Αποτυχημένες είναι σχεδόν οι μισές ρυθμίσεις που προωθούν οι τράπεζες στα κόκκινα δάνεια, καθώς οι δανειολήπτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις νέες χαμηλότερες μηνιαίες δόσεις που συμφωνούνται.
Ταυτόχρονα, ο ρυθμός δημιουργίας νέων επισφαλειών παραμένει σε υψηλά επίπεδα, φορτώνοντας συνεχώς τους ισολογισμούς των τραπεζών με νέα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.
Το γεγονός αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στους σχετικούς δείκτες, οι οποίοι παρά τις αυξανόμενες και πιο μακροπρόθεσμες αναδιαρθρώσεις που προωθούνται, συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία.
Οι τράπεζες έχουν καταφέρει έως σήμερα να κινούνται εντός των στόχων του επιχειρησιακού τους σχεδιασμού, επίδοση ωστόσο που οφείλεται στις αυξημένες διαγραφές, ενώ θα έπρεπε τουλάχιστον το ήμισυ της επιδιωκόμενης προσαρμογής να προέρχεται από οργανικές επιδόσεις, δηλαδή από το «πρασίνισμα» προβληματικών χορηγήσεων.
Τι δείχνουν τα μεγέθη
Η πορεία των δεικτών στα τέσσερα τελευταία τρίμηνα που έχουν δημοσιευτεί, αποτυπώνει ξεκάθαρα την αδυναμία των τεσσάρων συστημικών ομίλων να προωθήσουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις.
Ειδικότερα, από τον Ιούλιο του 2016 έως και τον Ιούνιο του 2017 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που συμπλήρωσαν 90 ημέρες καθυστέρησης ήταν περισσότερα κατά 118 εκατ. ευρώ από τις χορηγήσεις που ρυθμίστηκαν την ίδια περίοδο.
Ωστόσο, ο σχηματισμός νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), στα οποία περιλαμβάνονται εκτός από τα NPLs, τα ρυθμισμένα δάνεια και όσα εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες να συμπληρώσουν τρεις συνεχείς μήνες καθυστέρησης, προσέγγισε τα 200 εκατ. ευρώ.
Δηλαδή, σημειώθηκαν στους δείκτες NPEs καθαρές εισροές σχεδόν διπλάσιες από τα νέα NPLs, στοιχείο ενδεικτικό του χαμηλού βαθμού θεραπείας των δανείων που αναδιαρθρώνονται.
Σημειώνεται ότι για να εξέλθει ένα δάνειο από τους δείκτες NPEs χρειάζονται τουλάχιστον 12 μήνες ομαλών αποπληρωμών.