Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει κάθε δυνατή επιλογή προκειμένου να τιμωρήσει τη Σαουδική Αραβία για τον πόλεμο πετρελαϊκών τιμών που εξαπέλυσε και απειλεί τον αμερικανικό σχιστολιθικό κλάδο. Αυτό αναφέρει ρεπορτάζ του Simon Watkins για λογαριασμό του OilPrice.com, το οποίο επικαλείται πηγές του Λευκού Οίκου.
Μετά την ταπείνωση της υποχώρησης της τιμής του αμερικανικού ελαφρού αργού σε αρνητικό έδαφος, ενόψει της λήξης του προσθεσμιακού συμβολαίου Μαΐου, οι ΗΠΑ βρίσκονται ένα βήμα πριν από την αναθεώρηση της συνολικής τους σχέσης με το βασίλειο των Σαούντ, αναφέρει το συγκεκριμένο ρεπορτάζ. Άλλωστε, η έλλειψη αποθηκευτικών χώρων για το πετρέλαιο παραμένει, γεγονός που μετακυλύει την πίεση σε κάθε επόμενο προσθεσμιακό συμβόλαιο που λήγει, ενώ η καθήλωση των τιμών κινδυνεύει να κατεδαφίσει τον αμερικανικό σχιστολιθικό κλάδο (shale oil). Χωρίς περαιτέρω περικοπή της πετρελαϊκής παραγωγής από τον OPEC+, όπου πρωταγωνιστεί η Σαουδική Αραβία, προκειμένου η προσφορά να προσαρμοστεί στη δραματική μείωση της ζήτησης λόγω των περιοριστικών μέτρων διεθνώς για την πανδημία του κορονοϊού, η κρίση δεν πρόκειται να τερματισθεί. Αντ΄αυτού, συνεχίζεται το θρίλερ των υπερδεξαμενοπλοίων τα οποία πλησιάζουν τις αμερικανικές ακτές φορτωμένα με σαουδαραβικό πετρέλαιο: υπολογίζεται ότι κατ’ αυτό τον τρόπο πρόκειται να ριχτούν στην αγορά των ΗΠΑ 44 εκατ. βαρέλια μέσα στις επόμενες τέσσερις εβδομάδες, ποσότητα τετραπλάσια του μέσου όρου για το τελευταίο αντίστοιχο διάστημα επί του οποίου διατίθενται στοιχεία της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας.
Η σχέση ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας σημαδεύεται από τα όσα συμφωνήθηκαν ανάμεσα στον Αμπντουλαζίζ ιμπν Σαούντ και τον Φραγκίνο Ρούσβελτ το 1945, όταν επιστρέφοντας από τη Γιάλτα ο Αμερικανός πρόεδρος δέχθηκε τον ιδρυτή του βασιλείου επί του αμερικανικού πλοίου Quincy στην Μεγάλη Πικρή Λίμνη της Διώρυγας του Σουέζ. Η μεν σαουδαραβική πλευρά δεσμεύθηκε για την επαρκή τροφοδοσία των ΗΠΑ σε πετρέλαιο, ενώ η αμερικανική πλευρά ανέλαβε να εγγυηθεί την ασφάλεια του Οίκου των Σαούντ.
Η συμφωνία αυτή, ωστόσο, δεν προέβλεπε κάτι για τη μετατροπή των ΗΠΑ σε πρωταθλητή της πετρελαϊκής παραγωγής, μετά την ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια του αμερικανικού σχιστολιθικού κλάδου. Και τα πράγματα καθιστά περισσότερο περίπλοκα το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία οφείλει να λειτουργεί ως εγγυητής των τιμών αφήνοντας περιθώριο κερδοφορίας στους Αμερικανούς ανταγωνιστές που κατακτούν μερίδιο αγοράς ανεπηρέαστοι από τις συμφωνίες του OPEC+ για τα επίπεδα της παραγωγής. Την ίδια στιγμή, παρά τις εξαγωγές τους, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν αυξημένες ανάγκες εισαγωγής σαουδαραβικού πετρελαίου, διότι τα διυλιστήρια του Κόλπου του Μεξικού δουλεύουν με τη “βαρύτερη” μεσανατολική ποικιλία πετρελαίου και όχι με την ελαφρά εγχώρια. Κάθε άλλος προμηθευτής είναι είτε αναξιόπιστος (λ.χ. Μεξικό) είτε αποτελεί αντικείμενο αμερικανικών κυρώσεων (λ.χ. Βενεζουέλα).
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει πει επανειλημμένα ότι δεν θα αφήσει να κινδυνεύσει ο “σπουδαίος” αμερικανικός πετρελαϊκός κλάδος και να χαθούν (και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο) δεκάδες χιλιάδων θέσεων εργασίας. Έχει επίσης προσθέσει με νόημα ότι η δυναστεία των Σαούντ θα κατέρρεε σε δύο εβδομάδες εάν οι ΗΠΑ απέσυραν τη στρατιωτική τους υποστήριξη.
Ήδη γίνεται πολύς λόγος στην Ουάσιγκτον για την επιβολή δασμών στις εισαγωγές πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία. Το γιατί οι αμερικανικές τιμωρητικές διαθέσεις στρέφονται κυρίως προς το Ριάντ και όχι προς τη Μόσχα, που αποτελεί τον έτερο ισχυρό πυλώνα του OPEC+ μπορεί να εξηγηθεί εύκολα. Οι αμερικανικές εισαγωγές πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία είναι κατά 95% μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες από τη Ρωσία – ο δε ρωσικός προϋπολογισμός ισοσκελίζεται με τιμές πετρελαίου υποδιπλάσιες (40 έναντι 84 δολαρίων ανά βαρέλι) από αυτές που χρειάζεται το βασίλειο. Συνεπώς η χώρα του Πούτιν έχει μεγαλύτερες αντοχές σε έναν μαραθώνιο καθήλωσης των τιμών.
Πέρα από τους δασμούς, όμως, στη φαρέτρα του Τραμπ βρίσκεται και η “πυρηνική επιλογή” – ήτοι η δυνατότητα να “πατήσει το κουμπί” μιας ευρύτερης αντιπαράθεσης με τους Σαούντ με βάση το νομοσχέδιο NOPEC (“No Oil Producing and Exporting Cartels Act”) που εκκρεμεί στο Κογκρέσο. Ήδη πέρσι το νομοσχέδιο εγκρίθηκε από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων, γεγονός που επιτρέπει την εισαγωγή του στην Ολομέλεια, ενώ ταυτόχρονα δύο Δημοκρατικοί και δύο Ρεπουμπλικανοί το εισήγαγαν στη Γερουσία. Η διαδικασία πάγωσε με προεδρικό βέτο, εφόσον ακόμη τότε η συνεργασία της Σαουδικής Αραβίας έμοιαζε εγγυημένη, ωστόσο η δαμόκλειος σπάθη πάντοτε επικρέμαται.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο αυτό, η ρύθμιση των πετρελαϊκών τιμών με όρους καρτέλ καθίσταται παράνομη, ενώ ο OPEC και οι χώρες μέλη του χάνουν την κυριαρχική ασυλία τους και μπορούν να αντιμετωπίσουν τη δικαιοσύνη για παραβίαση της αμερικανικής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Αυτό σημαίνει ότι θα άνοιγε ο δρόμος για πάγωμα σαουδαραβικών λογαριασμών και κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, ενώ ο σαουδαραβικός κρατικός κολοσσός Aramco (που δραστηριοποιείται ταυτοχρόνως στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τα πετροχημικά) θα μπορούσε να διαταχθεί να κατατεμαχισθεί, ώστε να μην παραβιάζονται οι κανόνες ανταγωνισμού. Το γεγονός ότι οι Σαούντ διαθέτουν επενδύσεις ύψους ενός τρισ. δολαρίων στην αμερικανική επικράτεια τους καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους.
Είναι αυτό το μήνυμα που η Ουάσιγκτον θέλει να μεταδώσει εγκαίρως, αν όχι στον φιλόδοξο και παρορμητικό Σαουδάραβα διάδοχο Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν, τουλάχιστον στον γηραιό βασιλιά και πατέρα του.