Η αμερικανική εγκατάλειψη της Αιθιοπίας, ανάγκασε την κυβέρνησή της να αναζητήσει συμμάχους και προστασία αλλού και η Ρωσία, η Κίνα και η Τουρκία έσπευσαν να καλύψουν το κενό ισχύος
Οι μάχες στο Τιγκράι ξέσπασαν πέρυσι στις αρχές Νοεμβρίου, ανάμεσα στις ομοσπονδιακές δυνάμεις και το Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο του Τιγκράι (TPLF), ένα κόμμα που κυριαρχούσε μέχρι πριν από τρία χρόνια στην εθνική κυβέρνηση. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη νίκη της, στο τέλος Νοεμβρίου και υποστηρίζει πως η περιοχή επέστρεψε στην ομαλότητα. Οργανώσεις αρωγής αναφέρουν ωστόσο, πως πολλά τμήματα του Τιγκράι παραμένουν απροσπέλαστα λόγω της συνεχιζόμενης σύγκρουσης.
Κάτι παράξενο, σχεδόν ανεξήγητο, συμβαίνει όμως στοΤιγκράι, την εξεγερμένη επαρχία της Αιθιοπίας όπου μαίνεται εδώ και επτά μήνες ένας άγριος εμφύλιος πόλεμος, με τη συμμετοχή στρατευμάτων και της Ερυθραίας.
Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Άντονι Μπλίνκεν, έκανε λόγο για «πράξεις εθνοκάθαρσης» στο δυτικό Τιγκράι, και αναφέρθηκε, στην παρουσία δυνάμεων από την Ερυθραία και τη γειτονική επαρχία Αμχάρα οι οποίες, όπως είπε, «πρέπει να φύγουν».
Οι κλιμακούμενες υβριδικές επιχειρήσεις πολέμου της Ουάσιγκτον εναντίον της Αιθιοπίας, μπορεί να έχουν κοστίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη στρατηγική επιρροή τους στις παγκόσμιες ζωτικής σημασίας διαδρομές της Ερυθράς Θάλασσας/του Σουέζ.
Η ανοικτή πλέον εχθρότητα της κυβέρνησης Μπάιντεν προς την Αιθιοπία, εκλογίστηκε ως υποστηρικτική της θέσης της Αιγύπτου ως προτιμώμενου εταίρου των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, που ελέγχει τη Διώρυγα του Σουέζ. Η Ουάσινγκτον δικαιολογεί επίσης την εχθρότητά της έναντι της Αιθιοπίας, λόγω των «παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», στον αγώνα της ενάντια στη εξέγερση του Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου της Τιγκράι (TPLF). Αλλά το TPLF, ήταν αυτό που άρχισε τον πόλεμο και επεκτάθηκε στις γειτονικές Αιθιοπικές περιοχές Amhara και Afar, προκαλώντας εκατομμύρια πρόσφυγες.
Η αμερικανική εγκατάλειψη της Αιθιοπίας, ανάγκασε την κυβέρνησή της να αναζητήσει συμμάχους και προστασία αλλού και η Ρωσία, η Κίνα και η Τουρκία έσπευσαν να καλύψουν το κενό ισχύος.
Οι κινήσεις των ΗΠΑ, υποστηρίζουν τον μακροχρόνιο ανταγωνισμό της Αιγύπτου με την Αιθιοπία – μια αντιπαλότητα που δεν έχει λυθεί – από το φόβο ότι μια ισχυρή και ενωμένη Αιθιοπία, θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην κάτω Ερυθρά Θάλασσα και να θέσει σε κίνδυνο τη θαλάσσια κυκλοφορία, που εισέρχεται από και προς τη διώρυγα του Σουέζ της Αιγύπτου.
Η Αίγυπτος έχει επίσης ισχυριστεί ότι η Αιθιοπία, η πηγή του Γαλάζιου Νείλου, περιορίζει τις ροές του Νείλου στην Αίγυπτο. Αυτό έχει αποδειχθεί ότι είναι ένας ψευδής ισχυρισμός, διότι η Αίγυπτος αντιμετωπίζει την αυξανόμενη έλλειψη νερού λόγω του αυξανόμενου πληθυσμού της. Το Κάιρο, όμως, χρειάζεται αποδιοπομπαίο τράγο.
Στα μέσα Οκτωβρίου, η Ουάσινγκτον κλιμάκωσε τα σχέδια για οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Αιθιοπίας, επειδή αρνήθηκε να επιτρέψει τη μεταφορά κομβόι «αμερικανικής βοήθειας», μέσω της αιθιοπικής πρωτεύουσας στο TPLF. Η Αντίς Αμπέμπα ανακάλυψε γρήγορα, ότι η «αμερικανική βοήθεια», επρόκειτο απλώς να υποστηρίξει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της TPLF εναντίον του πληθυσμού του Τιγκράι και άλλων φυλών.
Και παρά τις προσπάθειες των ΗΠΑ να ευχαριστήσουν το Κάιρο, το Πεκίνο και η Μόσχα έχουν επίσης βελτιώσει τις θέσεις τους με την αιγυπτιακή κυβέρνηση.
Ως αποτέλεσμα, η αιθιοπική κυβέρνηση, η οποία θεωρούσε την Ουάσινγκτον ως τον προτιμώμενο εταίρο της, αναγκάστηκε να ανοίξει ξανά τις συνομιλίες με την Κίνα – τις οποίες η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Abiy Ahmed Ali είχε ουσιαστικά απορρίψει από την ανάληψη των καθηκόντων της το 2018 – καθώς και τη Ρωσία και την Τουρκία. Μέχρι τότε, η Τουρκία θεωρούνταν απειλή για την Αιθιοπία, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια χρηματοδοτούσε ισλαμιστές αντάρτες στην Αιθιοπία.
Για να βελτιώσει την αμυντική της θέση, η Εθνική Αμυντική Δύναμη Αιθιοπίας έχει αποκτήσει σημαντικό αριθμό μη επανδρωμένων αεροσκαφών μάχης (UCAV) από την Κίνα, την Τουρκία και το Ιράν και μεγάλες ποσότητες όπλων και πυρομαχικών από τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η Ρωσία, μεταφέρει επίσης μαχητικά αεροσκάφη Sukhoi Su-27S στην Αεροπορία της Αιθιοπίας.
Το Πεκίνο και η Μόσχα, κέρδισαν την ευγνωμοσύνη της Αντίς Αμπέμπα, χρησιμοποιώντας τις εξουσίες βέτο τους στο Συμβούλιο Ασφαλείας για να καθυστερήσουν ή να μπλοκάρουν τα σχέδια της Ουάσινγκτον. Και το Πεκίνο, διατηρεί ήδη μια σημαντική στρατιωτική βάση στη γείτονα της Αιθιοπίας, το Τζιμπουτί, και έχει κατασκευάσει τη νέα σιδηροδρομική σύνδεση Τζιμπουτί-Αντίς Αμπέμπα.
Η Αιθιοπία απέκτησε επίσης, τουρκικά Bayraktar TB2 UCAV, καθώς και ιρανικά UAV.
Το TPLF έχει εμπλακεί σε μεγάλης κλίμακας, επίσημες επιθετικές στρατιωτικές επιχειρήσεις και προκαλεί μια πραγματικά ανθρωπιστική κρίση, με τεράστιες απώλειες και περίπου 2 εκατομμύρια πρόσφυγες. Η πόλη Lalibela στην περιοχή Amhara, που αποτελεί κομμάτι της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, έχει καταληφθεί για αρκετούς μήνες από τις δυνάμεις του TPLF, οι οποίες εκπαιδεύτηκαν και οπλίστηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τη διοίκηση Ομπάμα.
Αξιωματούχοι του ΟΗΕ στην Αιθιοπία διαμαρτύρονται ότι, με τις πιέσεις των ΗΠΑ, νέοι αξιωματούχοι του ΟΗΕ έχουν μεταφερθεί στη χώρα και προωθούν τη γραμμή ΗΠΑ-TPLF, ενάντια στις συμβουλές της πιο έμπειρης ομάδας χωρών του ΟΗΕ.
Εν τω μεταξύ, οι κυβερνητικές δυνάμεις της Αιθιοπίας είχαν ξεκινήσει, από τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου, επίθεση κατά του TPLF, χρησιμοποιώντας UCAV της Κίνας Wing Loong II (CJ-2) MALE (Medium–Altitude, Long–Endurance), τα οποία είχαν αποσταλεί επειγόντως από το Chengdu στην αεροπορική βάση Harar Meda στην Αιθιοπία, όχι μακριά από τις μάχες στις περιοχές Afar και Amhara. Τα CJ-2 μπορούν να μεταφέρουν 420 κιλά πυρομαχικών, συμπεριλαμβανομένων όπλων ακριβείας.
Δεν φαίνεται ότι η κλιμάκωση του πολιτικού και οικονομικού πολέμου, από τις ΗΠΑ εναντίον της Αιθιοπίας, θα υποχωρήσει όσο είναι παρούσα η ομάδα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ της κυβέρνησης Μπάιντεν. Πηγές του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παραδέχονται ιδιωτικά ότι χρησιμοποιούν την ίδια μέθοδο κατά της Αιθιοπίας, όπως χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Κλίντον εναντίον της Σερβίας τη δεκαετία του 1990. Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν τότε στρατηγικά πολύ ισχυρότερες και η Κίνα, η Ρωσία και η Τουρκία ήταν πολύ πιο αδύναμες.
Πηγή: Πενταπόσταγμα – Ιωάννης Χάρχαρης