Έφυγε από τη ζωή ο σκηνοθέτης Δήμος Θέος

1294
σκηνοθέτης

Σε ηλικία 83 ετών πέθανε ο Δήμος Θέος, ένας πρωτοπόρος σκηνοθέτης, που συνέβαλε στην αναγέννηση του ελληνικού κινηματογράφου με ταινίες του, όπως «Κιέριον» και «Εκατό ώρες του Μάη». Η κηδεία του σκηνοθέτη θα γίνει σήμερα στο Νεκροταφείο Βύρωνα στις 12:30.

Η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών εξέφρασε τη βαθιά θλίψη της για την απώλεια του επίτιμου μέλους της, ο οποίος, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωσή της, «με τη ζωή του, το έργο και τη δράση του, υπήρξε ένα πρότυπο ανθρώπου που οι αρετές του σπανίζουν διαρκώς στις μέρες μας. Εκτός από σημαντικός δάσκαλος ήταν πάνω από όλα πολίτης του κόσμου.

Μας μίλαγε πάντα, ότι ο άνθρωπος της τέχνης για να είναι χρήσιμος, πριν αρχίσει να δημιουργεί πρέπει να γίνει ο ίδιος έργο τέχνης, να ζει σαν καλλιτέχνης, αρχή που τήρησε και διατήρησε σαν φωτεινό παράδειγμα, μέχρι τέλος, χωρίς να φοβάται κανένα τίμημα. Ήταν πάντα παρών σε όλους τους αγώνες και διεκδικήσεις της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, στηρίζοντας ιδιαίτερα πάντα τους νέους ανθρώπους, είτε στις σχολές όπου δίδασκε ή μέσω της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών».

Σε συλλυπητήριο μήνυμα, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου τόνισε ότι «οι σκέψεις, η μεθοδολογία και το έργο του  έχουν καίρια θέση στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας και θα εμπνεύσουν τις επόμενες γενιές κινηματογραφιστών».

Ο Θέος γεννήθηκε στα Άγραφα της Καρδίτσας στις 10 Οκτωβρίου 1935. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1953 και απασχολούμενος αρχικά σε χειρωνακτικές εργασίες βρέθηκε να εργάζεται ως βαφέας σκηνικών στο θέατρο Ακροπόλ. Ύστερα από την εργασία του συνεργείου του Ακροπόλ για τα σκηνικά της ταινίας «Έγκλημα στο Κολωνάκι» βρέθηκε στο κινηματογραφικό συνεργείο του σκηνοθέτη και παραγωγού Τζανή Αλιφέρη.

Εκείνα τα χρόνια ανέπτυσσε πολιτική δραστηριότητα μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ.

Για περισσότερα από δεκαπέντε χρόνια εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ταινίες του εμπορικού κινηματογράφου όπως οι «Έκλαψα πικρά για σένα» και «Ένας ντελικανής», όπου συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον κινηματογραφιστή Κώστα Φέρρη, με τον οποίο θα δούλευαν συχνά μαζί στο μέλλον.

Από το 1978 και για μια δεκαετία ο Θέος βιοποριζόταν και ως παλαιοβιβλιοπώλης στο Μοναστηράκι.

Η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά ήταν το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «100 ώρες του Μάη» το 1963, το οποίο συν-σκηνοθέτησε με τον Φώτο Λαμπρινό. Η ταινία, μια ανεξάρτητη παραγωγή, περιγράφει την πολιτική και κοινωνική διάσταση της πρόσφατης τότε δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη.

Το 1967, πριν από την δικτατορία της 21ης Απριλίου, ο Θέος ξεκίνησε να σκηνοθετεί την πρώτη ταινία του μεγάλου μήκους, το «Κιέριον». Ένα φιλμ νουάρ σε πρώτο επίπεδο, το Κιέριον περιγράφει την προσπάθεια ενός δημοσιογράφου να βρει τον πραγματικό δολοφόνο ενός Αμερικανού δημοσιογράφου για την οποία το παρακράτος τον κατηγορεί πως συνέργησε.

Η υπόθεση έχει σαφείς αναφορές στη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζωρτζ Πολκ το 1948. Αποτελεί την πρώτη, ίσως, ελληνική πολιτική ταινία και παράλληλα εγκαινίασε το καλλιτεχνικό ρεύμα που ονομάστηκε Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος.

Η επιβολή της δικτατορίας διέκοψε τη δημιουργία της ταινίας και ο Θέος διέφυγε μαζί με το υλικό της στο Παρίσι και κατόπιν στην Αγγλία, όπου και μοντάρισε μια πρώτη μορφή της. Η δικτατορία είχε απαγορεύσει την προβολή της ταινίας στην Ελλάδα, αλλά προβλήθηκε σε φεστιβάλ του εξωτερικού, ανάμεσά τους στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας του 1968, όπου έλαβε ειδικό βραβείο.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1974 ο Θέος κατάφερε να ολοκληρώσει την ταινία η οποία κέρδισε το βραβείο καλύτερης καλλιτεχνικής ταινίας στο 15ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ ο ίδιος ο Θέος βραβεύτηκε ως καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης.

Η επόμενη μεγάλου μήκους ταινία του Θέου, «Η Διαδικασία» το 1976, σηματοδότησε μια νέα σκηνοθετική κατεύθυνση προς έναν δοκιμιακό κινηματογράφο μακριά από το συμβατικό σινεμά.

Τα επόμενα χρόνια δραστηριοποιήθηκε εκτός της σκηνοθεσίας ταινιών. Είχε ένα μικρό ρόλο στο «Εξόριστος στην Κεντρική Λεωφόρο» το 1979 που είχε συγγράψει και πρωταγωνιστούσε ο Κώστας Φέρρης, ήταν διευθυντής παραγωγής της ταινίας «Τα Όπλα μου Ρίχνουν Λουλούδια» και έκανε το μοντάζ της ταινίας «Μπαλαμός» του Σταύρου Τορνέ.

Το 1982 σκηνοθέτησε τρία επεισόδια της σειράς «Ο Φονιάς» της ΕΡΤ, μια τηλεοπτική διασκευή του διηγήματος «Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου» του Γεώργιου Βιζυηνού. Την επόμενη χρονιά σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ Υπερρεαλιστικό happening με θέμα το υπερρεαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα.

Η τρίτη κατά σειρά ταινία μεγάλου μήκους του Θέου ήταν ο «Καπετάν Μεϊντάνος» το 1987 που συνέχισε να κινείται σε μη συμβατικούς αφηγηματικούς δρόμους.

Ο Θέος επέστρεψε στα ντοκιμαντέρ με ένα μεσαίου μήκους για την Αποκάλυψη του Ιωάννου και τη σειρά «Ελληνισμός και Δύση» για την ΕΡΤ1 η οποία παρουσίαζε την αλληλεπίδραση των δύο αυτών πόλων κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα και της αναγέννησης. Επίσης σκηνοθέτησε κάποια επεισόδια της σειράς ντοκιμαντέρ «Εδώ γεννήθηκε η Ευρώπη».

Η τελευταία ταινία του μυθοπλασίας μεγάλου μήκους ήταν ο «Ελεάτης Ξένος» το 1996, μια μοντέρνα παραλλαγή του μύθου του Ορφέα και της Ευριδίκης.

Το 2006 το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τίμησε τον Θέο για το σύνολο του έργου του με μια αναδρομική προβολή των ταινιών του.

Ο Θέος έχει συγγράψει το μυθιστόρημα «Μανιάκ Μπέης», καθώς και κάποια δοκίμια, όπως τα «Φορμαλισμός» και «Το αισθητικό και το ιερό».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας