Σε δηλώσεις προχώρησε ο Αλεξάντερ Γκρούσκο, μετά τη συνάντηση του Συμβουλίου Ρωσίας-ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
«Το ΝΑΤΟ είναι αποφασισμένο να περιορίσει τη Ρωσία» δήλωσε ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Αλεξάντερ Γκρούσκο, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που έλαβε χώρα μετά το πέρας της συνεδρίασης του Συμβουλίου Ρωσίας-ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Νωρίτερα σήμερα Τετάρτη, οι αποστολές των δύο μερών συναντήθηκαν για πρώτη φορά εδώ και δυόμισι χρόνια, προκειμένου να ανταλλάξουν απόψεις επάνω στην πρόσφατη κλιμάκωση της έντασης στην Ουκρανία.
Όπως είπε ο κ. Γκρούσκο, οι σημερινές συνομιλίες του Συμβουλίου ήταν «διαφανείς και ξεκάθαρες», αλλά υπήρξαν πολλές διαφωνίες. Η δυτική Συμμαχία έδειξε πως δεν υπάρχει περιθώριο για μια κοινή, θετική ατζέντα, πρόσθεσε ο ίδιος.
Η διαρκής επέκταση του ΝΑΤΟ προς τη Ρωσία και η ευρωπαϊκή ασφάλεια
«Η σημερινή συνάντηση ήταν αφιερωμένη ακριβώς στην ανάλυση των παραγόντων που επιφέρουν υποβάθμιση στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, τους οποίους έχουμε παρατηρήσει τα τελευταία χρόνια» υπογράμμισε ο αναπληρωτής υπουργός κατά τις δηλώσεις του.
Ένας από αυτούς τους παράγοντες, σημείωσε ο διπλωμάτης, είναι η διαρκής επέκταση του ΝΑΤΟ προς τη Ρωσία.
«Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι το 1997 μόνο μία χώρα από όσες συνορεύουν με τη Ρωσία χτύπησε την πόρτα του ΝΑΤΟ: Η Πολωνία. Σήμερα, πολλές χώρες έχουν προσχωρήσει στη Συμμαχία και τα εδάφη τους χρησιμοποιούνται ανοιχτά ώστε να προβάλλεται η ισχύς ενάντια στη Ρωσία από διάφορες γεωγραφικές περιοχές και μέσα στο στρατηγικό εσωτερικό της» διευκρίνισε.
«Αυτό επιδεινώνει πραγματικά την ασφάλειά μας και δημιουργεί έναν απαράδεκτο κίνδυνο για την ασφάλειά μας, στον οποίο θα απαντήσουμε» πρόσθεσε.
Περιορισμός της Ρωσίας σε όλα τα «περιβάλλοντα»
Το δυτικό μπλοκ, συνέχισε ο Ρώσος αξιωματούχος, αφιερώνει «κολοσσιαίους πόρους» στην προσπάθεια να περιοριστεί η Ρωσία και ούτε καν αποπειράται να αποκρύψει ότι αυτός ο περιορισμός συνιστά την κύρια αποστολή της Συμμαχίας.
«Το γεγονός αυτό» πρόσθεσε ο κ. Γκρούσκο, «έχει καταστροφικό αντίκτυπο στις προσπάθειες οικοδόμησης μιας κοινής ευρωπαϊκής ασφάλειας, βασισμένης σε ένα διαφορετικό πακέτο αρχών».
Παράλληλα, κατηγόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους ότι επιτυγχάνουν ανωτερότητα «σε όλα τα λειτουργικά περιβάλλοντα», στο έδαφος, στον αέρα, στη θάλασσα «και τώρα στο διάστημα και στον κυβερνοχώρο».
Ο αναπληρωτής υπουργός υπογράμμισε ότι κατά τη σημερινή συνάντηση η ρωσική πλευρά ενημέρωσε τους ομολόγους της στο ΝΑΤΟ «πολύ ειλικρινά, ξεκάθαρα, χωρίς να προσπαθεί να αποφύγει τα σημεία όπου υπάρχουν προστριβές ή να χρησιμοποιήσει πολιτικά ορθές φόρμουλες (…) ότι η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης θα μπορούσε να οδηγήσει στις πιο απρόβλεπτες και φρικτές συνέπειες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια».
Η Ρωσία, σημείωσε, δεν είναι υπέρ ενός τέτοιους σεναρίου.
«Απόλυτη επιταγή»
Ο Αλεξάντερ Γκρούσκο τόνισε πως οι προτάσεις για την ασφάλεια που παρουσίασε η Ρωσία τον περασμένο μήνα και οι οποίες συζητήθηκαν σήμερα από τις δύο πλευρές, θα εξυπηρετούσαν τη βελτίωση, όχι μόνο της στρατιωτικής ασφάλειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αλλά και της ασφάλειας των ίδιων των κρατών μελών του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα εκείνων που σήμερα αποκαλούν τον εαυτό τους κράτος ”πρώτης γραμμής’‘.
Ο διπλωμάτης υπογράμμισε ότι το να δώσει τέλος το ΝΑΤΟ στην πολιτική «ανοικτών θυρών» για την Ουκρανία και άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης συνιστά «απόλυτη επιταγή» για τη Μόσχα και απέρριψε τα σχόλια αξιωματούχων του μπλοκ σχετικά με την «ελευθερία της επιλογής».
«Η ελευθερία της επιλογής κάποιου να διασφαλίσει τη δική του ασφάλεια δεν πρέπει να ασκείται με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραβιάζει τα έγκυρα συμφέροντα άλλων στο θέμα της ασφάλειας. Και η συμμετοχή ως μέλος σε στρατιωτικές συμμαχίες πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα άλλων στο θέμα αυτό. Αυτές είναι ξεκάθαρες απαιτήσεις που απορρέουν από τις διεθνείς υποχρεώσεις που καταγράφονται σε πολλά διεθνή νομικά έγγραφα» πρόσθεσε.
Ο Γκρούσκο τόνισε ακόμα ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ δεν λύνει κανένα πρόβλημα στον τομέα της ασφάλειας, «δεν εξαλείφει καμία από τις διαχωριστικές γραμμές, αλλά μόνο τις φέρνει στο προσκήνιο εκεί όπου κατευθύνεται η διεύρυνση του μπλοκ».
Δυστυχώς, είπε, «με απόφαση του ΝΑΤΟ, οποιαδήποτε πρακτική συνεργασία ανάμεσα στη Ρωσία και τη Συμμαχία, σε ζώνες κοινού συμφέροντος, έχει ανασταλεί. Σήμερα δεν έχουμε καμία ενωτική θετική ατζέντα. Καμία απολύτως» σχολίασε.
Το Κίεβο να υιοθετήσει τις ειρηνευτικές συνθήκες
Σχολιάζοντας τις εντάσεις που περιβάλλουν το θέμα της Ουκρανίας, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι η Μόσχα θεωρεί πιθανή την αποκλιμάκωση, αλλά και ότι η τωρινή κυβέρνηση στο Κίεβο θα πρέπει να υιοθετήσει τις ειρηνευτικές συνθήκες του Μινσκ που έχουν ως στόχο να δώσουν τέλος στην εμφύλιο πόλεμο που μαίνεται στο ανατολικό τμήμα της χώρας.
«Εάν εφαρμοστούν οι συνθήκες του Μινσκ, δεν θα υπάρξει καμία απειλή ενάντια στην ασφάλεια της Ουκρανίας, ούτε ενάντια στην εδαφική της ακεραιότητα» υποστήριξε ο ίδιος.
Ασφάλεια για κάποιους ή ασφάλεια για όλους;
Σε γενικές γραμμές, ο Γκρούσκο χαρακτήρισε τις συνομιλίες της Τετάρτης «αρκετά ειλικρινείς, ξεκάθαρες, ουσιαστικές, αλλά αποκαλυπτικές ενός μεγάλου αριθμού διαφορών σε βασικά ζητήματα».
«Ένα από τα κύρια ζητήματα είναι ότι το ΝΑΤΟ κατανοεί επιλεκτικά την αρχή της αδιαιρετότητας της ασφάλειας. Όπως το βλέπει το ΝΑΤΟ (η αρχή αυτή) υπάρχει μόνο για τα μέλη της Συμμαχίας και πρακτικά το μπλοκ δεν σχεδιάζει καθόλου να λάβει υπόψη το συμφέρον των άλλων στο κομμάτι της ασφάλειας» τόνισε ο Ρώσος απεσταλμένος.
Η Ρωσία, υπογράμμισε, κινείται με βάση την αρχή της κοινής ασφάλειας. «Οι προσπάθειες να οικοδομηθεί ασφάλεια ενάντια στη Ρωσία και χωρίς τη συμμετοχή της Ρωσίας είναι μη εποικοδομητικές και πρόκειται να αποτύχουν» προειδοποίησε.
Ο Ρώσος αξιωματούχος περιμένει από το ΝΑΤΟ να αποδεχθεί τις προτάσεις της Μόσχας για την ασφάλεια και να παρουσιάσει απόψεις σχετικά με την εφαρμογή τους, διαφορετικά να προσφέρει μια σαφή εξήγηση για τους λόγους για τους οποίους οι προτάσεις αυτές δεν γίνονται δεκτές από τη Συμμαχία.
Πριν την πρώτη εδώ και δύο χρόνια συνάντηση των δύο μερών, προηγήθηκαν εκτενείς διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον στη Γενεύη τη Δευτέρα.
Κατά τη συζήτηση αυτή, οι δύο πλευρές συνομίλησαν για την ένταση που έχει κλιμακωθεί από τα τέλη του 2020 και μετά, εν μέσω δημοσιευμάτων στα μέσα ενημέρωσης της Δύσης πως η Ρωσία σχεδιάζει «εισβολή» στην Ουκρανία –έναν ισχυρισμό που η Μόσχα διαψεύδει σθεναρά.