Όταν ο πληθωρισμός άρχισε να αυξάνεται νωρίτερα μέσα στο έτος, πολλοί κεντρικοί τραπεζίτες έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν “παροδικό”, υποστηρίζοντας ότι θα εξανεμιστεί σύντομα.
Κατά τη διάρκεια του 2021, ωστόσο, ούτε οι ποσοτικές προβλέψεις ούτε τα επιχειρήματα τα οποία αναφέρθηκαν προς υποστήριξη αυτής της υπόθεσης δεν αποδείχθηκαν σωστά στην πορεία του χρόνου. Σε πλήρη αντίθεση, ωστόσο, με τη νοοτροπία των εταιρικών ηγετών οι οποίοι αντιμετωπίζουν καθημερινά την πραγματικότητα των υψηλότερων και επίμονων πληθωριστικών πιέσεων, η ιδέα περί “παροδικότητας” έχει καταφέρει να διατηρήσει μια σχεδόν μυστικιστική ισχύ στη σκέψη πολλών φορέων χάραξης πολιτικής.
Όσο περισσότερο συνεχίζεται κάτι τέτοιο, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος ενός ιστορικού λάθους νομισματικής πολιτικής, του οποίου οι αρνητικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να διαρκέσουν για χρόνια και να επεκταθούν πολύ πέραν των ΗΠΑ.
“Παροδικότητα”
Αρχικά, το σκεπτικό περί παροδικού πληθωρισμού βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη γρήγορη λήξη τόσο των επιπτώσεων λόγω στρεβλωμένης βάσης υπολογισμού στα στατιστικά στοιχεία, όσο και των αρχικών αναντιστοιχιών προσφοράς-ζήτησης, καθώς οι οικονομίες εκκινούσαν ξανά μετά την ξαφνική διακοπή η οποία προκλήθηκε από την Covid-19.
Το σκεπτικό αυτό ελαχιστοποιούσε – ή, ακριβέστερα, αγνοούσε επίμονα – την επίδραση βαθύτερων δομικών παραγόντων και αλλαγών, όπως η επανασύνδεση των αλυσίδων εφοδιασμού και η αλλαγή της στάσης απέναντι στην εργασία. Αγνοούσε επίσης την πιθανότητα νέων οικονομικών διαταραχών οι οποίες θα προκαλούνταν από μια αναζωπύρωση των λοιμώξεων Covid λόγω νέων μεταλλάξεων του κορονοϊού.
Ενώ οι επιδράσεις στα στατιστικά στοιχεία λόγω της “ανώμαλης” βάσης υπολογισμού που δημιούργησε η πανδημία πέρασαν και η παγκόσμια παραγωγή ανέκαμψε έντονα το β’ τρίμηνο του 2021, οι δείκτες του πληθωρισμού συνέχισαν να επιδεινώνονται, καθώς η ζήτηση παρέμεινε ισχυρή και, το πιο σημαντικό, διαρθρωτικοί πληθωριστικοί παράγοντες έρχονταν ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο.
Ενισχύθηκαν, δε, ακόμη περισσότερο καθώς η μετάλλαξη Δέλτα έκλεισε τα λιμάνια στην Κίνα και στο Βιετνάμ, διαταράσσοντας περαιτέρω μια ήδη εύθραυστη και εκτεταμένη διασυνοριακή αλυσίδα εφοδιασμού. Και, σε ένα περαιτέρω χτύπημα στο στρατόπεδο του “παροδικού πληθωρισμού”, οι πιέσεις στις τιμές συνέχισαν να αυξάνονται το γ’ τρίμηνο, παρόλο που η παγκόσμια ανάπτυξη άρχισε να επιβραδύνεται και τα μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης να αποσύρονται.
Η αγορά εργασίας στέλνει μήνυμα
Ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες, κυρίως στην κεντρική τράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου (Bank of England – BoE), μπόρεσαν να αφομοιώσουν πιο γρήγορα αυτές τις πραγματικότητες και να αναθεωρήσουν τον τρόπο σκέψης και το guidance της πολιτικής τους.
Αντίθετα, η γνωσιακή μετάβαση όσον αφορά τον πυρήνα της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve) – τα πολιτειακά παραρτήματα της Fed έχουν δείξει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση – ήταν εξαιρετικά αργή και μερική, υστερώντας ολοένα και περισσότερο από αυτά που λέει, αλλά και πράττει η συντριπτική πλειονότητα των εταιρειών, οι οποίες αντιμετωπίζουν ελλείψεις εισροών, αυξημένα έξοδα μεταφοράς και έλλειψη επαρκούς αριθμού εργαζομένων.
Οι εργαζόμενοι έλαβαν επίσης το μήνυμα. Τα ποσοστά παραιτήσεων έχουν αυξηθεί σε ιστορικά υψηλά, καθώς περισσότεροι άνθρωποι αλλάζουν δουλειά προκειμένου να εξασφαλίσουν υψηλότερες αμοιβές σε αλλούς εργοδότες.
Με τη σειρά του, αυτό έχει αναγκάσει τις εταιρείες να αυξήσουν τους μισθούς και τις αμοιβές για το υπάρχον προσωπικό τους, καθώς επιδιώκουν να ενισχύσουν την τάση παραμονής των ανθρώπων στην εργασία τους. Κάνοντας τα πράγματα ακόμη πιο περίπλοκα, η απεργιακή δραστηριότητα αυξάνεται.
Διάφοροι παράγοντες βοηθούν στην εξήγηση των καθυστερημένων αντιδράσεων της Fed, ξεκινώντας από πλευρές συμπεριφορικής.
Η κεντρική τράπεζα έχει βρεθεί όμηρος ενός συγκεκριμένου πλαισίου το οποίο, δυστυχώς, διακήρυξε σε υπερβολικό βαθμό δημόσια και πλέον έχει συνδεθεί με την αξιοπιστία και το κύρος της.
Πρόκειται για ένα πλαίσιο το οποίο είναι ευχάριστο στα αφτιά, όχι μόνο σε εκείνα των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, αλλά και σε εκείνα των χρηματοπιστωτικών αγορών, γεγονός που κάνει όλο και πιο δύσκολη την αλλαγή του. Η γνωσιακή αδράνεια έχει ενισχυθεί από την άκαιρη υιοθέτηση ενός “νέου νομισματικού πλαισίου”, το οποίο έχει χτιστεί για τον μακροοικονομικό κόσμο του χθες (δηλαδή την ελλιπή συνολική ζήτηση) και όχι γι’ αυτόν του σήμερα (ελλιπής προσφορά). Πολιτικοί παράγοντες και στάσεις μπορεί επίσης να παίζουν τον ρόλο τους.
Η υποχρεωτική στροφή
Αναμφίβολα, μια γνωσιακή μετάβαση θα επιβληθεί στη Fed καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις συνεχίζουν να ενισχύονται και καθώς οι αγορές αρχίζουν να αμφισβητούν πιο έντονα την στάση της όσον αφορά την νομισματική πολιτική.
Πράγματι, η σχεδόν δογματική τήρηση μιας αυστηρής γραμμής περί “παροδικού πληθωρισμού” έχει υποχωρήσει σε ορισμένα σημεία στις έννοιες του “εκτεταμένα μεταβατικού”, του “επίμονα παροδικού” και του “κυλιόμενα μεταβατικού” – συμβιβαστικές διατυπώσεις που, δυστυχώς, στερούνται αναλυτικής αυστηρότητας, δεδομένου ότι το όλο θέμα σε μια παροδική διαδικασία είναι ότι δεν διαρκεί αρκετά ώστε να αλλάξει συμπεριφορές και στάσεις.
Ωστόσο, οι συμπεριφορές των καταναλωτών και των παραγωγών αλλάζουν ήδη ως απάντηση στον υψηλό και επίμονο πληθωρισμό, όπως συμβαίνει και με ορισμένα κράτη, όπως η Κίνα, αλλά και με κεντρικές τράπεζες, ιδιαίτερα εκείνες στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά και με έναν αυξανόμενο αριθμό τους στις προηγμένες οικονομίες.
Υποψιάζομαι έντονα ότι η επερχόμενη εξέλιξη στην αφήγηση της Fed για τον πληθωρισμό θα έρθει με ένταση της ρητορικής η οποία επιδιώκει να διαχωρίσει ουσιαστικά, σε χρόνο και σε κλίμακα, τη μείωση των αγορών περιουσιακών στοιχείων μεγάλης κλίμακας από τις αυξήσεις επιτοκίων. Όσο μακρύτερα σε χρόνο και σκληρότερα επιβάλλει η Fed αυτή τη διάκριση, τόσο πιο πιθανό είναι να αντιμετωπίσει αντίσταση στην αγορά, καθώς οι επενδυτές σταθερού εισοδήματος θα συνειδητοποιούν ότι, αντί να προσφέρει έγκαιρη και τακτική αναπροσαρμογή της νομισματικής πολιτικής, η Fed θα αντιμετωπίζει μια αυξανόμενη πιθανότητα να χρειαστεί να πραγματοποιήσει απότομη στροφή νομισματικής πολιτικής στα μισά του δρόμου.
Θα πρόκειται για μια “στροφή με χειρόφρενο”, για να δανειστώ μια φράση από τον Andrew Haldane, πρώην επικεφαλής οικονομολόγο της BoE.
Ένα τέτοιο σενάριο – μιας καθυστερημένης και μερικής απάντησης αρχικά, ακολουθούμενης από μια βίαιη-απότομη κάλυψη της απόστασης στη συνέχεια – θα αποτελούσε το μεγαλύτερο λάθος νομισματικής πολιτικής εδώ και περισσότερα από 40 χρόνια.
Θα εκτροχίαζε την ατζέντα μετασχηματιστικής πολιτικής του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και θα υπονόμευε άσκοπα την οικονομική και χρηματοοικονομική ευημερία της Αμερικής. Θα μετέδιδε επίσης κύματα αστάθειας τα οποία θα μπορούσαν να αποφευχθούν σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Είναι ένας κίνδυνος που ακόμη μπορεί – και πρέπει – να αποφευχθεί, αν και ο χρόνος της Fed για κάτι τέτοιο τελειώνει επικίνδυνα.
Πηγή: Capital.gr