Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ που πραγματοποιεί κάθε Ιανουάριο από το 1971 μέχρι σήμερα στο Νταβός της Ελβετίας την κορυφαία συνάντηση της διεθνούς πολιτικής, οικονομικής και επικοινωνιακής ελίτ αποτελούσε πάντοτε τον οδοδείκτη σημαντικών εξελίξεων αλλά και τον κατεξοχήν θεματοφύλακα της δυτικοκεντρικής φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων. Τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια μάλιστα αποτέλεσε και ενός είδους “αρχηγείο” της διεθνούς αντιπολίτευσης στην εθνοκεντρική στροφή που έμοιαζε να παίρνει επί Ντόναλντ Τραμπ ο κατεξοχήν εγγυητής αυτής της Τάξης Πραγμάτων, δηλαδή οι Ηνωμένες Πολιτείες
Ο Τραμπ, βεβαίως, αποτελεί πια παρελθόν – όμως η αμηχανία δεν έχει εκλείψει, παρά τις φιλοδοξίες του επικεφαλής του φόρουμ, Κλάους Σβαμπ, ο οποίος επέλεξε ως τίτλο της φετινής διοργάνωσης τη “Μεγάλη Επανεκκίνηση” που σηματοδοτεί η επιταχυνόμενη ψηφιοποίηση και η αλλαγή των κοινωνικών ηθών λόγω της πανδημίας.
Κλειστή σύσκεψη για 80
Για την ακρίβεια, το φετινό Φόρουμ του Νταβός ήταν ολότελα διαφορετικό από οποιοδήποτε προηγούμενο – και όχι μόνο γιατί οι εργασίες του διεξήχθησαν αποκλειστικά εξ αποστάσεως εν μέσω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης. Το ψηφιακό φορμάτ το οποίο αποθάρρυνε την κοσμοσυρροή για απλή άσκηση δημοσίων σχέσεων, υποβοήθησε τη συμμετοχή, σε κλίμα ουσιαστικότερης επικέντρωσης στα προβλήματα, όσων έχουν πραγματικά λόγο στη διαμόρφωση της διεθνούς αρχιτεκτονικής. Ανέδειξε, δε, ως πρωταγωνιστές δύο ηγέτες που κάθε άλλο παρά ταυτίζονται με τη δυτικοκεντρική φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων – και που, για την ακρίβεια, δήλωσαν συμμετοχή, προκειμένου να… εκφωνήσουν τον επικήδειό της. Ίσως για αυτό και η κάλυψή του στα διεθνή μέσα ενημέρωσης υπήρξε τόσο περιορισμένη.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, απαξιούσε τα τελευταία 12 χρόνια να μεταβεί στο Νταβός. Φέτος όμως όχι μόνο εκφώνησε μία ομιλία κατά πάντα προγραμματική, αλλά και επιφύλαξε αμέσως μετά σε 80 από τους εκλεκτότερους συμμετέχοντες τη δυνατότητα μιας κλειστής σύσκεψης μαζί του.
Σε αντίθεση με το κλίμα αισιοδοξίας που αποπνέει η επιλογή του όρου “Μεγάλη Επανεκκίνηση” ο ισχυρός άνδρας του Kρεμλίνου φρόντισε στην τοποθέτησή του να σημάνει τον συναγερμό επικαλούμενος εφιαλτικά ιστορικά προηγούμενα. “Η αδυναμία και απροθυμία εξεύρεσης ουσιωδών λύσεων σε προβλήματα παρόμοια με αυτά που αντιμετωπίζουμε οδήγησε στην καταστροφή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου” ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο λόγος για τη διάβρωση του διεθνούς συστήματος ασφαλείας, την οποία διαπίστωσε ο Πούτιν, στο φόντο της νέας κούρσας εξοπλισμών που δρομολογήθηκε επί Τραμπ, αν και ο Ρώσος ηγέτης με ικανοποίηση σημείωσε ως κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση την ανανέωση από τον Τζο Μπάιντεν της ισχύος της εκπνέουσας συνθήκης START. Σημείωσε, ωστόσο, ότι πολλά ακόμη ζητήματα και διαφωνίες μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων παραμένουν ανεπίλυτα – με αποτέλεσμα μικρότερες, τοπικές πολεμικές συγκρούσεις να συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται, αν και ο ίδιος εξέφρασε την ελπίδα ότι ένας μεγαλύτερος πόλεμος, που θα μπορούσε να αποβεί καταστροφικός για την ανθρωπότητα, είναι επί του παρόντος αδύνατος.
“Ο μονοπολισμός τελείωσε”
Πηγαίνοντας αρκετά βήματα πέρα από την ιστορική ομιλία του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το 2007, όπου κατήγγειλε την αμερικανική μονομέρεια, ο Πούτιν τόνισε στο φόρουμ του Νταβός ότι “η εποχή που σχετίζεται με τις προσπάθειες οικοδόμησης της συγκεντρωτικής, μονοπολικής παγκόσμιας τάξης έχει τελειώσει. Η πραγματικότητα είναι ότι στον κόσμο υπάρχουν πραγματικά διαφορετικές πλευρές στην ανάπτυξη, με διακριτά πολιτικά συστήματα, πολιτικά μοντέλα, κοινωνικούς θεσμούς, και σήμερα είναι εξαιρετικά σημαντικό να δημιουργηθούν πολλοί μηχανισμοί για τον συντονισμό των συμφερόντων. Η ποικιλομορφία είναι φυσική”.
Ο Ρώσος πρόεδρος επέλεξε μάλιστα να καταγγείλει ως αναποτελεσματικό το αμερικανικό μοντέλο, σημειώνοντας ότι τα προηγούμενα 15-20 χρόνια ο αριθμός των φτωχών (όσων δηλαδή ζουν με λιγότερο από πέντε δολάρια ημερησίως) αυξήθηκε στις ΗΠΑ κατά 1,5 φορά, ενώ στην Κίνα μειώθηκε κατά 4 φορές και στη Ρωσία κατά 12 φορές.
Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα, με βάση το ακροατήριό του, ήταν η επιλογή του Πούτιν να επιμείνει στον ρόλο του κράτους στην εξασφάλιση του πλαισίου λειτουργίας της οικονομίας και στην ανάγκη υπεράσπισης της κρατικής κυριαρχίας απέναντι ακριβώς στους τεχνολογικούς κολοσσούς που έχουν την ικανότητα να επιβάλλουν τις επιλογές τους πέρα από σύνορα.
Τα “μονοπώλια” αυτών των εταιρειών ανταγωνίζονται ήδη τις κυβερνήσεις και υπονομεύουν τη νομιμότητά τους υποστήριξε ο Ρώσος πρόεδρος, φέρνοντας το παράδειγμα των περιορισμών που συνάντησε ο Ντόναλντ Τραμπ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να συμπεράνει ότι οι τεχνολογικοί κολοσσοί αφαιρούν το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα των ανθρώπων να αποφασίζουν πώς να ζουν και να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους.
Η αμφίσημη στάση των ευρασιατικών δυνάμεων
Η ομιλία Πούτιν, ωστόσο, δεν θα πρέπει να ιδωθεί σε απομόνωση από την αντίστοιχη του Κινέζου ομολόγου του, ο οποίος είχε προηγηθεί.
Όπως αντιστοιχεί στη διαφορά φυσιογνωμίας της ρωσικής από την κινεζική διπλωματία, ο Σι Τζινπίνγκ επέλεξε να παρουσιάσει περισσότερο συνεργατικό πρόσωπο, όντας άλλωστε παλαιός γνώριμος της διοργάνωσης, στην οποία έχει διαπρέψει προ τετραετίας ως κήρυκας της “συμπεριληπτικής παγκοσμιοποίησης” με αποτελέσματα win-win.
Ωστόσο, δεν έλειψαν και από τη δική του τοποθέτηση οι δυσοίωνες προειδοποιήσεις. “Η δημιουργία φατριών ή η κήρυξη ενός νέου ψυχρού πολέμου, η απόρριψη, η απειλή ή ο εκφοβισμός των άλλων, η αναστάτωση των αλυσίδων προμηθειών ή οι κυρώσεις για να προκληθεί απομόνωση το μόνο που θα επιτύχουν θα είναι να σπρώξουν τον κόσμο στη διαίρεση και ακόμη και στη σύγκρουση. Και η σύγκρουση θα μας οδηγήσει σε αδιέξοδο”.
Με άλλα λόγια, ο Σι Τζινπίνγκ έστειλε το μήνυμα στη νέα αμερικανική κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, η οποία ακόμη αναμένεται να αποσαφηνίσει την κινεζική πολιτική της ενόσω πάντως επιβεβαιώνει την αντιμετώπιση του Πεκίνου ως “στρατηγικού ανταγωνιστή”, ότι επιθυμεί να δει συγκεκριμένα δείγματα γραφής, ιδίως ως προς την αντιστροφή των εμπορικών πολέμων που δρομολόγησε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Την ώρα που με κάθε ευκαιρία η Ρωσία και η Κίνα κάνουν λόγο για εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας τους, η σχέση των δύο αυτών ευρασιατικών δυνάμεων με τη συλλογική Δύση αποκτά μια πρωτοφανή αμφισημία, που συνδυάζει τις εκκλήσεις για σύμπραξη επί προβλημάτων κοινού ενδιαφέροντος με τις επιδείξεις αποφασιστικότητας σε ό,τι αφορά όχι απλώς την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, αλλά τους ίδιους τους κανόνες του παιχνιδιού. Οι αυστηροί τόνοι της πρόσφατης τηλεφωνικής συνομιλίας του Σι Τζινπίνγκ με τον Τζο Μπάιντεν για την Κινέζικη Πρωτοχρονιά και το δυσάρεστο κλίμα κατά το ταξίδι του Ζοζέπ Μπορέλ στη Μόσχα επιβεβαιώνουν αυτή την αλλαγή.