπρα, με διάφορα ανταλλάγματα και δωράκια που θα στηρίζουν τον μύθο της διαφορετικότητας ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ. Η δήλωση Τσίπρα ότι πάει για τους 151 θετικές ψήφους ώστε να περάσει μια σειρά από «φιλολαϊκά» νομοσχέδια για τον κατώτατο μισθό, την προστασία της πρώτης κατοικίας, την αποκατάσταση των παλαιότερων αδικιών, καθώς και η ίδια η συνταγματική αναθεώρηση, σηματοδοτούν την φιλοδοξία ΣΥΡΙΖΑ να δώσει με φιλοδοξίες τη μάχη των εκλογών και αν χάσει, να χάσει με τέτοια διαφορά που να του επιτρέπουν να ανακάμψει με αφορμή τις Προεδρικές εκλογές του 2020.
Η πανταχόθεν στήριξη Τσίπρα στο Μακεδονικό και όχι μόνο δημιουργεί δυσχέρειες στη ΝΔ, καθώς μπορεί να τρώει από την φυσιολογική φθορά μιας κυβέρνησης που έβγαλε δύσκολο έργο, αλλά εμφανίζεται διπρόσωπη και αναξιόπιστη απέναντι στα φυσικά και ιστορικά της στηρίγματα (ΗΠΑ, αγορές, άρχουσα τάξη). Ειδικά η επιθετική κίνηση Τσίπρα να αναζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης δύο μέρες μετά την συνάντησή του με τη Μέρκελ δείχνει ότι έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και ότι επιχειρεί να ορίσει την αστική ατζέντα με τη σύμφωνη γνώμη των επικυρίαρχων της χώρας.
Ο κόσμος που ζει στην πραγματική κοινωνία και στην πραγματική οικονομία δεν δίνει καμιά ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Τσίπρα. Ωστόσο η παθητική στάση δεν αλλάζει, καθώς μάλιστα ο διπολισμός ενισχύεται και στήνεται το σκηνικό για ένταση ενός καβγά χωρίς πραγματική ουσία και νόημα. Οι πολιτικές ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ είναι όμοιες, βρίσκονται στο ίδιο πλαίσιο, υπηρετούν με διαφορετικές ταχύτητες και προσωπεία τον ίδιο στόχο. Τα λαϊκά συμφέρονται βρίσκονται στην εντελώς αντίπαλη όχθη από την όχθη στην οποία κοκορομαχούν Τσίπρας και Μητσοτάκης.
*Πηγή: antapocrisis.gr