Δεν πείθει τις Βρυξέλλες η ελληνική πρόταση για τους λιγνίτες

1784
δεη

Τοίχο δυσπιστίας φαίνεται ότι συνάντησε στις Βρυξέλλες η ελληνική πρόταση για τους λιγνίτες, που θα πρέπει να υποστεί «ουσιώδεις αλλαγές» προκειμένου να προσελκύσει ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον.
Επιβεβαιώνοντας τα σενάρια, το κλίμα που φαίνεται ότι συνάντησε η ελληνική αντιπροσωπεία στην έδρα της DG Comp ήταν από επιφυλακτικό έως αρνητικό, με τους κοινοτικούς να αμφισβητούν ότι το ελληνικό πακέτο έχει πιθανότητες επιτυχίας στο δεσμευτικό από το μνημόνιο, market test του Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι συνομιλητές της ελληνικής πλευράς επανέλαβαν τις ενστάσεις τους, υποστήριξαν ότι η πρόταση δεν ανταποκρίνεται στο 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ και ζήτησαν αντί για την άδεια της Μελίτη ΙΙ στη Φλώρινα, να προστεθεί μια πραγματική μονάδα, όχι μια που να βρίσκεται στα χαρτιά. Δηλαδή να συμπεριληφθεί στο πακέτο μια μονάδα που ήδη να λειτουργεί, και όχι κάποια που υπάρχει μόνο στα χαρτιά και είτε η ΔΕΗ είτε κάποιος άλλος θα πρέπει να κατασκευάσει.
Η άδεια για τη Μελίτη ΙΙ, αποτελεί συστατικό στοιχείο του ελληνικού λιγνιτικού πακέτου, που περιλαμβανει επίσης την σύγχρονη μονάδα Μελίτη ΙΙ, και τις δύο πεπαλαιωμένες στο σταθμό του Αμυνταίου, που χρήζουν εκτεταμένης αναβάθμισης, μαζί με τα ορυχεία που τις τροφοδοτούν (Αμύνταιο, Βεύη, και Λακκιά).
Σε κάθε περίπτωση, συμφωνία δεν υπήρξε, καθώς ούτως ή άλλως η συνάντηση ήταν «ανιχνευτική» των προθέσεων της DG Comp, και η διαπραγμάτευση θα συνεχιστεί τις επόμενες ημέρες όχι κατ’ ανάγκη «δια ζώσης» αλλά μέσα από την ανταλλαγή επιστολών.
Η ουσία ωστόσο είναι ότι το ελληνικό πακέτο, χρειάζεται αναπροσαρμογές προκειμένου να πείσει τη DG Comp, δίχως φυσικά αυτό να σημαίνει ότι ακόμη και αν πάρει το πράσινο φως των Βρυξελλών, θα βρει ανταπόκριση από ισχυρούς δυτικοευρωπαίους επενδυτές, οι οποίοι και θα ενδιαφέρονταν μόνο εάν περιελάμβανε υδροηλεκτρικά.
Ακριβώς όμως επειδή στόχος της κυβέρνησης είναι να αφήσει στο απυρόβλητο τα νερά της ΔΕΗ, το πιθανότερο είναι ότι εφόσον τα πράγματα «ζορίσουν» και άλλο, θα αναγκαστεί να επιδείξει ευελιξία. Εναλλακτικές πολλές δεν υπάρχουν, και οι επόμενες υποψήφιες μονάδες της ΔΕΗ να συμπεριληφθούν στο μείγμα, είναι είτε της Μεγαλόπολης στη Πελοπόννησο, είτε του Αγίου Δημητρίου στη Κοζάνη.
Αν και οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμη ληφθεί, εντούτοις η κυβέρνηση διατρέχει τον κίνδυνο να περάσει κάτω από τον πήχη του λιγνίτη, που η ίδια έχει βάλει ψηλά. Εδώ και καιρό διαμηνύει ότι το market test του Οκτωβρίου θα πάει καλά, καθώς υπάρχει ισχυρό ενδιαφέρον για τις μονάδες της ΔΕΗ από Κίνα, και Ανατολική Ευρώπη.
Στην πραγματικότητα, και για ευνόητους επικοινωνιακούς λόγους, φουσκώνει λίγο τα πράγματα. Καταρχήν, τα πάντα θα εξαρτηθούν από την διάρκεια ζωής των προς πώληση μονάδων, εάν αυτές χρήζουν αναβάθμισης, τι πρόσβαση έχουν σε ορυχεία, και ποια είναι η ποιότητα του λιγνίτη.
Οσο και να επιθυμεί ένας ιδιώτης να αποκτήσει λιγνιτικές μονάδες και ορυχεία για να ελέγχει ο ίδιος το κόστος του ρεύματος που πουλάει, άλλο τόσο δεν είναι διατεθειμένος να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, όταν η ευρωπαική πολιτική για την κλιματική αλλαγή έχει καταστήσει τα στερεά καύσιμα επένδυση ασύμφορη.
Σήμερα το κόστος παραγωγής για ένα λιγνιτικό εργοστάσιο της ΔΕΗ υπολογίζεται σε 50-60 ευρώ η μεγαβατώρα, αλλά το 2030 αναμένεται να έχει εκτιναχθεί κοντά στα 100 ευρώ. Και αυτό, καθώς οι τιμές δικαιωμάτων ρύπων πρόκειται σύμφωνα με μελέτη της Κομισιόν να σκαρφαλώσουν από τα 5 ευρώ / τόνο CO2 σήμερα, σε πάνω από 30 ευρώ το 2030.
Με άλλα λόγια, είτε οι ενδιαφερόμενοι είναι ανατολικοευρωπαίοι, είτε Κινέζοι, δεν συμφέρει κανέναν η αγορά λιγνιτικού εργοστασίου και ορυχείου, παρά μόνο εάν το τίμημα είναι εξαιρετικά χαμηλό. Δύσκολα όμως θα μπορούσαν να δεχθούν κάτι τέτοιο, αφενός η ΔΕΗ που λογοδοτεί στους μετόχους της, αφετέρου οι τράπεζες, οι οποίες και την έχουν θέσει σε ένα είδος «επιτροπείας».
Από εκεί και πέρα, ακόμη και αν στο λιγνιτικό πακέτο συμπεριληφθούν καλύτερα assets, όπως η Μεγαλόπολη ή ο Αγ.Δημήτριος, το επενδυτικό ενδιαφέρον θα περιορισθεί σε εταιρείες χωρών όπου ο άνθρακας αποτελεί ακόμη το βασικό καύσιμο. Καμία δυτική εταιρεία δεν πρόκειται να δείξει ενδιαφέρον για το λιγνίτη, όταν η τιμωρητική πολιτική του άνθρακα που ακολουθεί η Ευρωπαική Ενωση, μέσα από ολοένα και ακριβότερα δικαιώματα ρύπων, τον καθιστά ασύμφορο. Αυτός είναι και ο λόγος, που οι πάντες στην αγορά περιμένουν να ωριμάσουν οι συνθήκες, προκειμένου να πέσουν σαν «ώριμο φρούτο» στη διαπραγμάτευση, και τα υδροηλεκτρικά της ΔΕΗ.

*Πηγή: Γιώργος Φιντικάκης, in.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας