Η όψιμη οικολογική ευαισθησία της κυβέρνησης με στόχο την άμεση απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ενέργειας και η επαναλειτουργία του τραίνου, φέρνουν στη μνήμη μας τις προτάσεις που είχαν γίνει στο παρελθόν και τον τρόπο που αντιμετωπίσθηκαν από την κεντρική και τοπική εξουσία.
Από το 2002 ο ανεξάρτητος νομαρχιακός συνδυασμός «Αρκάδων Κοινόν» στο πρόγραμμά του ανέφερε «Μελέτη και προγραμματισμός για τη συνέχιση της λειτουργίας του ενεργειακού κέντρου Μεγαλόπολης στο μεταλιγνιτικό στάδιο. Διάθεση του ειδικού αναπτυξιακού πόρου (λιγνιτόσημο) στην κατεύθυνση ανάπτυξης της περιοχής μετά το τέλος του λιγνίτη. Χωροθέτηση βιοτεχνικού πάρκου στη Μεγαλόπολη και μελέτες για την εγκατάσταση μονάδων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κάτω από συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους». Στο αντίστοιχο δε πρόγραμμα του 2006 «χωροθέτηση Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙΠΕ) στη Μεγαλόπολη ώστε να αξιοποιηθεί παραγωγικά το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό και παραχώρηση για γεωργική χρήση των δημόσιων εκτάσεων των πρώην ορυχείων από τους κατοίκους της περιοχής».
Για το σιδηρόδρομο που ακόμα δεν είχε διακοπεί η λειτουργία του τόνιζε: «εκσυγχρονισμός του δικτύου της Πελοποννήσου και επέκταση του εμπορικού τομέα ώστε να γίνει βιώσιμο. Σύνδεση του δικτύου με το ενεργειακό κέντρο Μεγαλόπολης και τη βιομηχανική περιοχή Τρίπολης. Ίδρυση και λειτουργία εμπορευματικού σταθμού στη ΒΙ.ΠΕ. Τρίπολης».
Ανάλογες προτάσεις και μάλιστα επιστημονικά τεκμηριωμένες για τη λειτουργία του τραίνου έγιναν και από το σύλλογο «Φίλοι του σιδηρόδρομου».
Αυτές τις προτάσεις τόσο η κεντρική εξουσία όσο και η τοπική δέσμια της πολιτικής εξάρτησης, όχι μόνο δεν αξιοποίησαν, αλλά επιδίωξαν να περιθωριοποιήσουν αυτές τις φωνές και να ακολουθήσουν την πολιτική «βλέπουμε και κάνουμε». Η εξυπηρέτηση μεγάλων και τοπικών συμφερόντων και οι εκλογικές σκοπιμότητες ήταν ο μπούσουλας της δραστηριότητας τους.
Δεν αξιοποιήθηκε το λιγνιτόσημο και κονδύλια για τη δημιουργία υποδομών στη μεταλιγνητική περίοδο. Στη ΔΕΗ απαγορεύτηκε από το 1990 να δραστηριοποιηθεί με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Δεν υπήρξε σχέδιο χωροθέτησης για την εγκατάσταση ανανεώσιμων μονάδων ενέργειας και με κρατική επιδότηση διευκολύνθηκε η εγκατάσταση από ιδιώτες άναρχα σε πολλούς τόπους. Έτσι, οδηγήθηκε η ΔΕΗ στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και στη ιδιωτικοποίηση μεγάλου μέρους της ενέργειας, με δυσμενείς επιπτώσεις στο μέλλον για τους καταναλωτές.
Το τραίνο με την προσχηματική προσπάθεια εκσυγχρονισμού της γραμμής, αφού σπαταλήθηκαν εκατομμύρια ευρώ, έκλεισε. Τώρα είκοσι σχεδόν χρόνια μετά, τα ζητήματα αυτά έρχονται στην επικαιρότητα. Χωρίς ίχνος αυτοκριτικής μιλούν για «δίκαιη ανάπτυξη» και εξαγγέλλουν υποσχέσεις που έπρεπε να έχουν υλοποιηθεί είκοσι χρόνια πριν. Τώρα σκέφτηκαν να γίνει μελέτη για τη δημιουργία ΒΙ.ΠΕ και βιοτεχνικού πάρκου στη Μεγαλόπολη η οποία είναι προϋπόθεση για να γίνουν επενδύσεις και να καλυφθεί η απώλεια των θέσεων εργασίας των λιγνιτικών μονάδων (Ζήσε καρά μου ως τον Μάη να φας τριφύλλι)
Για το τραίνο εξήγγειλαν την επιβατική λειτουργία της γραμμής Κορίνθου- Ναυπλίου και τη μελέτη(!) της λειτουργίας της γραμμής Άργους – Καλαμάτας με συνδέσεις με ΒΙ.ΠΕ και λιμάνια και με εμπορευματική δραστηριότητα. Απουσιάζει βέβαια χρονοδιάγραμμα και το κυριότερο τα κεφάλαια για την πραγματοποίηση αυτών των επιδιώξεων. Η αντίληψη των ηγεσιών της αυτοδιοίκησης (πρώτου και δεύτερου βαθμού) να ζητάμε ότι δεν θέλουν άλλοι (σκουπίδια, φύλακες) είναι κατάντια η δε επιλογή τους της άκριτης στήριξης σε εξαγγελίες της κυβέρνησης που είναι αμφίβολο αν υλοποιηθούν για να δημιουργούν φρούδες ελπίδες, είναι τουλάχιστον επικίνδυνη.
Η επικείμενη απογραφή του 2021, αν και όποτε γίνει, θα πιστοποιήσει την γενικευμένη κρίση, την υποχώρηση του επιπέδου ανάπτυξης του τόπου και την πληθυσμιακή συρρίκνωση που φθάνει σε πολλές περιοχές την ερήμωση. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της περιοχής καθίσταται αναγκαία και επιτακτική. Η αξιοποίηση τόσο του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος όσο και η ισορροπία ανθρώπινης δραστηριότητας στην ανάπτυξη της γεωργίας, της βιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών είναι εκ των ουκ άνευ για την αλλαγή πορείας του τόπου. Ο υποκειμενικός παράγοντας, δηλαδή ο πολίτης, έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο.
Τρίπολη, Δεκέμβρης 2020