Το θέμα της «Ελ Ντοράντο» έγινε αφορμή να έλθει στο προσκήνιο το ζήτημα της ανάπτυξης και των ξένων επενδύσεων. Παρατηρείται μάλιστα ένας ιδιόμορφος ανταγωνισμός μεταξύ μνημονιακών κομμάτων της αντιπολίτευσης, με πρωταγωνιστή τη ΝΔ και εκπροσώπους επιχειρηματικών ενώσεων, ποιος θα υπερασπιστεί καλύτερα την «Ελ Ντοράντο», ενώ προβάλλονται μονότονα τα «πλεονεκτήματα» των ξένων επενδύσεων στην αναπτυξιακή διαδικασία.
Ο μύθος της ανάπτυξης με ξένες επενδύσεις
Δυστυχώς τη μαγική εικόνα των «ξένων άμεσων επενδύσεων» (ΞΑΕ) στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, την καλλιεργεί σταθερά και η κυβέρνηση με αποκορύφωμα το Gr-Ιnvest του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ. Ωστόσο πρόκειται για παραπλάνηση του ελληνικού λαού για να εξωραϊστούν τα παρατεταμένα αναπτυξιακά αδιέξοδα και η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας, από τα ακραία μέτρα λιτότητας και την «πάση θυσία» παραμονή στην ευρωζώνη που ακολουθεί η κυβέρνηση όπως και οι προηγούμενες ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Όμως με βάση την ιστορική πείρα ιδιαίτερα της τελευταίας δεκαετίας, οι ΞΑΕ δεν δικαιώνουν το μύθο του «οχήματος» ανάπτυξης που καλλιεργούν οι εκπρόσωποι της εγχώριας ολιγαρχίας και των πολιτικών δυνάμεων του Μνημονιακού τόξου. Διότι, πρώτον, το ύψος τους στην ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία ήταν ένα μικρό μέρος των συνολικών επενδύσεων (κατά μέσο όρο 3 δις το χρόνο ή 10% του συνόλου των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων). Δεύτερον, οι ξένες επενδύσεις δεν είναι κατά κανόνα νέες παραγωγικές επενδύσεις, αλλά αφορούν ιδιωτικοποιήσεις ΔΕΚΟ, δημόσιας περιουσίας, τραπεζών, κερδοφόρων ιδιωτικών μονάδων, ακίνητα, κά.
Τρίτον και σημαντικότερο, αποσιωπάται η αντίστροφη όψη των ΞΑΕ, δηλ. τις επενδύσεις ελλήνων κεφαλαιούχων στο εξωτερικό (ελληνικές ΞΑΕ), οι οποίες υπερβαίνουν το ύψος των εγχώριων επενδύσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδος, το 2015 οι ελληνικές ΞΑΕ ήταν 25 δις (12 δις Βαλκάνια, 8 δις σε χ-μ ΕΕ και 5 δις άλλες χώρες), στερώντας την Ελλάδα από πολύτιμους πόρους για δημιουργία θέσεων εργασίας και παραγωγή εισοδήματος. Στην ουσία οι ΞΑΕ είναι κέρδη από τον ιδρώτα των εργαζόμενων που μετακομίζουν «επίσημα» εκτός χώρας, χωρίς να υπολογίσουμε αυτά που φυγαδεύονται με υπόγειους τρόπους (λίστες Λαγκάρντ, Μπόγιαρνς κά). Αυτήν την αλήθεια αποσιωπούν συστηματικά κυβέρνηση, μνημονιακά κόμματα, αργυρώνητοι δημοσιογράφοι και οικονομική ελίτ. Για το «σουρεαλιστικό» του θέματος (στην ουσία χλευασμός), είναι το σχόλιο του προέδρου των γερμανών βιομηχάνων, Χ.Π.Καϊτέλ, την άνοιξη 2012, ότι …«δεν μπορεί από τη μια πλευρά να έρχονται Γερμανοί επενδυτές στην Ελλάδα και στα σύνορα να συναντούν Έλληνες, οι οποίοι επιδιώκουν να μεταφέρουν τα χρήματά τους εκτός Ελλάδας».!!
Τέλος στο κρίσιμο ερώτημα αν είναι επιθυμητές οι ξένες επενδύσεις, η απάντηση είναι «ναι ….ΑΛΛΑ»… Ναι στη βάση της ισότιμης συνεργασίας και του αμοιβαίου οφέλους, ναι με τήρηση της εγχώριας νομοθεσίας σε εργασιακά και περιβαλλοντικά θέματα, όχι σε ασυδοσία, εκβιασμούς, δίκτυα διαπλοκής κά. Με άλλα λόγια στο βαθμό που οι ΞΑΕ είναι παραγωγικές και γίνονται με επωφελείς όρους, συμβάλλουν στην αύξηση του ΑΕΠ και της απασχόλησης, μεταφορά τεχνολογίας, αύξηση εξαγωγών, κά. Αντίθετα οι ΞΑΕ με χαρακτήρα «αρπαχτής» και ανεξέλεγκτης δράσης, οι οποίες έχουν ως όραμα το πλαίσιο των «ελευθέρων συμφωνιών εμπορίου και επενδύσεων» τύπου Τ.Τ.Ι.Ρ. και CETA, με δυνατότητα να σέρνουν κυρίαρχα κράτη σε ειδικά δικαστήρια (ISDS και ICS) δεν είναι επωφελείς.
Ειδικότερα η «Ελ Ντοράντο» επιδιώκει να αποφύγει δέσμευση αποτροπής αρνητικών επιπτώσεων της επένδυσης στο περιβάλλον, στην υγεία των κατοίκων και σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες (τουρισμός, γεωργία). Θέλει να αποφύγει την καθετοποίηση της παραγωγής χρυσού και άλλων μετάλλων και τη δημιουργία «αλυσίδων αξίας», το σεβασμό της κείμενης νομοθεσίας και την επίλυση διαφορών στη διαιτησία. Από την άλλη πρέπει να διασφαλιστούν οι σημερινές θέσεις εργασίας και τα δικαιώματα των εργαζόμενων, οι οποίοι προφανώς στηρίζουν μια επένδυση που είναι επωφελής για τον ελληνικό λαό και τη χώρα, αποφεύγοντας αλλότρια συμφέροντα να παίξουν παιγνίδια στις πλάτες τους. Όσον για τους όψιμους υπερασπιστές των εργατικών συμφερόντων, τα τελευταία έχουν «αρχή, μέση και τέλος», αντί επίκλησης κατά το δοκούν (όπως κάνουν τα μνημονιακά κόμματα, οι γραφειοκρατική ηγεσία της ΓΣΕΕ, ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδος, κά), βάζοντας «μαξιλαράκι» στήριξης της «Ελ Ντοράντο».
Ωστόσο αυτά δεν αρκούν. Χρειάζεται συνολική πολιτική φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση, παραγωγικής ανόρθωσης και οικολογικού μετασχηματισμού της οικονομίας, δραστικής μείωσης ανεργίας, διασφάλισης θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων και διανομής εισοδήματος με βάση τη συμβολή του καθενός στη δημιουργία του υλικού και πνευματικού πλούτου. Αυτό είναι σήμερα το κρίσιμο ζητούμενο. Βασικό εμπόδιο οι μνημονιακές πολιτικές και η ευρωζωνική επιτροπεία μαζί και οι δυνάμεις που τις στηρίζουν.
(*) δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στις 20.9.19