Εσωκομματικές ενστάσεις επί του εργασιακού νομοσχεδίου έχουν ξεκινήσει στη Νέα Δημοκρατία. H εργατολόγος Άννα Ευθυμίου εξέφρασε τη διαφωνία της, ζητώντας να γίνουν βελτιώσεις και να υπάρξουν ασφαλιστικές δικλείδες σε διατάξεις του νομοσχεδίου.
Μεταξύ άλλων, κατά την τοποθέτησή της, υπογράμμισε πως η ελαστικοποίηση των όρων εργασίας δε δημιουργεί νέες επενδύσεις, ενώ εξέφρασε αντιρρήσεις για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Η Άννα Ευθυμίου είπε επίσης «όχι» στην καταστρατήγηση του δικαιώματος στην επαναπρόσληψη και ζήτησε στελέχωση του ΣΕΠΕ.
Χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ιδιαίτερης σημασίας και με αυτήν έννοια «πρέπει να είναι πλήρες και ολοκληρωμένο». Τόνισε πως «αν ένα νομοσχέδιο αποτελεί μεταρρύθμιση αυτό δεν κρίνεται εκ των προθέσεων αλλά εκ του αποτελέσματος, […] από το πόσο μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή θα έχει».
Η Άννα Ευθυμίου επιφυλάχθηκε να προτείνει συγκεκριμένες τροποποιήσεις και ασφαλιστικές δικλείδες για το νομοσχέδιο στη συζήτηση επί των άρθρων του κι αυτό διότι, όπως είπε «έχω βαθιά συναίσθηση υπευθυνότητας και συνέπειας απέναντι στον εαυτό μου, στις επιλογές μου, στα βιώματά μου, σε αυτά που έχουν γίνει τρόπος ζωής μου εδώ και 20 χρόνια».
Σε σχέση με τους στόχους του νομοσχεδίου ανέφερε ότι «ποτέ οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες δεν έθεσαν ως προτεραιότητα το εργασιακό ζήτημα αλλά τη γραφειοκρατία, το φορολογικό σύστημα, την κωλυσιεργία στη δικαιοσύνη».
Λέγοντας πως εκπροσωπεί την γενιά των 30άρηδων που βίωσε την οικονομική κρίση αλλά και την κρίση της πανδημίας, ανέφερε πως η γενιά αυτή έχει ως απαίτησή της τη «δημιουργία νέων θέσεων εργασίας καλά αμειβόμενων με βιώσιμο τρόπο».
Καταλήγοντας η βουλευτής μίλησε για τα σημεία που θα ζητήσει αλλαγές.
- Πρώτον, για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας είπε πως «δεν υπάρχει σχέση ισοτιμίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου, υπάρχει σχέση εξάρτησης, άρα σε τυχόν κακόβουλες προθέσεις εργοδοτών εμείς πρέπει να θέσουμε εκείνα τα εχέγγυα έτσι ώστε η διάταξη αυτή να λειτουργήσει υπέρ του εργαζόμενου. Δεν πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα στην απελευθέρωση των ατομικών συμβάσεων έναντι μιας βασικής αρχής της αρχής της συλλογικότητας, της συλλογικής διαπραγμάτευσης».
- Δεύτερον, «ως προς το δικαίωμα της επιλογής μεταξύ απόλυσης, καταγγελίας και ακυρότητας της σύμβασης εργασίας έχω το δικαίωμα να επιλέξω πρόσθετη αποζημίωση. Είναι θεμελιώδες εργασιακό δικαίωμα και θεμελιώδης λίθος του εργασιακού δικαίου η επαναπρόσληψη. Θα πρέπει λοιπόν να προσέξουμε έναντι κάποιας πρόσθετης αποζημίωσης να μην καταστρατηγηθεί αυτό το δικαίωμα. Δική μου πρόταση είναι να γίνεται μόνο με αίτημα του εργαζόμενου και όχι του εργοδότη».
- Τρίτον, είναι σημαντική η αναβάθμιση του ΣΕΠΕ αλλά χρειάζεται και στελέχωση. «Εκτιμώ ότι χρειάζονται διπλάσιες προσλήψεις με την κατάρτιση και επανακατάρτιση που χρειάζεται, μαζί με τεχνολογικό εξοπλισμό, διασύνδεση πληροφοριακών συστημάτων, οικονομικούς πόρους. Για να μπορέσει να λειτουργήσει το ΣΕΠΕ όχι φυσικά όπως η ΑΑΔΕ, δηλαδή ένας εισπρακτικός μηχανισμός γιατί δεν είναι, αλλά να λειτουργήσει προληπτικά για τα εργατικά ατυχήματα αλλά και συμφιλιωτικά».