«Γιατί τώρα;» και «Γιατί στο Ιράκ;» είναι τα δυο ερωτήματα που απασχολούν ακόμη και ανώτατους αξιωματούχους εντός και εκτός των ΗΠΑ ύστερα από την εκτέλεση του Ιρανού υποστράτηγου Κασέμ Σολεϊμανί από αμερικανικό drone στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης.
Η προφανής, για ορισμένους, απάντηση ότι ο Τραμπ βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση στο εσωτερικό των ΗΠΑ και αναζητά εναγωνίως έναν αντιπερισπασμό ακόμη και αν αυτό απαιτεί να βυθίσει ένα σημαντικό τμήμα του πλανήτη στο χάος και τον πόλεμο, φαντάζει αρκετά πειστική. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι στην ίδια θέση βρίσκεται και ο βασικός του σύμμαχος στην περιοχή Μπενιαμίν Νετανιάχου. Αν προσθέσει κανείς και την επιρροή που έχει στις αμερικανικές εκλογές ο παράγοντας Σαουδική Αραβία, μια χώρα που προσπαθεί εδώ και χρόνια να πυροδοτήσει έναν πόλεμο με το Ιράν, μπορεί θεωρητικά να κλείσει εδώ τη συζήτηση έχοντας εντοπίσει τους βασικούς δράστες της κρίσης.
Όσο δελεαστικό και αν είναι όμως να αποδώσουμε αποκλειστικά σε πολιτικό τυχοδιωκτισμό τις πρόσφατες εξελίξεις, δεν πρέπει να χάσουμε τη μεγαλύτερη εικόνα, που αποκαλύπτει τις επιδιώξεις ενός τμήματος του αμερικανικού κατεστημένου στην περιοχή.
Η δολοφονία του Σολεϊμανί εντάσσεται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό που ξεκίνησε με τη μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και συνεχίζεται εδώ και μήνες με συνεχείς προκλήσεις της Ουάσιγκτον και των συμμάχων της. Το Ιράν απαντά σε αυτές τις προκλήσεις είτε άμεσα (π.χ με την κατάληψη ξένων δεξαμενόπλοιων) είτε έμμεσα μέσω των δικών του συμμαχιών (π.χ επίθεση των μαχητών Χούθι στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας). Η σημαντικότερη πρόκληση βέβαια, από την πλευρά των ΗΠΑ, είναι ο παράνομος, βάσει τους διεθνούς δικαίου, εμπορικός και οικονομικός αποκλεισμός ο οποίος έχει τρομακτικές συνέπειες για την ιρανική οικονομία, αλλά δεν έχει επιτύχει ακόμη τον στόχο του: Να οδηγήσει σε ανατροπή της κυβέρνησης στην Τεχεράνη είτε μέσω ενός πραξικοπήματος ή/και μιας γενικευμένης λαϊκής εξέγερσης.
Οι πρόσφατες αμερικανικές επιθέσεις σε φερόμενους «ιρανικούς στόχους» στο Ιράκ και τη Συρία, έδειξαν ότι οι ΗΠΑ επιχειρούν συντεταγμένα να προκαλέσουν την αντίδραση της Τεχεράνης, γεγονός που επιβεβαιώθηκε με τη δολοφονία Σολεϊμανί. Κυρίως όμως επιχειρούν να εξαλείψουν με στρατιωτικά μέσα την επιρροή της Τεχεράνης στο Ιράκ – φαινόμενο που οι ίδιες δημιούργησαν άθελά τους μετά την εισβολή και κατάληψη του Ιράκ το 2003.
Σε αυτή την προσπάθεια ο Τραμπ δεν είναι ένας μοναχικός και τρελός καβαλάρης. Παρά τις χλιαρές αντιδράσεις της ηγεσίας των Δημοκρατικών για την «απερισκεψία» της δολοφονίας Σολεϊμανί, το αμερικανικό πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο σπεύδει τώρα να στηρίξει την απόφαση του προέδρου. Το πρώτο βήμα είναι η συντεταγμένη προσπάθεια των αμερικανικών ΜΜΕ να παρουσιάσουν τον Ιρανό υποστράτηγο σαν ένα ανθρωπόμορφο κτήνος, «χειρότερο από τον Οσάμα Μπιν Λάντεν», που ευθύνεται για τον θάνατο χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών.
Όπως εξηγούσε βέβαια ο Βρετανός πρώην πρέσβης, Κρέγκ Μάρεϊ, τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια αφού το «90%των Αμερικανών που έχουν σκοτωθεί σε πολέμους ή τρομοκρατικές επιθέσεις στη Μέση Ανατολή σκοτώθηκαν από Σουνίτες και όχι από Σιίτες» όπως ο Σολεϊμάνι. Είναι επίσης τουλάχιστον αστείο να συγκρίνει κανείς τον Ιρανό στρατηγό με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν (δηλαδή έναν πρώην συνεργάτη των ΗΠΑ) αφού ο Σολεϊμανί είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στη μάχη εναντίον της Αλ Κάιντα. Για την ακρίβεια ήταν ο άνθρωπος που με εντολή της Τεχεράνης συνεργάστηκε με το Πεντάγωνο στον σχεδιασμό της αμερικανικής επίθεσης στο Αφγανιστάν, αμέσως μετά τις επιθέσεις της 11η Σεπτεμβρίου.
Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι όλες οι αμερικανικές επιθέσεις των τελευταίων ημερών έπληξαν δυνάμεις οι οποίες στο παρελθόν έδωσαν τις καθοριστικότερες μάχες απέναντι στην Αλ Κάιντα και στη συνέχεια στον ISIS (σε αυτή τη λίστα πρέπει να εντάξουμε και το πράσινο φως που έδωσε ο Τραμπ στον Ερντογάν να επιτεθεί στους Κούρδους μαχητές που πολεμούσαν τους τζιχαντιστές). Η Ουάσιγκτον λοιπόν όχι μόνο παραβιάζει και τις τελευταίες κόκκινες γραμμές του Ψυχρού πολέμου με το Ιράν, ανοίγοντας τις πύλες ενός γενικευμένου πολέμου στη Μέση Ανατολή, αλλά δημιουργεί και τις συνθήκες για την επιστροφή ακραίων ισλαμιστών, οι οποίοι πολλές φορές εξυπηρέτησαν τα συμφέροντά της.
Το γεγονός βέβαια ότι οι ΗΠΑ κινούνται βάσει σχεδίου στην διαρκή κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το Ιράν δεν σημαίνει ότι αυτό το σχέδιο έχει συνοχή ή ότι θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα
Ιράκ: Επιστροφή στο χάος ή την κατοχή
Το ερώτημα γιατί η επίθεση πραγματοποιήθηκε στη Βαγδάτη έχει δυο λογικές εξηγήσεις: Πρώτον γιατί από επιχειρησιακής απόψεως το ιρακινό έδαφος αποτελεί προνομιακό χώρο για τις αμερικανικές επιθέσεις και δεύτερον γιατί στέλνει ένα σαφές μήνυμα στους Ιρανούς αξιωματούχους να περιορίσουν τη δράση τους στο εσωτερικό της χώρας. Στην πραγματικότητα όμως η συγκεκριμένη επιλογή ενδέχεται να αποδειχθεί μπούμερανγκ για τους αμερικανικούς σχεδιασμούς.
Η επίθεση πραγματοποιήθηκε καθώς η οργή εναντίον της αμερικανικής παρουσίας κλιμακώνεται όχι μόνο ανάμεσα στους φιλο-ιρανούς, σιίτες πολιτικούς, αλλά και σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού. Μπορεί το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να απέδωσε στο Ιράν την πρόσφατη εισβολή στην αμερικανική πρεσβεία, η αλήθεια όμως είναι ότι οι χιλιάδες διαδηλωτές που κατεβαίνουν εδώ και εβδομάδες στους δρόμους της ιρανικής πρωτεύουσας καταγγέλλουν τόσο την αμερικανική παρουσία στη χώρα τους όσο και τη διαρκή αύξηση της επιρροής της Τεχεράνης. Παρεμπιπτόντως να σημειωθεί ότι η καταστολή της λαϊκής εξέγερσης στο Ιράκ, αποτελεί ίσως το μοναδικό κοινό στόχο της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης.
Η δολοφονία του Σολεϊμανί, χωρίς την τυπική έστω έγκριση της ιρακινής κυβέρνησης, αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της εδαφικής κυριαρχίας της χώρας. Η αναμενόμενη λοιπόν απάντηση του ιρακινού κοινοβουλίου και της κυβέρνησης είναι να ζητήσουν την άμεση απομάκρυνση των Αμερικανών στρατιωτών που σταθμεύουν στη χώρα με πρόσχημα την εκπαίδευση του ιρακινού στρατού. Σε αυτή την περίπτωση οι ΗΠΑ είτε θα πρέπει να αποχωρήσουν (γεγονός αδιανόητο για τα συμφέροντά τους στην περιοχή) είτε να αγνοήσουν την απόφαση, γεγονός που θα οδηγήσει σε εκτεταμένη πολιτική κρίση.
Σε όλα τα ενδεχόμενα, δηλαδή, η δολοφονία του Σολεϊμανί θα ενισχύσει την παρουσία και την επιρροή της Τεχεράνης και μάλιστα των πιο σκληροπυρηνικών υποστηρικτών της στο Ιράκ. Υπό αυτή την έννοια οι πρόσφατες κινήσεις του Λευκού Οίκου έρχονται απλώς να προστεθούν σε μια σειρά καταστροφικών αποφάσεων των ΗΠΑ οι οποίες φέρνουν το Ιράκ όλο και πιο κοντά στην αγκαλιά της Τεχεράνης. Η διατήρηση των αμερικανικών δυνάμεων θα απαιτεί όλο και μεγαλύτερη ποσότητα στρατιωτικής βίας, υποδαύλισης εμφύλιων συρράξεων η ακόμη και ενός πραξικοπήματος από την πλευρά της Ουάσιγκτον. Ήδη η αποστολή άλλων 3.500 Αμερικανών στρατιωτών στο Ιράκ, που ανακοινώθηκε τα ξημερώματα του Σαββάτου και οι νέοι αμερικανικοί βομβαρδισμοί εναντίων σιιτικών στόχων στα προάστια της Βαγδάτης, μας προϊδεάζουν για εικόνες νέας κατοχής που έρχεται.
Αυτές οι κινήσεις όμως της αμερικανικής αυτοκρατορίας δεν αποτελούν ένδειξη ισχύος, αλλά αδυναμίας διαχείρισης των κρίσεων που οι ίδιες δημιούργησαν στο Ιράκ αλλά και τη Συρία.