Για άλλη μια φορά η Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο υπόγειο του Ρεξ εμπιστεύεται τη νεότερη γενιά καλλιτεχνών της και ανεβάζει στη σκηνή το έργο της Αλεξάνδρας Κ* Επαναστατικές μέθοδοι για τον καθαρισμό της πισίνας σας, σε σκηνοθεσία Σαράντου Γιώργου Ζερβουλάκου. Η συγγραφέας έγινε ευρύτερα γνωστή πριν τρία χρόνια από την τηλεόραση όταν έγραφε το σενάριο και συμπρωταγωνιστούσε με άλλες δύο ηθοποιούς στη σειρά Ηρωίδες. Θεατρολόγος, ηθοποιός και συγγραφέας, με σπουδές πάνω στη συγγραφή σεναρίου και θεατρικού έργου, κατέθεσε ένα κείμενο εύστοχα σαρκαστικό που στηλιτεύει τη νοοτροπία του έλληνα των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων αλλά και τη νεότερη γενιά που μεγαλώνει εν μέσω μνημονίων και άλλων δεινών, χωρίς κάποιον σοβαρό προγραμματισμό ζωής.
Σε μια εσχατιά του τόπου μας, «στο βόρειο άκρο του βορειότερου νησιού της χώρας» (την Κέρκυρα) ένας νεόπτωχος συνταξιούχος, ο Αντώνης Τάδε, μετέρχεται όλες τις μεθόδους προκειμένου να επιβιώσει ο ίδιος και να αποκαταστήσει τα παιδιά του σε ένα κοινωνικο-οικονομικό τοπίο που διαρκώς μεταβάλλεται. Ιδιοκτήτης ενός κομματιού γης και μιας «βίλλας», όπως αποκαλεί το ημιτελές και ημιπαράνομο διώροφο κτίσμα που έχει σηκώσει τα προηγούμενα χρόνια, ονειρεύεται να την αποπερατώσει με ένα δάνειο και να την ενοικιάζει έναντι αδρού ποσού στους ευρωπαίους τουρίστες, λύνοντας ουσιαστικά το οικονομικό του πρόβλημα. Τα παιδιά του ωστόσο έχουν εντελώς διαφορετική εικόνα και άποψη για την πατρική περιουσία. Θεωρούν πως πρέπει άμεσα να πουληθεί αυτή η προχειροκατασκευή, που μόνο κατ’ ευφημισμόν μπορεί να αποκαλείται βίλλα, και τα χρήματα να χρησιμοποιηθούν για την επαγγελματική τους εξέλιξη. Η κόρη έχει σπουδάσει σκηνοθέτης και ο γιος μουσική.
Στη σκηνή της Πειραματικής εκτυλίσσεται η σύγκρουση δύο γενεών πάνω από το σκάμμα της από χρόνια άδειας, παράνομης και βρώμικης πισίνας. Ο πατέρας από τη μια υπεραμύνεται του σχεδίου του ταυτίζοντας την πατρώα γη με τα κόκκαλα της μανούλας του, που τα έχει θάψει εντός του κτήματος, και με την εθνική ιστορία καθώς θεωρεί εαυτόν ακρίτα και θεματοφύλακα του έθνους· τα παιδιά του από την άλλη φοβούνται πως αν δεν πουληθεί το κτήμα τώρα θα τους πνίξει αργότερα η φορολογία του, κι αντί να τους αποδώσει η αγοροπωλησία θα τους υποχρεώσει σε επιπλέον έξοδα. Άλλωστε και οι δύο νέοι δεν συμμερίζονται καθόλου ούτε το συναισθηματικό δέσιμο που έχει ο πατέρας τους με τον τόπο, ούτε και τον άξεστο τρόπο που το εκφράζει.
Φίλη της κόρης, και φιλοξενούμενη στη βίλλα, είναι και μια Γερμανίδα που δεν ξέρει καθόλου ελληνικά και προσπαθεί μάταια να καταλάβει το τι διαμείβεται μεταξύ των τριών προσώπων της οικογένειας από τα όσα της μεταφράζονται. Η διαφορετική νοοτροπία δεν επιτρέπει καμιά ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους, ενώ καταδεικνύει και τη δυσκολία συνεννόησης του έλληνα μικροαστού με τον ευρωπαίο ομόλογό του. Στο τέλος η «εφευρετικότητα» -άλλως κουτοπονηριά– του Έλληνα, έδωσε και πάλι μια έστω και προσωρινή λύση μεταθέτοντας προς στιγμήν τα προβλήματα, καθώς αρχίζουν να εισρέουν χρήματα στον οικογενειακό κορβανά. Τα πάντα τουριστικοποιούνται, αλλά με όρους που βρίσκουν πεδίο να ισχύσουν αποκλειστικά στην «παραβατική» Ελλάδα. Κάτω από αυτές τις εξελίξεις ακόμα και η Γερμανίδα εντάσσεται με ενθουσιασμό στη νέα κατάσταση αποκτώντας μια σχέση εργασίας.
Ο Σαράντος Γιώργος Ζερβουλάκος, σκηνοθέτης με πολλές διακρίσεις στο εξωτερικό (φοίτησε στο Max Reinhart Seminar), παρουσίασε για πρώτη φορά δουλειά του στην Ελλάδα. Έχοντας τη συνεργασία της Ηλένιας Δουλαδίρη στη διαμόρφωση του σκηνικού χώρου (η ίδια υπογράφει και τα κοστούμια) και μια τετράδα πολύ καλών ηθοποιών, με πρώτο και καλύτερο τον Μανώλη Μαυροματάκη στο ρόλο του πατέρα, κατάφερε να αναδείξει καθένα από τα δυνατά χαρτιά που διέθετε. Ο Δημήτρης Πασσάς, η Ρόζα Προδρόμου στο ρόλο των παιδιών και η Γερμανίδα Eva Maria Sommersberg στο ρόλο της Εύας αποδείχτηκαν επαρκέστατοι στους ρόλους τους. Το σκηνικό, που συνεργάστηκε απόλυτα με τη σκηνοθεσία, ήταν ιδιαίτερα ευφάνταστο και λειτουργικό: αποτελείτο από μια εξέδρα κινούμενη τμηματικά πάνω σε ράγες – η οποία φιλοξενούσε στοιχεία από τον περιβάλλοντα χώρο της βίλλας– ένα σκάμμα με χαλίκια –που παρίστανε το μνήμα της μητέρας– και μια οθόνη πάνω στην οποία προβλήθηκε στην αρχή της παράστασης ένα video που έδειχνε τον Αντώνη να παρουσιάζει σε παραστατική σχεδόν αφήγηση και επιγραμματικά τη δική του ιστορία και του κτήματος.
Πολλοί καλοί αποδείχθηκαν και οι υπόλοιποι συντελεστές: ο Κορνήλιος Σελαμσής στη μουσική, ο Νίκος Βλασόπουλος στους φωτισμούς, ο Νίκος Πάστρας στο video και η Στέλλα Ράπτη που ήταν σύμβουλος δραματουργίας. Το μόνο σημείο που ξέφυγε κάπως από το μέτρο και έκανε κοιλιά ήταν στην τελευταία πράξη ο μακροσκελής μονόλογος του Αντώνη.
- Η Ναταλί Μηνιώτη είναι Διδάκτωρ Θεατρολογίας