Συνήθως η Αριστερά αντιμετωπίζει με επιφύλαξη ή και εχθρότητα την έννοια της επιχειρηματικότητας.
Για την τρέχουσα παραδοσιακή σκέψη της Αριστεράς, η επιχειρηματικότητα είναι περίπου ταυτισμένη με τον καπιταλισμό, αν όχι και με τις πιο επιθετικές εκφράσεις του.
Αυτή η δογματική θεώρηση της επιχειρηματικότητας ,ως έννοιας των ”απέναντι” και ξένης, σχεδόν, με την αριστερή ανάλυση και στόχευση, μου φαίνεται βαθύτατα λαθεμένη και άκρως επιζήμια.
Αν ρίξουμε μια ματιά σε έγκυρα λεξικά, συνδέουν την επιχειρηματικότητα με την εισαγωγή ”νέων προϊόντων”, ”νέων τεχνολογιών και καινοτομιών”.
Από που και ως που η Αριστερά και μάλιστα η ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί να είναι ξένη και αντιμέτωπη προς αυτές τις επιδιώξεις και περίπου να τις χαρίζει στον καπιταλισμό;
Είναι νοητό η Αριστερά να μην επιδιώκει την διαρκή ”επαναστατικοποίηση” των παραγωγικών δυνάμεων και των συνθηκών της παραγωγής και της οικονομίας, δημιουργώντας το επιστημονικό και κοινωνικό έδαφος για αδιάκοπη ανάπτυξη της παραγωγικότητας, με ακατάπαυστη καινοτομική ανανέωση, ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και ανάδειξη πραγματικά νέων προϊόντων, που να καλύπτουν γνήσιες παλιές και νέες ανάγκες των ανθρώπων, να βελτιώνουν την ζωή του και να ανοίγουν νέους ορίζοντες;
Είναι δυστύχημα ότι η η Αριστερά στην ιδεολογική, πολιτική και προγραμματική της σκέψη έχει περίπου εγκαταλείψει τις έννοιες της παραγωγικότητας και της καινοτομίας και περίπου τις έχει απλόχερα εκχωρήσει στον καπιταλισμό.
Κάπου στην αριστερή παράδοση και στην πράξη και σε πείσμα των μεγάλων στοχαστών της έχει εμφιλοχωρήσει ένας δυϊσμός: O καπιταλισμός είναι περίπου ταγμένος να επαναστατικοποιεί τα μέσα παραγωγής και οικονομικής λειτουργίας, αν και το κάνει με μεγάλη σπατάλη χρόνου και πόρων και συχνά με εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης και με μεγάλη ανεργία, ενώ η Αριστερά είναι συνυφασμένη με την φύση της με ένα οικονομικό σύστημα που αποκαθιστά σε σημαντικό βαθμό τη δικαιοσύνη, την ισότητα και την πλήρη απασχόληση αλλά δεν έχει ως προτεραιότητα ή την ικανότητα της συνεχούς τεχνολογικής, οργανωτικής και καινοτομικής ανανέωσης.
Χωρίς, όμως, τα τελευταία και χωρίς την πιο πλατιά και εις βάθος δημοκρατία που τα υποβοηθεί, η οικονομία τελματώνει, η ισότητα τείνει να καταστεί ισοπέδωση στην φτώχεια, η γραφειοκρατία σκεπάζει τα πάντα και ακολουθεί η κατάρρευση.
Αποτελεί θεμελιώδες λάθος να ταυτίζεται η καινοτομία, η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, η προώθηση καινοτομιών, η ανάδειξη νέων προϊόντων με την εκβιαστική επιδίωξη αποκλειστικά του ατομικού καπιταλιστικού κέρδους.
Όλα τούτα οφείλουμε να σκεφτούμε ότι μπορούν, στο πλαίσιο ενός νέου προοδευτικού προτύπου και σοσιαλιστικού οικονομικού προτύπου, να πρωταγωνιστούν, να υπηρετούν την κοινωνία, την κοινωνική δικαιοσύνη, τον άνθρωπο και την ευημερία του.
Τα μεταβατικά προγράμματα και ο ίδιος ο σοσιαλισμός οφείλουν να αντιμετωπίζουν κατάματα την αχίλλειο πτέρνα τους και μια από τις πιο βασικές αιτίες της μέχρι τώρα αποτυχίας τους: το γεγονός ότι δεν μπόρεσαν να αναδείξουν ένα νέο σύστημα που θα συνδυάζει στην μεταβατική οικονομία και στο σοσιαλισμό την κοινωνική δικαιοσύνη με μια καινοτόμα, πρωτοπόρα και αποδοτική οικονομία.
Και αποδοτική οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει με την μακαριότητα, την εφησύχαση, το γραφειοκρατικό πνεύμα, την εργασιακή ανευθυνότητα, του κομματικού τύπου ”αξιοκρατία”, την ρουτίνα, την επανάληψη και τελικά το βάλτωμα, επενδεδυμένα με λιγότερα ή περισσότερο πετυχημένη σοσιαλιστική συνθηματολογία.
Η δημόσια επιχείρηση δεν μπορεί να είναι λιγότερο αποδοτική από μια οποιαδήποτε ιδιωτική του αντίστοιχου είδους και να δικαιολογεί συχνά την καθυστέρηση της με την επίκληση μη υπαρκτών κοινωνικών επιτεύξεων και δράσεων.
Η δημόσια επιχείρηση και πολύ περισσότερο η κοινωνικοποιημένη σοσιαλιστική επιχείρηση οφείλει να επιδεικνύει χωρίς διακοπή την ανωτερότητα της απέναντι στις αντίστοιχες ιδιωτικές επιχειρήσεις, τόσο στην κοινωνική της διάσταση όσο, όμως, και στο σημείο της άλλης βασικής αποστολής της: στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρει.
Στο μεταβατικό στάδιο, όπου θα συνυπάρχει ένας στρατηγικός δημόσιος τομέας με έναν ευρύτατο ιδιωτικό τομέα οικονομίας, το δημόσιο θα πρέπει να μετασχηματιστεί, ώστε να δείξει την ανωτερότητα του στην πράξη και όχι διοικητικά και την ικανότητα του να γίνεται η ατμομηχανή για την τεχνολογική και παραγωγική ανανέωση της σύνολης οικονομίας.
Η Αριστερά στην σκέψη και στα προγράμματα της, τις τελευταίες δεκαετίες, με ελάχιστα φωτεινά διαλείμματα, δεν επεδείκνυε προτεραιότητα σε αυτές τις κατευθύνσεις και στις προϋποθέσεις μιας πρωτοπόρας, παραγωγικής και αποδοτικής οικονομίας, η οποία τόσο στο παραγωγικό όσο και στο κοινωνικό της πρότυπο θα υπερέχει του καπιταλισμού.
Είναι αρκετοί στον αστικό χώρο, οι οποίοι θεωρούν εγγεγραμμένη στο DNA των θεωρητικών βάθρων της Αριστεράς την αποτυχία της να συνδυάσει τους κοινωνικούς στόχους της με την οικονομική υπεροχή του συστήματος της.
Η διαπίστωση είναι λαθεμένη.
Όμως, λαθεμένος υπήρξε σε μεγάλο βαθμό και ο προσανατολισμός της Αριστεράς, να αγνοεί στην ουσία το κεφάλαιο των οικονομικών επιδόσεων της, να υποχωρεί μπροστά στις δυσκολίες του και να διστάζει να αλλάξει ριζικά την σκέψη της, ώστε να μπορεί να ”επαναστατικοποιεί” την οικονομία.
Η Αριστερά μπορεί να συγκροτήσει ένα άκρως επιτυχές πρότυπο μετάβασης και σοσιαλισμού με πολύ προωθημένη παραγωγικότητα και ανανεωτικό οικονομικό πνεύμα, χωρίς να υστερεί στον βαθιά κοινωνικό προσανατολισμό του.
Αυτό, όμως, απαιτεί μια νέα επαναστατική τομή στην σκέψη, την πρακτική, την δράση και πρώτα απ΄ όλα στο πρόγραμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που θα ξαναδώσει στην ίδια την ικανότητα να ηγεμονεύσει σε ένα ευρύτατο κοινωνικό μέτωπο αλλαγών, όπου δίπλα στα παλιά θα υπάρχουν και νέα εργαλεία, στα οποία θα παίζουν βασικό ρόλο η Παιδεία, η μόρφωση, η επιστήμη, η έρευνα, η τεχνολογική καινοτομία, το ρίσκο, το πρακτικό πνεύμα και ο πολιτισμός.
Χωρίς μια νέα μεγάλη επανάσταση στο πρόγραμμα και την σκέψη της ή αλλιώς, χωρίς μια νέα αρχή, η σύγχρονη Αριστερά μπορεί να καυχιέται για τις μεγάλες ηρωικές στιγμές του παρελθόντος της αλλά δεν θα έχει μέλλον.