Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει κατορθώσει:
1. Να είναι, μακράν των υπολοίπων η πιο USA–friendly κυβέρνηση της μεταπολίτευσης.
2. Να μην έχει απέναντί της πραγματική αξιωματική αντιπολίτευση και γενικώς αντιπολίτευση στη Βουλή.
3. Να έχει μετατρέψει τον κυβερνητικό συνδικαλισμό σε μη-συνδικαλισμό.
4. Να έχει «σιγήσει», σε μεγάλο βαθμό -πλην φωτεινών εξαιρέσεων- τα κινήματα.
5. Να χειρίζεται με τη βοήθεια της διαπλοκής, του κράτους και του χρήματος σε τέτοιο βαθμό επικοινωνιακής «επιτυχίας» τα πάντα, ώστε να αναγκάζει τον Guy Louis Debord, να καίει τα βιβλία του δίπλα στο Σηκουάνα.
Η περίπτωση της άδειας του Δ. Κουφοντίνα είναι χαρακτηριστικό δείγμα.
Και δεν αναφερόμαστε στον Δ. Κουφοντίνα! Αλλά στον «Κουφοντίνα» που έχει την ικανότητα να χτίσει το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης. Σε απόλυτη συνεργασία με το αντίστοιχο της Νέας Δημοκρατίας.
Στο ίδιο έργο που σκηνοθετούν μήνες τώρα. Με τους αριθμητές να αλλάζουν και τον παρανομαστή σταθερό. Και ερήμην πρωταγωνιστές πότε τις «έμφυλες ταυτότητες», πότε το «αντικομμουνιστικό συνέδριο της Βαλτικής», πότε τη «σημαία και το μικρό μετανάστη».
Και η κυβέρνηση καταφέρνει το αυτονόητο δικαίωμα, ενός κρατούμενου για άδεια (χρόνια καταστρατηγημένο), να το μετατρέψει σε στοιχείο αμφίδρομης συσπείρωσης ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Γιατί -στοιχείο που ξεχνάει συχνά η Αριστερά- οι (δι)κομματικές συσπειρώσεις είναι πάντα αμφίδρομες.
Και αντί η συζήτηση να είναι ο «τρομονόμος» που συνεχίζει να ισχύει… Και αντί η συζήτηση να είναι η ποινικοποίηση του κινήματος κατά των πλειστηριασμών… ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να συσπειρώσει ό,τι είναι δυνατό από την όποια δημοκρατική βάση του έχει μείνει πάνω στο αυτονόητο δημοκρατικό δικαίωμα της άδειας ενός κρατουμένου.
Και αντί η συζήτηση να είχε λήξει με την απλή υπενθύμιση ότι ο Χ. Ξηρός είχε λάβει άδεια επί Σαμαρά, επιστρατεύονται από τα underground social media κυβερνητικά επικοινωνιακά επιτελεία, ο Τεμπονέρας, ο Παττακός και οι νεκροί της χούντας και της άκρας δεξιάς. Όλη η ιστορία της αριστεράς, για άλλη μια φορά, Ιφιγένεια για τα επικοινωνιακά πανιά των σύγχρονων βιαστών της.
Τελικά το «σκοπευτήριο» δεν ήταν απλά μια στιγμή.
Με ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια.
Και καταφέρνει η κυβέρνηση να συσπειρώνει -αμφίδρομα- τους δύο απαραίτητους πόλους.
Και διχάζει την βάση της κοινωνίας.
Και δημιουργεί επικοινωνιακές μορφές «ανάθεσης του θυμικού».
Και αποπροσανατολίζει από την πραγματική ατζέντα της περιόδου.
Και η κοινωνική βάση της αριστεράς, συχνά αμήχανη, στοιχίζεται αρκετές φορές πίσω από τα social media της κυβέρνησης, ενώ τα πολιτικά της υποκείμενα, πολυκατακερματισμένα, έχασαν άλλη μια ευκαιρία: να αναδείξουν, μέσω μεγάλων κοινωνικών μετώπων, το δάσος και όχι το δέντρο.
Τον «τρομονόμο» και την ανάγκη κατάργησής του. Καθώς και το σύνολο της ενίσχυσης του αυταρχισμού (θεσμικού και εξω-θεσμικού) του καθεστώτος της νεοαποικίας.
Υ.Γ. Για να μη μας θεωρούν λωτοφάγους:
1. Στις 31 Μαΐου 2017 ο Υπουργός Δικαιοσύνης έφερε (μέσα σε άσχετο νομοσχέδιο) μία νέα διάταξη που ισχυροποιούσε τον τρομονόμο, ποινικοποιούσε την «με οποιονδήποτε τρόπο πρόκληση ή διέγερση σε συγκρότηση ή ένταξη σε εγκληματική οργάνωση.
Επανέφερε δηλαδή τον τρομονόμο Μητσοτάκη του 1990 (Αναγκάστηκε να την αποσύρει προσωρινά λίγες μέρες μετά, λόγω των αντιδράσεων! Προσωρινά!).
2. Στις 16/10/2017 , μέσω του νέου Σωφρονιστικού Κώδικα, ενισχύει τον τρομονόμο, επαναφέροντας εμμέσως τις φυλακές τύπου Γ μέσω του άρθρου 11:
«Οι κρατούμενοι κάθε νομικής κατηγορίας διαβιώνουν σε ιδιαίτερα καταστήματα ή αυτοτελή τμήματα ή διαφορετικούς, ειδικά καθορισμένους χώρους ατομικής ή ομαδικής κράτησης…
ε) έχουν καταδικαστεί για την οργάνωση αποδράσεων και άλλων αξιόποινων πράξεων, που τελούνται εντός των καταστημάτων κράτησης και προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία περί εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων».