Βαθιά δομική η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση

2250
1975

Σταύρου Τομπάζου, «Παγκόσμια κρίση (2007-2017) και σχήματα αναπαραγωγής του κεφαλαίου» – εκδόσεις Τόπος, 2018.

«Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που άρχισε το 2007-2008 στις ΗΠΑ και διαδόθηκε σ’ όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, όπως αποδεικνύεται πλέον και εκ των πραγμάτων, δεν είναι απλώς μια κρίση που περιορίζεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά μια βαθιά δομική κρίση του ακραίου καπιταλισμού που επιβλήθηκε προοδευτικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1980».

Με τη διαπίστωση αυτή ξεκινάει την Εισαγωγή στο νέο του βιβλίο ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου, Σταύρος Τομπάζος.

Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η παγκόσμια οικονομική κρίση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τον γενικόλογο χαρακτηρισμό «κρίση του καπιταλισμού». Καθώς «ο καπιταλισμός δεν υφίσταται ποτέ γενικά και αφηρημένα αλλά πάντοτε ειδικά και συγκεκριμένα, δηλαδή ιστορικά», είναι καίριας σημασίας ο εντοπισμός των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της, ως κρίσης «του νεοφιλελεύθερου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης».

Ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι «η κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού είναι η κρίση του καπιταλισμού στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του», ο Σταύρος Τομπάζος επιμένει ότι «το δίλημμα “κρίση του καπιταλισμού” ή “κρίση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού” δεν υφίσταται, εκτός βέβαια κι αν αυτοί που επιλέγουν τον πρώτο χαρακτηρισμό υπονοούν ότι οποιαδήποτε καπιταλιστική διέξοδος από αυτήν τη μεγάλη κρίση είναι αδιανόητη».

Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «η ανάλυση των νόμων του καπιταλισμού από τον Μαρξ δεν επιτρέπει προφητείες και δεν είναι δουλειά ούτε της οικονομικής επιστήμης ούτε της φιλοσοφίας η προφητεία. Το Κεφάλαιο μας επιτρέπει να αποκλείσουμε κάποια ενδεχόμενα και να πιθανολογήσουμε άλλα, όχι όμως και να προβλέψουμε με ακρίβεια την ιστορική διέξοδο».

Αμφισβητώντας την άποψη ότι η σημερινή κρίση είναι συνέπεια της πτώσης του ποσοστού κέρδους, ο συγγραφέας παραπέμπει στις αναλύσεις του Μαρξ για τις περιοδικές κρίσεις, τονίζοντας ιδιαίτερα τον καθοριστικό ρόλο του ταξικού ανταγωνισμού σ’ αυτές.

Το βιβλίο αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια, με πρώτο το «Κερδοφορία, Συσσώρευση και “Βιομηχανικό Κεφάλαιο”, όπου, με παράθεση στατιστικών στοιχείων και αναλύοντας την έννοια του «βιομηχανικού κεφαλαίου» στο έργο του Μαρξ, διαπιστώνει ότι «η οικονομική κρίση είναι δυνατή χωρίς πτώση του ποσοστού κέρδους, η οποία μπορεί να είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της κρίσης».

Η μεταφορά κερδών σε νοικοκυριά με χαμηλά και μέσα εισοδήματα υπό μορφή δανεισμού, ως «μια υπερσύγχρονη μορφή τοκογλυφίας του τοκοφόρου κεφαλαίου», εξετάζεται στο δεύτερο κεφάλαιο, με τίτλο «Ιδιωτική Κατανάλωση, Μερίδιο Μισθών στο ΑΕΠ και Σχήματα Αναπαραγωγής».

Όπως αναφέρεται, η διαδικασία αυτή «λειτούργησε κατ’ αρχάς πολλαπλασιατικά για την παραγωγική επένδυση, την παραγωγική δραστηριότητα και την απασχόληση. Παράλληλα, όμως, οδήγησε στη συνεχή αύξηση της εξυπηρέτησης του χρέους των νοικοκυριών, μειώνοντας αντίστοιχα τον διαθέσιμο μισθό με αποτέλεσμα η κατάρρευση του σχήματος αναπαραγωγής να ήταν απλώς θέμα χρόνου».

Τον καθοριστικό ρόλο κάποιων βασικών παράγωγων χρηματιστικών προϊόντων στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 πραγματεύεται το τρίτο κεφάλαιο, με τίτλο «Πλασματικά Κεφάλαια, Τοξικά Κεφάλαια και “Κεφάλαιο-Χρήμα”», ενώ στο τέταρτο κεφάλαιο («Νομισματική Πολιτική και Οικονομικής Προοπτικές») αναλύονται οι πολιτικές διαχείρισης της κρίσης.

Όπως επισημαίνεται, η επισφαλής μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας μετά το 2010 «εξασφαλίστηκε διαμέσου ενός πρωτόγνωρου στην καπιταλιστική ιστορία νομισματικού “πειραματισμού”, μιας πρωτοφανούς παρεμβατικότητας των κεντρικών τραπεζών διαμέσου της λεγόμενης “ποσοτικής χαλάρωσης”». Εντούτοις, συνέπεια ήταν η πρόκληση ανεπιθύμητων παρενεργειών, με πιο χαρακτηριστική τη δημιουργία νέων «τοξικών κεφαλαίων».

Κατά τον συγγραφέα, «η επιστροφή στη νομισματική “κανονικότητα”, αν και αναγκαία, ενδέχεται να οδηγήσει σε νέες σοβαρές υφέσεις».

Εξαιρετικά ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει το βιβλίο, με κύρια τη διαπίστωση ότι «η διάσωση του συστήματος εξασφαλίζεται διαμέσου της κοινωνικής οπισθοδρόμησης».

Όπως αναφέρεται, σχετικά με την Ελλάδα, «η κοινωνική καταστροφή και η παρωδία κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (…) ίσως να μην είναι η εξαίρεση του κανόνα αλλά η αρχή μιας νέας καπιταλιστικής “κανονικότητας”. Μια τέτοια “κανονικότητα”, όμως, παραπέμπει σε έναν πυκνό ιστορικό χρόνο, σε μια διαιωνιζόμενη κρίση “κοινωνικής αναπαραγωγής” και “πολιτικής ηγεμονίας” ανοιχτής έκβασης, της οποίας οι πρώτες ενδείξεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι ήδη έκδηλες».

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας