Η είδηση όπως την διαβάσαμε στην ιστοσελίδα εκκλησιαστικών ειδήσεων Romfea: Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος επισκέφθηκε τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ , σ΄αυτήν μετεκπαιδεύονται ανώτατοι και ανώτεροι αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμων και των Σωμάτων Ασφαλείας από το βαθμό του συνταγματάρχη και πάνω) και μίλησε στους μαθητές της για την «συμβολή του ιερού κλήρου στην Επανάσταση του 1821».
Τι τους είπε; Πως « η επανάσταση του Εικοσιένα και ο αγώνας των Ελλήνων για ανεξαρτησία ωρίμασαν ως κοινός καρπός της συνυφασμένης ελληνικής ψυχής και εκκλησιαστικής συνείδησης του λαού μας και πραγματώθηκαν ως έργο, σε μεγάλο βαθμό, του Κλήρου». Πράγματα γνωστά, αυτά που μας μάθαιναν και στο σχολείο για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του κλήρου στην Επανάσταση, χωρίς εκείνες τις «ενοχλητικές» αναφορές για την στάση του πατριαρχείου , τον αφορισμό της Επανάστασης από τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄, την καιροσκοπική στάση μητροπολιτών κ.λπ.
Παρατήρηση πρώτη: Σε ένα σύγχρονο κοσμικό , έστω κι αστικό κράτος, σε όλα αυτά θα έπρεπε να υπάρχει κι ο αντίλογος. Για παράδειγμα η αλήθεια για τη στάση όχι μόνο του Γρηγορίου του Ε΄ αλλά και του διαδόχου του Αγαθάγγελου ο οποίος το 1828 εκτελώντας εντολές του σουλτάνου έστειλε στην Ελλάδα τους μητροπολίτες Νικαίας, Χαλκηδόνας , Λάρισας και Ιωαννίνων για να συστήσουν στους επαναστατημένους έλληνες να παρατήσουν τα όπλα και να δηλώσουν υποταγή στο σουλτάνο. Οι μητροπολίτες είχαν μαζί τους και γράμμα του πατριάρχη που όχι μόνο συμβούλευε τους έλληνες να παραδώσουν τα όπλα αλλά τους υποσχόταν πως ο πολυχρονεμένος σουλτάνος θα τους έδινε και αμνηστία! Από όλες τις πόλεις της Πελοποννήσου που πέρασαν οι τρεις μητροπολίτες δεν έγιναν δεκτοί για να μην επηρεάσουν τους χωρικούς το ηθικό των οποίων είχε καμφθεί μπροστά στις καταστροφές που είχε προκαλέσει ο Ιμπραήμ πασάς. Με τα πολλά έφτασαν στον Πόρο κι εκεί συνάντησαν τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Όμως κι εκεί όταν τόλμησαν να του ζητήσουν να βγάλει προκήρυξη με την οποία θα καλούσε το λαό να υποταχτεί στο σουλτάνο εισέπραξαν μια περιφρονητική άρνηση από ένα κυβερνήτη που κάθε άλλο παρά δημοκράτης ήταν.
Αυτά ως προς την ιστορία και τα στοιχεία που είναι απαγορευμένα για τους ανώτερους αξιωματικούς και τις πόρτες ιδρυμάτων όπως η Σχολή Εθνικής Άμυνας που είναι κλειστές για την ιστορική αλήθεια. Κλειστές για την αλήθεια αλλά με τις πόρτες και τα παράθυρα ανοιχτά για τα μεγάλα ιστορικά ψέματα που έθρεψαν ιδέες όπως την αλήστου μνήμης «Ελλάδα Ελλήνων χριστιανών».
Ας έρθουμε όμως σε κάτι πολύ πιο ουσιαστικό και επικίνδυνο για τις μέρες μας. Αφού λοιπόν βρήκαν παπά να θάψουν την ιστορική αλήθεια κάποιοι από τους μαθητές αξιωματικούς σαν έτοιμοι από καιρό άρπαξαν και την ευκαιρία να ζωντανέψουν «εθνικούς μύθους» που τους έχει κονιορτοποιήσει εδώ και πολλά χρόνια η ιστορική έρευνα. Και όχι μόνο να μιλήσουν για τους μύθους αλλά και πλαγίως να περάσουν μηνύματα μιας ανεπίτρεπτης για αξιωματικούς κινδυνολογίας.
Παράδειγμα πρώτο; Ερώτηση αξιωματικού μαθητή (που τύφλα νάχει ο Μιχαλολιάκος): «Ποιά θα είναι τα σύγχρονα κρυφά σχολειά σήμερα στην περίπτωση που ο ισλαμικός φονταμενταλισμός χρησιμοποιήσει τον «Δούρειο Ίππο» των παράνομα εισερχομένων προσώπων;».
Ποια ήταν η απάντηση του αρχιεπισκόπου; Μια γενική αναφορά στο ρόλο της οικογένειας («κρυφά σχολεία τότε, δεν ήταν μόνο τα συστηματικά, αλλά κάθε πατέρας, κάθε μάνα, κάθε γονιός που ήθελε να μάθει γράμματα το παιδί του. Ένα κρυφό σχολείο, είναι ο πατέρας και η μάνα. Κάθε οικογένεια είναι ένα κρυφό σχολείο εξαρτάται από τι οικογένεια θέλουμε»).
Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει σημασία τι είπε ο αρχιεπίσκοπος αλλά ποια ήταν η ερώτηση και (το κυριώτερο) η τοποθέτηση του αξιωματικού που κρυβόταν πίσω από αυτό το τάχα μου αθώο ερώτημα για ένα τόσο λεπτό ζήτημα όπως είναι το προσφυγικό.
Παράδειγμα δεύτερο: Αξιωματικός σπουδαστής «ανέφερε πως σήμερα βλέπουμε από διάφορες κοινωνικές έρευνες ότι η αποδοχή της Εκκλησίας και των Ενόπλων δυνάμεων, ως θεσμών είναι πολύ υψηλή και αναρωτήθηκε κατά πόσο αυτή η αποδοχή δίνει δύναμη αλλά και πόσο διατεθειμένη είναι η Εκκλησία σε αντιεκκλησιαστικές, θεσμικές, ιδεοληπτικές ρητορικές να τηρήσει της κόκκινες γραμμές, για παράδειγμα στο διαχωρισμό Κράτους Εκκλησίας, στο ξαναγράψιμο των βιβλίων της Ιστορίας, αλλά και στην αλλαγή τρόπου διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών ( οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).
Ο αρχιεπίσκοπος απάντησε τα γνωστά που έλεγαν και λένε όλοι οι αρχιεπίσκοποι υπερασπιζόμενοι το σημερινό αναχρονιστικό καθεστώς στις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας («Είναι μία λανθασμένη φράση ο χωρισμός. Στην ποιμαντική της Εκκλησίας δεν υπάρχει βία. Είναι ελεύθερος ο καθένας. Όποιος θέλει φεύγει και μάλιστα δεν του λέμε να μην ξανάρθει» κ.λπ., κ.λπ., δεν έχει σημασία να τα επαναλάβουμε).
Και εδώ πάλι δεν έχουμε μια απλή ερώτηση , αλλά μέσω αυτής, μια ξεκάθαρη πολιτική τοποθέτηση ενός ανώτατου αξιωματικού και μάλιστα σε μια στιγμή που τα ζητήματα αυτά βρίσκονται στο επίκεντρο συζητήσεων σε πολιτικό επίπεδο. Γιατί τι άλλο από μια σαφή τοποθέτηση δηλώνει η χρησιμοποίηση όρων όπως «κόκκινες γραμμές» ή «αντιεκκλησιαστικές, θεσμικές, ιδεοληπτικές ρητορικές» ή η αναφορά σε θέματα όπως το πώς θα διδάσκεται η ιστορία στα σχολεία που κάθε άλλο παρά δουλειά των αξιωματικών είναι.
Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ένα μεμονωμένο περιστατικό, αν δεν ήταν ένας ακόμη κρίκος σε μια μακρυά αλυσίδα περιστατικών ( με πιο χαρακτηριστικό αυτό με τα σουλατσαρίσματα του Καμμένου και του Βίτσα στο Καστελόριζο με τους χρυσαυγίτες) που δείχνουν πως , εκεί στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας δεν έχουν το θεό τους. Και γι αυτό είναι επικίνδυνοι…
*Πηγή: imerodromos.gr
Πρίν διατυπώσουμε γνώμη γι οποιοδήποτε θέμα, πρέπει να παρουσιάζουμε με ακρίβεια τα αντικειμενικά, (δηλαδή τα μή επιδεχόμενα ερμηνείας) στοιχεία . Ο αρθρογράφος λοιπόν γράφει αναληθώς ότι στη ΣΕΘΑ γίνονται δεκτοί “ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί από το βαθμό του συνταγματάρχη και πάνω”, ενώ η αλήθεια είναι ότι σύμφωνα με τον κανονισμό της Σχολής σ΄αυτήν φοιτούν αποκλειστικά ανώτεροι, ( όχι ανώτατοι) αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, δηλαδή αξιωματικοί από το βαθμό του ταγματάρχη μέχρι και αυτόν του συνταγματάρχη για το στρατό ξηράς και αντίστοιχοι των άλλων κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων. Όταν λοιπόν στο άρθρο από την πρώτη παράγραφο γράφουμε ανακρίβειες ( λόγω άγνοιας ή δόλου αδιάφορο), ανάλογης σοβαρότητας είναι και η γνώμη μας για το τί πρέπει να λένε ή να μήν λένε τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων για να ευχαριστούν τις ιδεοληψίες μας.