Το «μακεδονικό» ζήτημα βγαίνει σήμερα στην επικαιρότητα με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και συγκεκριμένα, λόγω της πρόθεσης του ΝΑΤΟ να αναπτύξει περαιτέρω τις δυνάμεις του και να προωθήσει τις βάσεις του στην περιοχή των Βαλκανίων, στο πλαίσιο της στρατηγικής του προέλασης προς την Ανατολή και την παγκόσμια κυριαρχία. Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι ένα κρατίδιο που προέκυψε από τη στρατηγική διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και που οι κυβερνήσεις του –όπως και οι δικές μας– είναι πολιτικά υποχείρια των ΗΠΑ. Το κράτος αυτό προορίζεται σύντομα από τους Αμερικανούς να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ώστε να εγκατασταθούν στα εδάφη του νατοϊκές βάσεις, οι οποίες θα εξυπηρετήσουν καλύτερα τον γεωστρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ. Δημιουργείται, λοιπόν, άλλο ένα προκεχωρημένο φυλάκιο και για γίνει η διαδικασία όπως ξέρουν καλά οι ιμπεριαλιστές ότι εξυπηρετεί μακροπρόθεσμα τα σχέδιά τους, πρέπει να αποπροσανατολίσουν την προσοχή των βαλκανικών λαών από τη στρατηγική τους και να τους θολώσουν το οπτικό πεδίο μέσω της πυροδότησης εθνικιστικών και αλυτρωτικών υστεριών και επεισοδίων.
Το ζήτημα του ονόματος δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως θέμα αυτοπροσδιορισμού κάποιας εθνότητας. Εδώ δεν έχουμε μια εθνότητα που παλεύει να αποτινάξει την εθνική της καταπίεση, αλλά κάτι άλλο: οι ιμπεριαλιστές που ελέγχουν το κρατίδιο, εκμεταλλευόμενοι τις ιστορικές ιδιαιτερότητες της περιοχής, πιέζουν για μια ονομασία τέτοια που να πυροδοτεί τον εθνικισμό και να υποθάλπει τον αλυτρωτισμό ανάμεσα σε αυτό και τα γύρω κράτη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Μακεδονία αποτελεί μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή που μετά τον δεύτερο βαλκανικό πόλεμο και τη συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) χωρίστηκε στα τρία (Σερβία, Βουλγαρία και Ελλάδα), αλλά αυτό δεν ισοδυναμεί και με τον χωρισμό ενός μακεδονικού έθνους σε τρεις χώρες. Υπήρχαν κατά βάση Σλάβοι, Βούλγαροι και Έλληνες, μπορεί κάποιοι από αυτούς να αυτοπροσδιορίζονταν ως Μακεδόνες, αλλά, φυσικά, δεν υπάρχει ένα τέτοιο έθνος που να ανάγεται με ιστορική συνέχεια στο αρχαίο μακεδονικό φύλο. Κάτι τέτοιο δεν μπορούν να ισχυριστούν ούτε οι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής. Η επιμονή των κυβερνήσεων της πΓΔΜ να παραπέμπουν συμβολικά συνεχώς στους αρχαίους Μακεδόνες και τον μέγα Αλέξανδρο αποτελεί σαφέστατα έκφραση αλυτρωτισμού.
Στον βαθμό που στη δοσμένη συνθήκη ο αυτοπροσδιορισμός «Μακεδονία» εξυπηρετεί πρωτίστως τον ιμπεριαλιστικό σχεδιασμό για την πυροδότηση εθνικιστικής αντιπαλότητας και την υπονόμευση της ειρήνης στα Βαλκάνια, δεν μπορούμε θεωρήσουμε ως μόνη διάσταση την αυτοδιάθεση των εθνών. Από τη μία πρέπει να ληφθεί υπόψη η πραγματική ιστορική αναφορά αυτού του λαού στη Μακεδονία, αλλά από την άλλη, πρέπει να ληφθεί υπόψη και ότι πρόκειται για την απαίτηση ενός κράτους-προτεκτοράτου των ΗΠΑ, που απειλεί ευθέως την εθνική ακεραιότητα της Ελλάδας. Εάν δεν υπήρχε ο παράγοντας της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και για τα δύο κράτη, η συζήτηση θα ήταν πολύ διαφορετική. Φυσικά, οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί και η εκδίπλωση των αμερικανικών δυνάμεων προς τα ανατολικά δεν εξαρτώνται από ένα όνομα ούτε η ματαίωσή τους καθορίζεται από αυτό. Απαιτείται ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και συνεργασία των βαλκανικών λαών σε αυτήν την πάλη. Ακριβώς από αυτήν την τελευταία σκοπιά, δηλαδή από την άποψη της διευκόλυνσης συνεργασίας των λαών, έχει μια σημασία και το όνομα. Είναι προτιμότερο να υπάρξει μια ονομασία που να μην υπονομεύει άμεσα τη σχέση των δύο λαών και να τους παρασύρει σε εθνικιστικές αντιπαραθέσεις ή και συγκρούσεις. Γι’ αυτό είναι προτιμότερος ένας γεωγραφικός προσδιορισμός, ώστε να περιοριστεί το εθνικιστικό και αλυτρωτικό στίγμα. Ωστόσο, το κύριο πρόβλημα παραμένει η ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και η περαιτέρω ανάπτυξη της αμερικανικής γεωστρατηγικής επιρροής με νέες βάσεις στην πλάτη των βαλκανικών λαών.
Ο εθνικισμός που καλλιεργείται σήμερα στα συλλαλητήρια δεν είναι ο κύριος εχθρός, παρά το γεγονός ότι η αντιμετώπισή του είναι ένα από τα βασικά μας καθήκοντα. Σε περίπτωση που το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα προτάξει το αντιεθνικιστικό, κινδυνεύει να δημιουργήσει μια στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας, όπου η αιτία των προβλημάτων των λαών είναι ο εθνικισμός των μαζών. Πρώτη αιτία είναι οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ, που η πραγματοποίησή τους διευκολύνεται και διεκπεραιώνεται από τις υποταγμένες ντόπιες αστικές τάξεις και τις πολιτικές μαριονέτες των κυβερνήσεων των βαλκανικών κρατών. Η εξ αυτής της αφορμής προσπάθεια των ντόπιων αστικών τάξεων να αποσπάσουν όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη, δεν αναιρεί τον εξαρτημένο χαρακτήρα τους και την υποταγή τους στο στρατηγικό στόχο των ΗΠΑ. Ακολούθως, οι σχεδιασμοί αυτοί προωθούνται ευκολότερα με την καλλιέργεια και την πυροδότηση του εθνικισμού των λαών. Αυτό το έργο αναλαμβάνουν πληρωμένοι φορείς και έμμισθες προσωπικότητες σε διατεταγμένη υπηρεσία, που στη συνέχεια συμπαρασύρουν και πιο αθώες περιπτώσεις, ώσπου φτάνουν να κινητοποιήσουν και μέρος των λαϊκών μαζών (δείτε το ρόλο της αμερικανοθρεμμένης και φιλοχουντικής Παμμακεδονικής Ένωσης Υφηλίου, του Φράγκου, του Μιχάκη και άλλων φασιστοειδών στην οργάνωση των εθνικιστικών συλλαλητηρίων, αλλά και την ατυχή συμμετοχή του Μίκυ Θεοδωράκη).
Οι ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων της χώρας μας είναι παραδοσιακά συνδεδεμένες (=δεμένες χειροπόδαρα) με το άρμα των ΗΠΑ και πάντα σπεύδουν να ικανοποιήσουν τις όποιες επιθυμίες-απαιτήσεις τους, άλλες φορές με το αζημίωτο και άλλες χωρίς ούτε ένα ξεροκόμματο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίζει στο ξεροκόμματο της εύνοιας έως τις επόμενες εκλογές, οι ΑΝΕΛ και ο Λεβέντης επιδίδονται σε ανέξοδους λεονταρισμούς και το ΠΑΣΟΚ (Κίνημα Αλλαγής) και η ΝΔ κάνουν την πάπια, διότι ο ρόλος τους είναι η διαδοχή υπό το ίδιο αφεντικό, συνεπώς ασκούν κριτική για ανικανότητα στον ΣΥΡΙΖΑ προς άγραν ψήφων αλλά υποστηρίζουν την ίδια πολιτική.
Ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτε από αυτούς. Μόνο ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα και οι αγώνες του μπορούν να εμποδίσουν τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και να προστατεύσουν τους λαούς από νέα αιματοκυλίσματα. Είναι ανάγκη να συγκροτηθεί ένα λαϊκό, πατριωτικό, αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο και να αναπτυχθεί ένα αντίστοιχο κίνημα, το οποίο θα θέσει στο στόχαστρό του πρωτίστως δύο βασικά καθήκοντα που υπαγορεύονται από τη σημερινή κατάσταση:
α) την καταγγελία και την προσπάθεια ματαίωσης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια
β) την πάλη κατά του εθνικισμού που δηλητηριάζει το λαό μας
Όχι σε κάθε εθνικισμό και αλυτρωτισμό, ντόπιο και ξένο
Οι Λαοί θέλουν ελεύθερες Πατρίδες και Ειρήνη,
το ΝΑΤΟ θέλει προτεκτοράτα και Πόλεμο
εξω το ΝΑΤΟ από τα Βαλκάνια
*Πηγή: kordatos.org
Το ζήτημα του ονόματος δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως θέμα αυτοπροσδιορισμού κάποιας εθνότητας. Εδώ δεν έχουμε μια εθνότητα που παλεύει να αποτινάξει την εθνική της καταπίεση, αλλά κάτι άλλο: οι ιμπεριαλιστές που ελέγχουν το κρατίδιο, εκμεταλλευόμενοι τις ιστορικές ιδιαιτερότητες της περιοχής, πιέζουν για μια ονομασία τέτοια που να πυροδοτεί τον εθνικισμό και να υποθάλπει τον αλυτρωτισμό ανάμεσα σε αυτό και τα γύρω κράτη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Μακεδονία αποτελεί μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή που μετά τον δεύτερο βαλκανικό πόλεμο και τη συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) χωρίστηκε στα τρία (Σερβία, Βουλγαρία και Ελλάδα), αλλά αυτό δεν ισοδυναμεί και με τον χωρισμό ενός μακεδονικού έθνους σε τρεις χώρες. Υπήρχαν κατά βάση Σλάβοι, Βούλγαροι και Έλληνες, μπορεί κάποιοι από αυτούς να αυτοπροσδιορίζονταν ως Μακεδόνες, αλλά, φυσικά, δεν υπάρχει ένα τέτοιο έθνος που να ανάγεται με ιστορική συνέχεια στο αρχαίο μακεδονικό φύλο. Κάτι τέτοιο δεν μπορούν να ισχυριστούν ούτε οι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής. Η επιμονή των κυβερνήσεων της πΓΔΜ να παραπέμπουν συμβολικά συνεχώς στους αρχαίους Μακεδόνες και τον μέγα Αλέξανδρο αποτελεί σαφέστατα έκφραση αλυτρωτισμού.
Στον βαθμό που στη δοσμένη συνθήκη ο αυτοπροσδιορισμός «Μακεδονία» εξυπηρετεί πρωτίστως τον ιμπεριαλιστικό σχεδιασμό για την πυροδότηση εθνικιστικής αντιπαλότητας και την υπονόμευση της ειρήνης στα Βαλκάνια, δεν μπορούμε θεωρήσουμε ως μόνη διάσταση την αυτοδιάθεση των εθνών. Από τη μία πρέπει να ληφθεί υπόψη η πραγματική ιστορική αναφορά αυτού του λαού στη Μακεδονία, αλλά από την άλλη, πρέπει να ληφθεί υπόψη και ότι πρόκειται για την απαίτηση ενός κράτους-προτεκτοράτου των ΗΠΑ, που απειλεί ευθέως την εθνική ακεραιότητα της Ελλάδας. Εάν δεν υπήρχε ο παράγοντας της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και για τα δύο κράτη, η συζήτηση θα ήταν πολύ διαφορετική. Φυσικά, οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί και η εκδίπλωση των αμερικανικών δυνάμεων προς τα ανατολικά δεν εξαρτώνται από ένα όνομα ούτε η ματαίωσή τους καθορίζεται από αυτό. Απαιτείται ισχυρό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και συνεργασία των βαλκανικών λαών σε αυτήν την πάλη. Ακριβώς από αυτήν την τελευταία σκοπιά, δηλαδή από την άποψη της διευκόλυνσης συνεργασίας των λαών, έχει μια σημασία και το όνομα. Είναι προτιμότερο να υπάρξει μια ονομασία που να μην υπονομεύει άμεσα τη σχέση των δύο λαών και να τους παρασύρει σε εθνικιστικές αντιπαραθέσεις ή και συγκρούσεις. Γι’ αυτό είναι προτιμότερος ένας γεωγραφικός προσδιορισμός, ώστε να περιοριστεί το εθνικιστικό και αλυτρωτικό στίγμα. Ωστόσο, το κύριο πρόβλημα παραμένει η ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και η περαιτέρω ανάπτυξη της αμερικανικής γεωστρατηγικής επιρροής με νέες βάσεις στην πλάτη των βαλκανικών λαών.
Ο εθνικισμός που καλλιεργείται σήμερα στα συλλαλητήρια δεν είναι ο κύριος εχθρός, παρά το γεγονός ότι η αντιμετώπισή του είναι ένα από τα βασικά μας καθήκοντα. Σε περίπτωση που το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα προτάξει το αντιεθνικιστικό, κινδυνεύει να δημιουργήσει μια στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας, όπου η αιτία των προβλημάτων των λαών είναι ο εθνικισμός των μαζών. Πρώτη αιτία είναι οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ, που η πραγματοποίησή τους διευκολύνεται και διεκπεραιώνεται από τις υποταγμένες ντόπιες αστικές τάξεις και τις πολιτικές μαριονέτες των κυβερνήσεων των βαλκανικών κρατών. Η εξ αυτής της αφορμής προσπάθεια των ντόπιων αστικών τάξεων να αποσπάσουν όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη, δεν αναιρεί τον εξαρτημένο χαρακτήρα τους και την υποταγή τους στο στρατηγικό στόχο των ΗΠΑ. Ακολούθως, οι σχεδιασμοί αυτοί προωθούνται ευκολότερα με την καλλιέργεια και την πυροδότηση του εθνικισμού των λαών. Αυτό το έργο αναλαμβάνουν πληρωμένοι φορείς και έμμισθες προσωπικότητες σε διατεταγμένη υπηρεσία, που στη συνέχεια συμπαρασύρουν και πιο αθώες περιπτώσεις, ώσπου φτάνουν να κινητοποιήσουν και μέρος των λαϊκών μαζών (δείτε το ρόλο της αμερικανοθρεμμένης και φιλοχουντικής Παμμακεδονικής Ένωσης Υφηλίου, του Φράγκου, του Μιχάκη και άλλων φασιστοειδών στην οργάνωση των εθνικιστικών συλλαλητηρίων, αλλά και την ατυχή συμμετοχή του Μίκυ Θεοδωράκη).
Οι ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων της χώρας μας είναι παραδοσιακά συνδεδεμένες (=δεμένες χειροπόδαρα) με το άρμα των ΗΠΑ και πάντα σπεύδουν να ικανοποιήσουν τις όποιες επιθυμίες-απαιτήσεις τους, άλλες φορές με το αζημίωτο και άλλες χωρίς ούτε ένα ξεροκόμματο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίζει στο ξεροκόμματο της εύνοιας έως τις επόμενες εκλογές, οι ΑΝΕΛ και ο Λεβέντης επιδίδονται σε ανέξοδους λεονταρισμούς και το ΠΑΣΟΚ (Κίνημα Αλλαγής) και η ΝΔ κάνουν την πάπια, διότι ο ρόλος τους είναι η διαδοχή υπό το ίδιο αφεντικό, συνεπώς ασκούν κριτική για ανικανότητα στον ΣΥΡΙΖΑ προς άγραν ψήφων αλλά υποστηρίζουν την ίδια πολιτική.
Ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτε από αυτούς. Μόνο ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα και οι αγώνες του μπορούν να εμποδίσουν τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και να προστατεύσουν τους λαούς από νέα αιματοκυλίσματα. Είναι ανάγκη να συγκροτηθεί ένα λαϊκό, πατριωτικό, αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο και να αναπτυχθεί ένα αντίστοιχο κίνημα, το οποίο θα θέσει στο στόχαστρό του πρωτίστως δύο βασικά καθήκοντα που υπαγορεύονται από τη σημερινή κατάσταση:
α) την καταγγελία και την προσπάθεια ματαίωσης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια
β) την πάλη κατά του εθνικισμού που δηλητηριάζει το λαό μας
Όχι σε κάθε εθνικισμό και αλυτρωτισμό, ντόπιο και ξένο
Οι Λαοί θέλουν ελεύθερες Πατρίδες και Ειρήνη,
το ΝΑΤΟ θέλει προτεκτοράτα και Πόλεμο
εξω το ΝΑΤΟ από τα Βαλκάνια
*Πηγή: kordatos.org