Αίτια ενεργειακής κρίσης και ένταξη Ελλάδας στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής-Ενέργειας

1084
Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής-Ενέργειας

Παρότι η κυβέρνηση έχει αναγορεύσει την πανδημία ως το βασικό πρόβλημα της χώρας και βομβαρδίζει τους πολίτες με ειδήσεις για την αύξηση των κρουσμάτων και  με μέτρα  κατά των ανεμβολίαστων (τα οποία ουσιαστικά στρέφονται εναντίον όλων, εμβολιασμένων και  μη ), αυτήν τη στιγμή το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι η εκτίναξη της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία συνεπάγεται αλυσιδωτές αυξήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες και μάλιστα όταν, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Εurostat (1), ήδη ένας στους τρεις έλληνες είναι αντιμέτωπος με τη φτώχεια. Είναι λοιπόν ορατός ο κίνδυνος – στην περίπτωση που συνεχιστεί η ανοδική πορεία των τιμών και τους επόμενους μήνες – το πρόβλημα της φτώχειας να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις  με μακροπρόθεσμες σοβαρές συνέπειες  για την ελληνική κοινωνία και την ελληνική οικονομία.

Για το θέμα αυτό το επίσημο κυβερνητικό αφήγημα (2) είναι ότι οφείλεται στην αναθέρμανση της παγκόσμιας οικονομίας μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων για τον κορωνοϊό, η οποία προκάλεσε (α) την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές  (β) την αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα και (γ) την έλλειψη φυσικού αερίου στην Ευρώπη, δηλαδή σε παράγοντες εξωτερικούς και ανεξέλεγκτους. Ωστόσο το αφήγημα αυτό δεν λαμβάνει υπ’ όψη του ότι η ενεργειακή κρίση χτυπάει κυρίως την Ευρώπη και ότι στη χώρα μας οι μεγάλες αυξήσεις στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας εμφανίστηκαν  αμέσως μετά την ένταξη στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας την 1η Νοεμβρίου 2020 (3),  γεγονός που δημιουργεί εύλογα την υπόνοια ότι  η ενεργειακή κρίση  χρησιμοποιείται ως πρόσχημα αχαλίνωτης κερδοσκοπίας από τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Επίσης αποσιωπάται ότι αποτελεί πολιτική απόφαση της Κομισιόν να είναι υψηλή η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα και ότι η Ευρώπη  λόγω του μοντέλου αγοράς που ακολουθεί δεν εφοδιάζεται πλέον μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων προμήθειας που παρέχουν σχετικά σταθερές τιμές και ασφάλεια εφοδιασμού και έχει στραφεί στα χρηματιστήρια για τον εφοδιασμό της.

Τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω αφήγημα αποτελεί προσπάθεια συγκάλυψης ευθυνών και παραπλάνησης ως προς τα πραγματικά αίτια, τα οποία θα πρέπει να αναζητηθούν: (α) στη φιλελευθεροποίηση της αγοράς φυσικού αερίου, (β) στην πολιτική της Ε.Ε για υψηλά δικαιώματα εκπομπής άνθρακα (γ) στα δομικά χαρακτηριστικά της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και (δ)  στη λειτουργία της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μετά την ένταξη μας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.

Φιλελευθεροποίηση της αγοράς φυσικού αερίου και ενεργειακή κρίση

Μέχρι τη δεκαετία  2000 – 2010 ο εφοδιασμός της Ευρώπης με φυσικό αέριο γινόταν κυρίως με μακροχρόνιες συμβάσεις προμηθείας, διάρκειας 10 – 25 ετών, στις οποίες η τιμή του φυσικού αερίου συνδεόταν με την τιμή του πετρελαίου βάσει της ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής πετρελαίου, γνωστής ως σύστημα oil – indexation. H μεγάλη αλλαγή επήλθε με τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς φυσικού αερίου βάσει του Κανονισμού 715/2009 (4)  και της Οδηγίας 2009/73/ΕΚ (5) που καθιέρωσαν το σύστημα “εισόδου – εξόδου” (entry -exit), δηλαδή το μοντέλο που παρέχει στους χρήστες του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου την ελευθερία να προβαίνουν σε κρατήσεις δυναμικότητας εισόδου και εξόδου, ανεξάρτητες μεταξύ τους, με αποτέλεσμα το αέριο να μεταφέρεται κατά ζώνες, αντί να ακολουθεί τη διαδρομή που προβλέπεται από τη σύμβαση.

Το σύστημα “εισόδου – εξόδου” υποστηρίζεται από εικονικά σημεία συναλλαγών, γνωστά ως hubs, δηλαδή πλατφόρμες, στις οποίες οι χρήστες του δικτύου που έχουν προβεί σε κράτηση εισόδου ή εξόδου δυναμικότητας μπορούν να πωλούν ή να αγοράζουν φυσικό αέριο, αντίστοιχα. Το μεγαλύτερο hub της Ευρώπης από πλευράς όγκου συναλλαγών είναι το Title Transfer Facility (TTF) ή Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων στην Ολλανδία, στο οποίο εμπορεύονται βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα συμβόλαια φυσικής παράδοσης φυσικού αερίου και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προθεσμιακά προϊόντα μελλοντικής εκπλήρωσης φυσικού αερίου (παράγωγα). Λόγω δε του μεγέθους του, οι τιμές του φυσικού αερίου στο TTF έχουν καταστεί τα βασικά τιμολόγια αναφοράς της χονδρεμπορικής αγοράς φυσικού αερίου για όλη την Ευρώπη.

Το μοντέλο αυτό σύμφωνα με τους θιασώτες του διευκολύνει τις συναλλαγές, αυξάνει τον αριθμό των συμμετεχόντων, βελτιώνει τη ρευστότητα της αγοράς και διαμορφώνει τιμές που αντανακλούν συνεχώς τις μεταβολές της σχέσης προσφοράς και ζήτησης.  Ωστόσο παρουσιάζει τα εξής μειονεκτήματα  σε σχέση με τις μακροχρόνιες συμβάσεις:  Αποθαρρύνει τις επενδύσεις μεγάλης κλίμακας λόγω της μεταβλητότητας των τιμών , δεν εγγυάται τον ομαλό και συνεχή εφοδιασμό και επιπλέον σε εποχές μειωμένης προσφοράς ή αυξημένης ζήτησης δημιουργεί τον κίνδυνο εκτόξευσης των τιμών. Εν ολίγοις το μοντέλο αυτό λειτουργεί “αποδοτικά” για τις αγορές σε εποχές αφθονίας, όπως ήταν η προηγούμενη δεκαετία λόγω των μεγάλων εισαγωγών σχιστολιθικού φυσικού αερίου από τις Η.Π.Α ,  είναι  όμως προβληματικό και επικίνδυνο σε εποχές στενότητας της αγοράς, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα.

Και πράγματι, όσο ευνοϊκή ήταν η συγκυρία της προηγούμενης δεκαετίας για τη σταδιακή αντικατάσταση των μακροχρόνιων συμβάσεων από βραχυχρόνιες και τη λειτουργία των χρηματιστηριακών αγορών, άλλο τόσο δυσμενής είναι η σημερινή. Η μείωση της παραγωγής φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ λόγω της  πτώσης των τιμών κατά την περίοδο της πανδημίας από τη μια και  η αύξηση της ζήτησης ενέργειας λόγω της οικονομικής ανάκαμψης μετά την άρση των περιορισμών της πανδημίας από την άλλη, οδήγησαν σε “στενότητα” την αγορά , αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τα μειονεκτήματα του εν λόγω μοντέλου. Έτσι, εδώ και μήνες ο εφοδιασμός της Ευρώπης βρίσκεται σε κίνδυνο και οι τιμές εκτοξεύονται στα ύψη, γιατί το μεγαλύτερο μέρος του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG )  έχει δεσμευτεί με μακροχρόνιες συμβάσεις και κατευθύνεται προς την Ασία, ενώ αυτό που απομένει για τους traders προς διάθεση στις spot αγορές είναι στην πραγματικότητα λιγότερο από το μισό, γεγονός που κάνει το TTF να οδηγεί το ράλι των τιμών και να πυροδοτεί τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας παγκοσμίως (6) (7).

Για τα παραπάνω ελάχιστος λόγος γίνεται στα ΜΜΕ, τα οποία προτιμούν, αντί να μιλήσουν για τις δυσλειτουργίες της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου,  να καλλιεργούν εντυπώσεις ότι η Ρωσία ευθύνεται για την ενεργειακή κρίση της Ευρώπης (8). Το ενδιαφέρον δε είναι ότι το σενάριο αυτό δεν υποστηρίζεται ούτε κάν από την Κομισιόν, η οποία σε επίσημη ανακοίνωσή της (9) αποδέχεται ότι η Ρωσία “έχει εκπληρώσει τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις της με τους Ευρωπαίους ομολόγους της”και προβάλλει ως μοναδική αιτίαση  κατά της Gazprom  ότι “προσέφερε ελάχιστη ή μηδενική πρόσθετη δυναμικότητα για την ελάφρυνση της πίεσης στην αγορά φυσικού αερίου της ΕΕ.”, στην οποία  απάντησε ο Πούτιν  «καρφώνοντας» ανοικτά την Κομισιόν για την  προτίμησή της  στα χρηματιστήρια και στις βραχυχρόνιες συμβάσεις (10). Ωστόσο ούτε οι δικαιολογίες ούτε η συγκάλυψη ευθυνών μπορούν να λύσουν το πρόβλημα του εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο, το οποίο είναι υπαρκτό και ενόψει του χειμώνα εμφανίζεται ιδιαίτερα πιεστικό.

Για την επίλυση αυτού του προβλήματος και τη διόρθωση των δυσλειτουργιών της αγοράς  προτάθηκε τον Οκτώβριο  από τη Γαλλία, την Ισπανία, την Τσεχία, τη Ρουμανία και (παραδόξως) την Ελλάδα, η κοινή προμήθεια φυσικού αερίου από τις χώρες της Ε.Ε.. Η πρόταση όμως αυτή απορρίφθηκε στη σύνοδο κορυφής του Λουξεμβούργου, καθώς εννιά χώρες με επικεφαλής τη Γερμανία δήλωσαν ότι “δεν μπορούν να υποστηρίξουν μέτρα που έρχονται σε σύγκρουση με την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας” (11).

Και πράγματι, τέτοιου είδους λύσεις απαιτούν τη μεταρρύθμιση των κανόνων λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς, καθώς θέτουν περιορισμούς στο “αόρατο χέρι της αγοράς”, στο οποίο η Ε.Ε έχει αναθέσει τον εφοδιασμό των κρατών μελών της. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι αποδεκτό από την Κομισιόν, η οποία, ακόμη κι αν έχει να διαλέξει ανάμεσα στην μεταρρύθμιση της αγοράς φυσικού αερίου και τη διακινδύνευση του εφοδιασμού της Ευρώπης  με φυσικό αέριο,  προτιμά  το δεύτερο επιβεβαιώνοντας τις  αναλύσεις που μιλούν για τις “ευρωπαϊκές ρίζες” της νέας ενεργειακής κρίσης και  για “αυτοπροκαλούμενη ενεργειακή κρίση” της Ευρώπης (“self – inflicted energy crisis”) (12).

Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων και Ενεργειακή Κρίση

Το Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων ή Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Αερίων του Θερμοκηπίου (EU – Emission Trading System), όπως είναι η επίσημη ονομασία του, τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2005 με διακηρυγμένο στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου  με το σύστημα «cap and trade». Το σύστημα αυτό έχει ως βάση τη θέσπιση ενός ανώτατου ορίου εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου (cap) και τη δημοπρασία (trade) των δικαιωμάτων αυτών στους υπόχρεους (η μονάδα ρύπου αντιστοιχεί σε έναν τόνο διοξειδίου του άνθρακα).

Η λειτουργία του έγινε σταδιακά σε τρεις φάσεις: Η πρώτη από το 2005 έως το 2007, κατά την οποία κάλυπτε περίπου το 40% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην Ε.Ε. Κατά την περίοδο αυτή οι άδειες χορηγούνταν δωρεάν  σε όλες τις χώρες, γεγονός που επέφερε έκτακτα κέρδη στις βιομηχανίες από την πώληση των αδειών που είχαν λάβει δωρεάν. Η δεύτερη από το 2008 έως το 2012 κατά την οποία το 90% των αδειών χορηγούνταν δωρεάν και το 10% διατίθετο σε δημοπρασίες και η τρίτη φάση από το 2013 έως το 2020 που εφαρμόστηκε πλήρως το σύστημα των δημοπρασιών για την κατανομή αδειών, ενώ τώρα βρισκόμαστε (από τον Ιανουάριου του 2021) στην αρχή της τέταρτης φάσης.

Η αγορά αυτή είναι σήμερα η μεγαλύτερη παγκοσμίως και συμμετέχουν σ’ αυτήν εκτός από τις  27 χώρες της Ε.Ε. (το Ηνωμένο Βασίλειο από 1.1. 2021 λειτουργεί το δικό του χρηματιστήριο ρύπων), η Ισλανδία, το Λιχντενστάιν και η Νορβηγία.  Ωστόσο, παρά τα φιλόδοξα σχέδια της Κομισιόν και των τεχνοκρατών των Βρυξελλών,  μετά την οικονομική κρίση του 2008 ήταν ιδιαίτερα μειωμένη  η ζήτηση δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα με αποτέλεσμα το 2013 η τιμή τους να κυμαίνεται κάτω από 3 ευρώ ανά τόνο και να έχει συγκεντρωθεί πλεόνασμα 2.1 δισεκατομμυρίων αδιάθετων τίτλων (13).

Για τη “διόρθωση” των χαμηλών τιμών της αγοράς  η Κομισιόν εισήγαγε το μέτρο του backloading, βάσει του οποίου αποσύρθηκαν από τις δημοπρασίες των ετών 2014-2016 συνολικά 900 εκατομμύρια δικαιώματα με την προοπτική να επανέλθουν στην αγορά προς το τέλος της τρίτης φάσης τα έτη 2019 -2020. Επειδή όμως το μέτρο αυτό δεν φάνηκε ικανοποιητικό, προβλέφθηκε επίσης η δημιουργία του Ταμείου Σταθερότητας Αγοράς Δικαιωμάτων Εκπομπών (Market Stability ReserveMSR),  το οποίο επί της ουσίας είναι ένας «κουμπαράς» για να μεταφέρονται τα δικαιώματα εκπομπής όταν υπάρχει μεγάλο πλεόνασμα,  ώστε ακόμη κι όταν υπάρχει μειωμένη ζήτηση να διατηρούνται οι τιμές τους ψηλά . Η λειτουργία του Ταμείου Σταθεροτητας Αγοράς Δικαιωμάτων Εκπομπών ξεκίνησε  με την έναρξη της τέταρτης φάσης το 2021 συμβάλλοντας σήμερα  κατά πολύ στην εκτόξευση του ενεργειακού κόστους.

Ωστόσο δεν είναι μόνο η λειτουργία του Ταμείου Σταθερότητας Αγοράς Δικαιωμάτων Εκπομπών και η αναθέρμανση της οικονομίας που οδήγησαν στην αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα μετά την πανδημία. Όπως ήδη έγινε ευρέως γνωστό, από την αρχή του 2021 παίζονται στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων μεγάλα κερδοσκοπικά παιγνίδια που ανέβασαν την τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα από τα 25 ευρώ ανά τόνο που ήταν πριν την πανδημία,   στα 60 ευρώ ανά τόνο, με εμφανή την προοπτική να φθάσει τα 100 ευρώ ανά τόνο μέχρι το τέλος του χρόνου.

Τα κερδοσκοπικά  αυτά παιχνίδια κατήγγειλε επισήμως στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών  τον Αύγουστο 2021 η γερμανική εταιρεία  παραγωγής ενέργειας Stromio (14) αναφέροντας  με στοιχεία ότι ο αριθμός των κερδοσκόπων που ποντάρει στην αύξηση των τιμών ξεπερνά πλέον τους 200 και διατυπώνοντας το αίτημα “να τεθούν όρια” και να ληφθούν μέτρα προστασίας από τις πρακτικές κατάχρησης της αγοράς. Δυστυχώς  όμως  οι κερδοσκοπικές πρακτικές που αναπτύσσονται στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων , ακόμη κι αν δεν υποθάλπονται από την Κομισιόν,  εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο την πολιτική για υψηλές τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών,  προκειμένου να επιτευχθεί ο υπερφιλόδοξος στόχος της μείωσης των εκπομπών κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Αυτός είναι προφανώς ο λόγος που δεν έχουν ληφθεί ακόμη κανονιστικά μέτρα, δικαιολογώντας πλήρως την κριτική που ακούγεται όλο και πιο έντονα κι όλο από περισσότερους ότι το Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων λειτουργεί ως καζίνο που με τις ευλογίες της Κομισιόν μεταφέρει τον πλούτο από τους καταναλωτές στους επενδυτές.

Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας

Οι παραπάνω παράγοντες σαφώς συνετέλεσαν στην εκτόξευση του ενεργειακού κόστους την τελευταία περίοδο, ωστόσο η κύρια αιτία των ανατιμήσεων της ηλεκτρικής ενέργειας  βρίσκεται στα δομικά χαρακτηριστικά της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας,  η οποία είναι ό,τι πιο δαιδαλώδες, ανορθολογικό και δαπανηρό θα μπορούσαν να επινοήσουν οι ευρωτεχνοκράτες των Βρυξελλών ως ηλεκτρικό σύστημα.

Ο μεγαλεπήβολος στόχος της δημιουργίας της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, η οποία αναφέρεται επίσης ως “εσωτερική αγορά”, τέθηκε το 1986 και η υλοποίησή της ξεκίνησε το 1999 με τις διαρθρωτικές αλλαγές που προβλέφθηκαν με τρεις δέσμες νομοθετικών μέτρων – τα γνωστά “ενεργειακά πακέτα” – που εκδόθηκαν από το 1996 έως το 2009 (15). Με τα νομοθετικά αυτά μέτρα η Ε.Ε κατόρθωσε να διαλύσει τη δομή των ηλεκτρικών συστημάτων που λειτουργούσαν από τα μέσα του 20ου αιώνα ως καθετοποιημένες – κυρίως δημόσιες – μονοπωλιακές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας οι οποίες, λόγω της ιδιομορφίας της ηλεκτρικής ενέργειας, αποτελούσαν φυσικά μονοπώλια, δηλαδή μπορούσαν να προσφέρούν φθηνότερα και πιο αποτελεσματικά  το αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας απ’ ό,τι περισσότερες ,  να προωθήσει τη διασύνδεση των εθνικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ τους και να μεταφέρει τον έλεγχο των ηλεκτρικών συστημάτων από την κρατική εξουσία στις αγορές που ελέγχονται από ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές και από ένα νέο κοινοτικό όργανο που δημιουργήθηκε στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, τον «Οργανισμό Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (“Agency for the Cooperation of Energy Regulators”-ACER).

Ως πρότυπο για τη δημιουργία της “εσωτερικής αγοράς” χρησιμοποιήθηκε το μοντέλο που σχεδιάστηκε τη δεκαετία του 1970 από τη Σχολή του Σικάγου και εφαρμόστηκε αρχικά στη Χιλή του Πινοσέτ και τη δεκαετία του 1990 στη Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο η “ενιαία αγορά” που δημιούργηθηκε είναι πρωτότυπη και πολύ πιο δαιδαλώδης λόγω της έκτασής της, καθώς καλύπτει  σχεδόν ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Επιπλέον είναι και μοναδική παγκοσμίως καθώς το εγχείρημα ενοποίησης των ηλεκτρικών συστημάτων μιας ολόκληρης ηπείρου, δεν έχει επαναληφθεί μέχρι σήμερα λόγω του κόστους και των τεχνικών προβλημάτων που δημιουργεί αυτή η ενοποίηση.

Η λειτουργία της νέας ενιαίας αγοράς  στηρίζεται: (α) στο target model,  δηλαδή σε ένα κοινό μοντέλο λειτουργίας και συναλλαγών για όλες τις επιμέρους εθνικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ανά την Ευρώπη, βάσει του οποίου η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας διαρθρώνεται σε τέσσερεις επιμέρους αγορές, στην Αγορά Επόμενης Ημέρας, στην Ενδοημερήσια Αγορά, στην Αγορά Εξισορρόπησης και στην Ενεργειακή Χρηματοπιστωτική Αγορά και (β) στη σύζευξη τιμών που είναι ο ενιαίος προσδιορισμός της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας για όλες τις συνδεδεμένες εθνικές αγορές βάσει αλγορίθμου και είναι έργο των Χρηματιστηρίων Ενέργειας. Επίσης για την εφαρμογή αυτού του περίπλοκου συστήματος απαιτούνται ηλεκτρικές διασυνδέσεις μεταξύ των χωρών,  τεχνολογικά εξελιγμένος εξοπλισμός του συστήματος μεταφοράς, αλγόριθμοι αντιστοίχισης τιμών και ζήτησης, ακριβής καταγραφή δεδομένων, στενή συνεργασία και συντονισμός μεταξύ των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς και πλήθος κωδίκων και κανονισμών για την επίλυση των θεμάτων συμφόρησης που δημιουργούνται από τις διασυνοριακές μεταφορές ηλεκτρικής ενέργειας. Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα δαπανηρό και επισφαλές σύστημα, του οποίου το κόστος το πληρώνουν οι πολίτες και αποτελεί τη βασική αιτία του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας που μαστίζει όλες τις χώρες της γηραιάς ηπείρου.

Το σύστημα αυτό βρίσκεται σε εξέλιξη και ήδη ξεκίνησε ο επανασχεδιασμός της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας  βάσει της δέσμης μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους» ή “Πακέτο Καθαρής Ενέργειας” (“Clean Energy Package”) (16), το οποίο αποτελείται από οκτώ νομοθετικές πράξεις που εκδόθηκαν τα έτη 2018 και 2019 (17)  με διακηρυγμένο στόχο να  διευκολυνθεί η μετάβαση στην “οικονομία της καθαρής ενέργειας” και να ενσωματωθούν οι κλιματικοί στόχοι της Ε.Ε στην εσωτερική αγορά.

Το νέο μοντέλο που προκύπτει από αυτόν τον επανασχεδιασμό είναι ακόμη πιο δαπανηρό, δαιδαλώδες και ανορθολογικό, ενώ επιπλέον δεν θυμίζει τίποτα από αυτό που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα ως ηλεκτρικό σύστημα.

  • Τα δίκτυα διανομής διαλύονται με τη μέθοδο του διαχωρισμού ιδιοκτησίας και διαχείρισης (unbundling), καταργείται ο μονοπωλιακός χαρακτήρας τους και δίνεται η δυνατότητα δημιουργίας πολλών κλειστών – ιδιωτικών δικτύων διανομής (Οδηγία 2019/944).
  • Προωθείται το μοντέλο κατανάλωσης – “απόκριση ζήτησης” το ονομάζουν – στο οποίο ο καταναλωτής προσαρμόζει τις ανάγκες του στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και όχι το αντίστροφο, όπως γινόταν μέχρι σήμερα (Οδηγία 2019/944).
  • Τίθεται ως βασική αρχή της λειτουργίας της αγοράς η ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών και δεν τίθεται κανένα όριο (ανώτατο ή κατώτατο) στην τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας στις χονδρεμπορικές αγορές με ειδική μέριμνα του νομοθέτη για την “αποτελεσματική τιμολόγηση της σπανιότητας”, ώστε να ενθαρρύνονται οι επενδυτές. (Κανονισμός 2019/943).
  • Επαναπροσδιορίζονται οι ζώνες προσφορών προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το διαζωνικό εμπόριο (Κανονισμός 2019/943).
  • Προωθείται η χρηματοδοτική στήριξη και η απλούστευση διοικητικών διαδικασιών για την εγκατάσταση έργων ΑΠΕ ( Οδηγίας 2018/2001).
  • Προβλέπεται το άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε παραγωγούς άλλων κρατών μελών (άρθρο 5 Οδηγίας 2018/2001).
  • Γίνεται υπολογισμός σε επίπεδο Ένωσης του δεσμευτικού συνολικού στόχου 32 % του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης  για το 2030 και προβλέπεται η στατιστική μεταβίβαση ενέργειας παραγόμενης  από ΑΠΕ μεταξύ των κρατών μελών (η ενέργεια αυτή θα αφαιρείται από το κράτος που την παράγει και θα προστίθεται στο μερίδιο άλλου, προκειμένου να προσμετράται στην επίτευξη του στόχου του). (Οδηγία 2018/2001).
  • Προωθείται η αυτοκατανάλωση ενέργειας από ΑΠΕ και η δημιουργία κοινοτήτων ΑΠΕ
  • Προωθείται η ενσωματώση της ενέργειας από ΑΠΕ στη ψύξη – θέρμανση και στον τομέα των μεταφορών.

– Προβλέπεται ότι η πρόληψη ή ο μετριασμός  κρίσεων ηλεκτρικής ενέργειας γίνεται  με μέτρα που συμμορφώνονται με τους κανόνες της αγοράς και μόνο ως έσχατη λύση και για περιορισμένο χρονικό διάστημα είναι δυνατόν να ενεργοποιηθούν μέτρα που παρεκκλίνουν από αυτούς (Κανονισμός 2019/941).

Εν ολίγοις, το νέο μοντέλο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προωθώντας τη διάλυση των δικτύων διανομής, επιδιώκει να μεταφέρει στους καταναλωτές την ευθύνη του εφοδιασμού τους. Διαμορφώνει έναν κόσμο που τα πάντα θα λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια, αλλά το ηλεκτρικό ρεύμα θα είναι ένα αγαθό πανάκριβο και σε ανεπάρκεια και οι καταναλωτές, για να ικανοποιήσουν βασικές τους ανάγκες θα πρέπει να προσαρμοστούν στην ακανόνιστη ηλεκτρική παραγωγή των ΑΠΕ. Κάποιες χώρες (μεταξύ των οποίων σίγουρα η δική μας) θα μετατραπούν σε μπαταρίες της Ευρώπης για να πετύχουν το στόχο τους οι υπόλοιπες και οι αγορές θα ευημερούν, παρότι η μία ενεργειακή κρίση θα διαδέχεται την άλλη και η ενεργειακή φτώχεια θα είναι η νέα “κανονικότητα” για την πλειονότητα των κατοίκων της Ευρώπης.

Για αυτές τις ζοφερές αλλαγές που ήδη έχουν θεσμοθετηθεί και τα επόμενα χρόνια θα αρχίσει η σταδιακή υλοποίησή τους δεν έχει κάν ανοίξει η συζήτηση. Αντιθέτως μας κατακλύζουν οι διθυραμβικές αναφορές για την Ευρώπη των μηδενικών ρύπων και της “ενεργειακής ένωσης”. Και πράγματι η ενεργειακή ένωση της Ευρώπης προχωρά, μόνο που μαζί της προχωρά και η κυριαρχία των αγορών και η φτωχοποίηση των κατοίκων της.

Ελλάδα και Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας

Η χώρα μας εντάχθηκε τυπικά στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας την 1η Νοεμβρίου 2020, με την έναρξη λειτουργίας του target model. Ακολούθησε στις 15 Δεκεμβρίου 2020 η σύζευξη της Αγοράς Επόμενης ημέρας με την αντίστοιχη αγορά της Ιταλίας, στις 11.5.2021 έγινε η σύζευξη με την Αγορά  Επόμενης Ημέρας της Βουλγαρίας και στις 23  Σεπτεμβρίου 2021 ολοκληρώθηκε η σύζευξη της Ενδοημερήσιας Αγοράς με Ιταλία και Σλοβενία, ενώ ήδη η ΡΑΕ έχει αναθέσει την εκπόνηση μελέτης σχετικά με την ενοποίηση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού με την αγορά της ΝΑ Ευρώπης και τη δυναμικότητα των διασυνδέσεων με τις χώρες της περιοχής.

Αυτό ήταν το τέλος μιας μακράς μεταβατικής περιόδου που ξεκίνησε το 1999.  Κατά τη διάρκειά της, η ΔΕΗ μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία και διαχωρίσθηκε σε τρία τμήματα  (αρχικά  από το σύστημα μεταφοράς και μετέπειτα από το δίκτυο διανομής), η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε αύξηση κατά περίπου 150% στην περίοδο 2005-2016 σύμφωνα με στοιχεία μελέτης που δημοσιεύθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας, τα βουνά και τα νησιά μας παραδόθηκαν στους επενδυτές για την εγκατάσταση ΑΠΕ και καλωδίων, ενώ ξεκίνησε η ερήμωση της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης λόγω της απολιγνιτοποίησης.

Ωστόσο τα παραπάνω φαίνεται ότι είναι μόνο ο πρόλογος στα δεινά που μας περιμένουν τη νέα περίοδο που ξεκίνησε με την είσοδο της χώρας στην ενιαία αγορά.  Η πρεμιέρα της εφαρμογής του target model συνοδεύτηκε με ανοδική τάση των τιμών, η οποία σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς δεν δικαιολογούνταν από το μείγμα καυσίμου των μονάδων που συμμετείχαν (18).  Η ανοδική αυτή τάση  συνεχίστηκε και το επόμενο διάστημα με δημοσιεύματα να την αποδίδουν σε κερδοσκοπικά παιχνίδια του Ομίλου Μυτιληναίου (19) που εφαρμόζοντας διπλή στρατηγική, ως παραγωγός ανέβαζε στα ύψη τις τιμές χονδρικής και κερδοσκοπούσε, ενώ ως προμηθευτής κρατώντας τις τιμές σταθερές “χτυπούσε” τους ανταγωνιστές του. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι στους κερδισμένους του πρώτου πεντάμηνου του 2021, εκτός από τον Όμιλο Μυτιληναίου, συγκαταλέγονται  η Elpedison και η ΗΡΩΝ με “χρυσά κέρδη” (20) λόγω της αύξησης στο χονδρεμπορικό κόστος και στους χαμένους οι καταναλωτές  που προμηθεύονταν ηλεκτρικό ρεύμα από εναλλακτικούς παρόχους λόγω της μετακύλισης των αυξήσεων της χονδρεμπορικής αγοράς στους λογαριασμούς τους με την ενεργοποίηση των σχετικών ρητρών.

Έτσι, είχε ήδη διαμορφωθεί μια ακριβή χονδρεμπορική αγορά, όταν τον Ιούνιο έγινε η εκτίναξη της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία κατ’ αρχάς αποδόθηκε στην αύξηση της ζήτησης λόγω των υψηλών θερμοκρασιών σε συνδυασμό με την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου και των δικαιωμάτων για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Οι συζητήσεις δε για “ενεργειακή κρίση” ξεκίνησαν στα τέλη Σεπτεμβρίου, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες υποχώρησαν, όχι όμως και οι αυξήσεις στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά. Και είναι οι αυξήσεις αυτές  που έφεραν, σύμφωνα με τον καθηγητή Παντελή Κάπρο, “ουρανοκατέβατα κέρδη” στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας και “καπέλο” 39% στους καταναλωτές  (21), ενώ έκαναν το ΥΠΕΝ να καταθέσει τροπολογία για να επιστραφούν από τους παραγωγούς ΑΠΕ οι “υπεραμοιβές” που εισέπραξαν, ενώ είχαν υπερκαλυφθεί οι ταρίφες τους (22).

Ωστόσο οι “υπεραμοιβές” των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας και το “καπέλο” στους καταναλωτές  δεν αποτελεί παρέκκλιση από τους κανόνες της ενιαίας αγοράς. Σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο στην Ευρωπαϊκή χονδρική αγορά ενέργειας,  η τιμολόγηση γίνεται με βάση το οριακό κόστος του ακριβότερου παραγωγού που εισάγει ενέργεια στο σύστημα,  βάσει του οποίου προκύπτει μία ενιαία τιμή για όλες τις μορφές ηλεκτρικής ενέργειας ανεξάρτητα από τον τρόπο παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι εν προκειμένω η τιμή στην χονδρεμπορική αγορά διαμορφώνεται από το φυσικό αέριο και αυτήν λαμβάνουν όλοι οι παραγωγοί , ακόμη κι αν το κόστος τους είναι πολύ χαμηλότερο.  Την αναθεώρηση αυτού του συστήματος τιμολόγησης έχει ζητήσει ήδη η Γαλλία, αλλά προσέκρουσε στη διαφωνία της  Κομισιόν, η οποία αντέτεινε  ότι η σημερινή συγκυρία είναι μόνο μια προσωρινή κατάσταση και δεν θα ήθελε να παρέμβει «σε μια αγορά που κατά τα άλλα λειτουργεί εξαιρετικά.» (23).

Επειδή όμως η αγορά “λειτουργεί εξαιρετικά”, προβλέπεται ένας πολύ δύσκολος χειμώνας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις με ανατιμήσεις της ηλεκτρικής ενέργειας για όλους, καθώς από τον Αύγουστο η ρήτρα αναπροσαρμογής χρεώσεων προμηθείας έχει ενσωματωθεί και στα τιμολόγια της ΔΕΗ. Όσον δε αφορά τα μέτρα ενεργειακής στήριξης που έχει εξαγγείλει μέχρι σήμερα η κυβέρνηση, μάλλον θα πρέπει να χαρακτηρισθούν ως μέτρα – ασπιρίνη, καθώς η επιδότηση των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος με 39 ευρώ για τις πρώτες 300 κιλοβατώρες (και 45 ευρώ για τους δικαιούχους ΚΟΤ) τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο ελάχιστα θα βοηθήσουν τους καταναλωτές, αν πρέπει να πληρώσουν υπερδιπλάσιους λογαριασμούς απ’ ότι πέρυσι για την ίδια κατανάλωση. Και δυστυχώς το ύψος των ανατιμήσεων είναι απρόβλεπτο. Ενδεικτικό είναι ότι γινόταν λόγος για “αύξηση – σοκ” στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας τον Ιούνιο, όταν η τιμή της μεγαβατώρας έφθασε τα 100 ευρώ (24) και τον Νοέμβριο η μέση τιμή χονδρικής έφθασε στα 226 ευρώ (25).

Παρ’ όλα αυτά οι αντιδράσεις του πολιτικού κόσμου είναι ελάχιστες και σε κάθε περίπτωση αναντίστοιχες με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Έχει δε ενδιαφέρον ότι 49 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με ερώτησή τους που κατέθεσαν στη Βουλή τον Σεπτέμβριο  (26) για τις αυξήσεις  στα τιμολόγια της ΔΕΗ έκαναν λόγο για χειραγώγηση τιμών, πρακτικές ολιγοπωλίων και αισχροκέρδειας στις ηλεκτρικές αγορές και ζήτησαν να μάθουν ποιές είναι οι ενέργειες του ΥΠΕΝ αναφορικά με την “αυστηρή επιτήρηση της χονδρεμπορικής αγοράς” ,  ενώ λογικά πρέπει να γνωρίζουν ότι  ο τρόπος τιμολόγησης που εφαρμόζεται στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας οδήγησε στην εκτίναξη της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας. Έχει επίσης ενδιαφέρον ότι τους τελευταίους μήνες γίνεται πολύς λόγος για το “Δ” της ΔΕΗ, παρότι η ΔΕΗ έχει μετασχηματιστεί ριζικά εδώ και καιρό (27), αποτελεί καρικατούρα της ΔΕΗ του 1999 ή ακόμη και του 2010 και  το “Δ” της ανήκει πλέον στο Υπερταμείο. Αντιθέτως, εκτός από ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις  (28), δεν γίνεται καμιά αναφορά στην  ένταξη της χώρας στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά και στις συνέπειες της, ενώ στην καλύτερη  περίπτωση γίνεται λόγος για τη μελλοντική ή πλήρη “απελευθέρωση” της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία ωστόσο έχει συντελεσθεί και βιώνουμε εδώ και καιρό τις συνέπειες της.

Δημιουργούνται  λοιπόν λογικά τα εξής ερωτήματα: Για τις παραπάνω άκαιρες αντιδράσεις φταίει άραγε ότι ο πολιτικός κόσμος ζει στο παρελθόν και δεν μπορεί να αντιληφθεί το παρόν και τις εξελίξεις στο μέλλον; Ή μήπως αντιλαμβάνεται ποιο είναι το παρόν, γι’ αυτό είναι πιο βολικό να δρα με βάση το παρελθόν και να κλείνει τα μάτια γι’ αυτά που έρχονται στο μέλλον;

Όσο καλόπιστος κι αν είναι κανείς δύσκολα μπορεί να πιστέψει ότι συμβαίνει το πρώτο. Ο πολιτικός κόσμος και γνωρίζει τι συμβαίνει σήμερα και αντιλαμβάνεται ποιες θα είναι οι εξελίξεις στο μέλλον. Ωστόσο, είτε επειδή έχει ευθύνη γιατί με την σύμπραξη, συναίνεση ή έστω την ανοχή του παραδόθηκε το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας στην Κομισιόν και στους τεχνοκράτες των Βρυξελλών, είτε γιατί δεν θέλει να συγκρουσθεί με την “Ευρώπη” και τους ντόπιους τοποτηρητές της προτιμά να μιλά πχ για τη ΔΕΗ με όρους παρελθόντος, να κλείνει τα μάτια στα πραγματικά αίτια της ενεργειακής κρίσης και να κάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται τις συνέπειες από την ένταξη της χώρας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.

Η στάση αυτή δεν αφορά μόνο την ενεργειακή κρίση. Την είδαμε να εκδηλώνεται και στις προηγούμενες κρίσεις  (οικονομική κρίση, μνημόνια, υγειονομική κρίση)  και κατ’ ουσία συνιστά συνενοχή, συνέναιση ή έστω ανοχή στη μετατροπή της χώρας από κυρίαρχο κράτος σε απομακρυσμένη επαρχία των Βρυξελλών με περιορισμένες δυνατότητες αυτοδίοικησης. Και αυτό είναι το βασικό πρόβλημα  γύρω από το οποίο αρθρώνονται όλα τα άλλα. Είναι το πρόβλημα που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε και  να προσπαθήσουμε να  λύσουμε, αν  πράγματι θέλουμε να έρθουν καλύτερες μέρες σ’ αυτόν τον τόπο.

Η Στέλλα Πατρώνα είναι δικηγόρος, μέλος της συντακτικής ομάδας του Δικτύου Ενεργών Καταναλωτών – Δ.Ε.ΚΑ και της πρωτοβουλίας “Δρόμος Ανοιχτός”

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας