Είναι ευκολότερο να σκεφτούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού.
Ο αφορισμός είναι, πλέον, πολύ γνωστός και αποδεκτός. Εκφράζει την απίσχνανση του κοινωνικού φαντασιακού σε ό,τι αφορά εναλλακτικές δυνατότητες ζωής τις τελευταίες δεκαετίες.
Με άλλα λόγια, δείχνει τη μεγάλη ισχύ του καπιταλισμού να παρουσιάζει τον ίδιο ως «το μόνο παιχνίδι στην πόλη».
Είναι ευκολότερο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού, έστω κι αν το τέλος του κόσμου το πιθανότερο είναι να προέλθει από τη συνέχιση της καπιταλιστικής ύβρης.
Το σύνολο σχεδόν των διακινδυνεύσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η ανθρωπότητα -διατροφική κρίση, ενεργειακή καθυστέρηση, ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή, εκτεταμένα οικονομικά αδιέξοδα- είναι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, συνδεδεμένες με τις απαιτήσεις της καπιταλιστικής συσσώρευσης.
Η επίλυση των προβλημάτων αυτών είναι ασύμβατη με την επιδίωξη της κεφαλαιακής κερδοφορίας.
Πράγμα που έχει τεκμηριωθεί, θεωρητικά και εμπειρικά – και όχι μόνο από τους μαρξιστές, που χωρίς αμφιβολία έχουν κάνει την περισσότερη δουλειά.
Ο ίδιος ο Κέινς, εξαιρετικά εχθρικός -και αδικαιολόγητα απαξιωτικός- απέναντι στον Μαρξ, δεν αμφέβαλλε καθόλου πως η μόνη λύση για τη συνέχιση της -προσφιλούς στον ίδιο- αστικής τάξης πραγμάτων ήταν η «κοινωνικοποίηση των επενδύσεων».
Πέρασε καιρός, βέβαια, από τότε. Ο καπιταλισμός κατάφερε να επιβιώσει της Μεγάλης Κρίσης του ’30, αφού κατέστρεψε τον κόσμο με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διαχειρίστηκε την Κρίση του ’70, αναβάλλοντας τις εκκαθαριστικές της λειτουργίες στο μέλλον μέσα από ένα τερατώδες «πρόγραμμα χρέωσης» και φαίνεται να ελέγχει, με την ανοίκεια για τη νεοφιλελεύθερη λατρεία των αγορών πρωτοφανή κρατική παρέμβαση διάσωσης, προσώρας, την τωρινή Μεγάλη Κρίση.
Είναι, όμως, έτσι; Είμαστε μάρτυρες της υπέρβασης της Παγκόσμιας Κρίσης του 2008, όπως διακηρύσσουν όλο και περισσότεροι στον κόσμο;
Οχι, δεν είναι έτσι.
Πρόκειται για προπαγάνδα. Απεγνωσμένη, όταν εκφέρεται από γνώστες-μέλη της διεθνούς -πολιτικής και οικονομικής- ελίτ, απλώς ανόητη, όταν εκπέμπεται από τον εγχώριο θατσερικό λαϊκισμό.
Ολα τα στοιχεία δείχνουν πως η κατάρρευση αποφεύχθηκε προσωρινά με την τεράστια επίθεση αναδιανομής πλούτου, εισοδημάτων και δικαιωμάτων σε βάρος του κόσμου της εργασίας, που έδωσε μια ανάσα στην καπιταλιστική κερδοφορία.
Από την άλλη, το χρέος αντιμετωπίστηκε με… αύξηση του χρέους.
Η σκασμένη φούσκα αντικαταστάθηκε από μια περισσότερο εύθραυστη και η επερχόμενη «ανατίναξη» της νέας φούσκας είναι μια πολύ ασφαλής πρόβλεψη.
Με μαρξικούς όρους, βρισκόμαστε εδώ και καιρό σε συνθήκες υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Με άλλα λόγια, υπάρχει πάρα πολύ κεφάλαιο που δεν βρίσκει ευκαιρίες αξιοποίησης, δεν βρίσκει, δηλαδή, ικανοποιητικά κερδοφόρες διεξόδους.
Στην πρόσφατη Κρίση, η μόνη προσπάθεια να υπάρξει μια ενεργητική πολιτική υπέρβασης ήρθε από την Κίνα.
Οπως σημειώνει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ («Δρόμοι και τρόποι του κόσμου, εκδόσεις Angelus Novus, 2017), «η Κίνα ανέλαβε την πρωτοκαθεδρία στην επιχείρηση διάσωσης του παγκόσμιου καπιταλισμού μετά την καταστροφή, μετά το 2008, με την κολοσσιαία αστικοποίηση και τις επενδύσεις στο δομημένο περιβάλλον […] Μετά το 2008 τουλάχιστον το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της Κίνας προερχόταν μόνο από την οικοδόμηση κατοικιών και αν σε αυτό προστεθούν όλες οι υλικές υποδομές […] σχεδόν το μισό ΑΕΠ της Κίνας [αφορούσε] επενδύσεις [κυρίως] στο δομημένο περιβάλλον».
Διαφορετικά ειπωμένο, η Κίνα αντιμετώπισε -προς όφελος του παγκόσμιου καπιταλισμού- την υπερσυσσώρευση με υπερσυσσώρευση, μέσα, μάλιστα, από μια τεράστια αύξηση του εταιρικού χρέους.
Αν θέλαμε να αντιληφθούμε την υλική σημασία της κινεζικής πολιτικής, αρκεί να σημειώσουμε πως η Κίνα κατανάλωσε μεταξύ 2011 και 2013 6,651 εκατομμύρια τόνους τσιμέντο, ενώ, στη διάρκεια ολόκληρου του 20ού αιώνα οι ΗΠΑ κατανάλωσαν «μόλις» 4,405 εκατομμύρια τόνους.
Κι επειδή τα προβλήματα συνεχίζονται, προκειμένου να απορροφηθεί το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο, σχεδιάζουν να χτίσουν μία και μοναδική πόλη για να στεγάσουν εκατόν τριάντα εκατομμύρια ανθρώπους (τον πληθυσμό, δηλαδή, Γαλλίας και Βρετανίας μαζί)!
Με τα λόγια του Χάρβεϊ και πάλι, «στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουμε ασφαλώς ρίξει άφθονο τσιμέντο, ωστόσο οι Κινέζοι πρέπει να το ρίχνουν παντού, εντελώς ασυνείδητα […] Η επένδυση [ωστόσο] της μισής αύξησης του ΑΕΠ σε πάγιο κεφάλαιο που παράγει φθίνοντα ρυθμό ανάπτυξης δεν είναι μια καλή πρόταση».
Το ότι μακροχρόνια είναι άνθρακες και ο κινεζικός καπιταλιστικός θησαυρός αποτυπώνεται σε πολλούς δείκτες, από πέρσι το καλοκαίρι τουλάχιστον.
Το συμπέρασμα είναι πως χωρίς εκτεταμένη καταστροφή κεφαλαίου, μόνιμη διέξοδος για την καπιταλιστική κερδοφορία και συσσώρευση δεν μπορεί να υπάρξει.
Και η καταστροφή του κεφαλαίου σχεδόν πάντοτε συνοδεύεται από ένα είδος καταστροφής του κόσμου.
Το θέαμα των δύο βλαμμένων ηγετών που ανταλλάσσουν πυρηνικές απειλές μπορεί να αποδειχτεί η εισαγωγή σε μια τέτοια περίοδο. Οι βλαμμένοι θα είναι τόσο υπεύθυνοι όσο κι ο νεαρός του Σαράγεβο το 1914.
*Πηγή: efsyn.gr