Πολλές φορές τους τελευταίους μήνες εκφωνήθηκε ο επικήδειος του δεξιού λαϊκισμού στην Ευρώπη, όμως κάθε φορά αυτό αποδεικνυόταν πρόωρο. Γιατί η ήττα λ.χ. του Geert Wilders στις ολλανδικές βουλευτικές εκλογές ή της Marin Le Pen στις γαλλικές προεδρικές εκλογές σχεδόν αντισταθμίζεται από την ανάδυση της “Εναλλακτικής για τη Γερμανία” σε τρίτη δύναμης της νέας Bundestag. Και γιατί το 2017 λήγει με τη συγκρότηση, σε μία από τις χώρες της Ε.Ε., κυβερνητικού συνασπισμού της κεντροδεξιάς με την κεντροαριστερά.
Η πανευρωπαϊκή ανακούφιση από την περσινή οριακή ήττα του υποψήφιου του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας για την προεδρία της ομοσπονδιακής δημοκρατίας της Αυστρίας, δίνει τη θέση της στην ησυχία που προκαλεί το κυβερνητικό σχήμα που μετά από δύο μήνες μετεκλογικών ζυμώσεων ανέλαβε στην ίδια χώρα την περασμένη εβδομάδα, με καγκελάριο τον νεώτατο, αλλά ήδη γνώριμο στην Ελλάδα από τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο κλείσιμο του “βαλκανικού διαδρόμου”, Sebastian Kurz.
Ενίσχυση της Visegrad
Η αυταρχική και εθνικιστική στροφή που ήδη συντελείται σε χώρες όπως η Πολωνία ή η (στενά συνδεόμενη ιστορικά με την Αυστρία) Ουγγαρία, μοιάζει έτσι να ενισχύεται περαιτέρω, ενώ η μεν Γερμανία, που πλέον αντιμετωπίζει το δικό της πρόβλημα δεξιού λαϊκισμού, δείχνει να χάνει τον έλεγχο της ανατολικής πτέρυγας της Ε.Ε. και η Ιταλία εκφράζει ήδη ανησυχία για την έφεση της Βιέννης να κλείνει με την πρώτη κρίση το μεθοριακό πέρασμα του Μπρένερ ή να δώσει αυστριακή υπηκοότητα στους γερμανόφωνους του Νοτίου Τυρόλου.
Η Ομάδα Visegrad (στην οποία το Κόμμα Ελευθερίας προτείνει να ενταχθεί και η Αυστρία) βλέπει σε κάθε περίπτωση να μεταβάλλεται ο ευρωπαϊκός συσχετισμός υπέρ των θέσεών της για μια συντηρητική αναδίπλωση στην εσωτερική πολιτική, για σφράγισμα των συνόρων, όπως η Ελλάδα το έχει ήδη βιώσει πολύ καλά, και προβολή μεγαλύτερης αυτοπεποίθησης απέναντι στο ευρωπαϊκό κέντρο.
Απόδραση από τον “μεγάλο συνασπισμό”
Όλη τη διαδρομή του Kurz, από την διεκδίκηση της ηγεσίας της παράταξής του, μέχρι την ανασυγκρότησή της, ως Νέο Λαϊκό Κόμμα, σε πιο δεξιά βάση και κατόπιν την πρόκληση πρόωρων εκλογών απέβλεπαν ακριβώς στην “απόδραση” από τον προηγούμενο “μεγάλο συνασπισμό” υπό τους Σοσιαλδημοκράτες, αλλά και στην”αποκαθήλωση”, η οποία και επετεύχθη, του Κόμματος Ελευθερίας από την δημοσκοπική πρωτιά στην τρίτη θέση στην κάλπη (με 26%).
Άλλωστε, η “αποδαιμονοποίησή” της αυστριακής ακροδεξιάς έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε ένα από τα σενάρια που εξετάστηκαν μετεκλογικά ήταν αυτό της συνεργασίας σε ομοσπονδιακό των Σοσιαλδημοκρατών με το Κόμμα των Ελευθέρων, όπως αυτή έχει ήδη δοκιμαστεί σε επίπεδο κρατιδίων.
Οι διαφορές με το παρελθόν
Οι πιο κακεντρεχείς (όπως λ.χ. ο Βρετανός ευρωβουλευτής και εκ των πρωτεργατών του Brexit, Nigel Farage, ο οποίος συνεπαίρανε ότι “ο ευρωσκεπτικισμός γίνεται mainstream”) στάθηκαν ιδιαίτερα στις εμφανείς διαφορές με το πρόσφατο παρελθόν. Πράγματι, δεν είναι η πρώτη φορά που η αυστριακή ακροδεξιά ασκεί κυβερνητικά καθήκοντα. Όμως μοιάζει πλέον μακρινό το έτος 2000 όταν η είσοδος του Κόμματος Ελευθερίας (τότε υπό την ηγεσία του Joerg Heider) στον αυστριακό κυβερνητικό συνασπισμό προκαλούσε, κατόπιν επιμονής του Jacques Chirac διπλωματικό μποϊκοτάζ της Βιέννης από τους εταίρους της. Τώρα, οι αντιδράσεις των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών περιορίζονται σε προσεκτικά διατυπωμένες συστάσεις για συνεργασία επί τη βάσει των “κοινών αξιών” και απαντώνται τόσο από τον Kurz όσο και από τον εταίρο του, Heinz-Christian Strache, ότι δεν τίθεται ζήτημα απομάκρυνσης της Αυστρίας από την Ευρώπη (π.χ. με τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έξοδο από την Ε.Ε., όπως ζητούσε το Κόμμα Ελευθερίας).
“Ενίσχυση της επικουρικότητας”
Ίσα-ίσα ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός της Αυστρίας φιλοδοξεί να συντονίσει υπό την καθοδήγησή του την Ευρώπη, όπως άλλωστε προορίζεται και θεσμικά να πράξει με την αυστριακή προεδρία στο Συμβούλιο Υπουργών κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2018.
Ειδικότερα, η Βιέννη ευελπιστεί να επαναφέρει την Ε.Ε. “πιο κοντά στις θεμελιώδεις αρχές της” και να πρωταγωνιστήσει στη “διόρθωση ορισμένων λανθασμένων επιλογών”, μέσω λ.χ. της “ενίσχυσης της αρχής της επικουρικότητας” – συντασσόμενη έτσι με το άτυπο μέτωπο των χωρών και των δυνάμεων που αντιστέκονται στην περαιτέρω εμβάθυνση της ενοποίησης, όπως την φαντάζονται στο Μέγαρο των Ηλυσίων ή στην Κομισιόν.
Και μολονότι η ευθύνη για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις θα μείνει στην αυστριακή καγκελαρία, το Κόμμα Ελευθερίας θα ελέγχει τα υπουργεία Άμυνας, Εσωτερικών και Εξωτερικών (δια της συνεργαζόμενης μεσανατολίστριας Karin Kneisl).
Δρακόντεια μέτρα
Εννοείται ότι η αυστριακή προεδρία προγραμματίζει ειδική σύνοδο για το θέμα της μετανάστευσης – πρόκειται άλλωστε για το ένα από τα δύο βασικά συγκολλητικά στοιχεία της κυβέρνησης Kurz (μαζί με τη μείωση των φόρων).
Το κυβερνητικό πρόγραμμα προβλέπει μεταξύ άλλων την επίσπευση της εξέτασης των αιτημάτων ασύλου (και των απελάσεων των απορριπτομένων), τη μείωση του επιδόματος προς όσους τυγχάνουν διεθνούς προστασίας από τα 840 στα 520 ευρώ μηνιαίως και την καθιέρωση κυρώσεων προς όσους αντιστέκονται στην ενσωμάτωσή τους. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι αιτούμενοι ασύλου θα πρέπει, καταφθάνοντας στην Αυστρία, να παραδίδουν όλα τους τα υπάρχοντα, τα μετρητά και το κινητό τηλέφωνο.
Στην οικονομική πολιτική η κυβέρνηση Kurz προσανατολίζεται σε μέτρα ελαστικοποίησης του ωραρίου εργασίας μέχρι και το δωδεκάωρο, περιορισμό της διαπραγματευτικής δύναμης των συνδικάτων, μεγάλες φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις, αλλά και ένα αυστριακό αντίστοιχο της γερμανικής δέσμης Hartz IV σε ό,τι έχει να κάνει με την περικοπή επιδομάτων.
Υπέρ Ρωσίας, κατά Τουρκίας
Στο διεθνές πεδίο ξεχωρίζει η επιθυμία της Βιέννης για βελτίωση των σχέσεων με τη Ρωσία (αν και δεν προτίθεται να εγείρει θέμα τερματισμού των αντιρωσικών κυρώσεων) καθώς και για παύση της ευρωενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Εξ ού και το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωσή του υποστήριξε ότι “η ατυχής αυτή και κοντόθωρη πρόβλεψη στο πρόγραμμα της αυστριακής κυβέρνησης [περί της μη ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε.] επιβεβαιώνει δυστυχώς τις ανησυχίες ότι η πολιτική της γραμμή βασίζεται στις διακρίσεις και τον αποκλεισμό”. Η ίδια ανακοίνωση, σε έναν απειλητικό υπαινιγμό, υπενθυμίζει τις διμερείς συμφωνίες Ε.Ε.-Τουρκίας (π.χ. για το προσφυγικό) και τονίζει ότι αν η Βιέννη επιχειρήσει να τις τορπιλίσει, η Άγκυρα “θα βρει την απάντηση”.
*Πηγή: Capital.gr