Αγόρι υπονόμου
Είμαι ο Cumil*, εργάτης 27 ετών, από την Μπρατισλάβα της Σλοβακίας. Εργάζομαι στους δρόμους του ιστορικού κέντρου της Μπρατισλάβα και πρωτίστως στους υπονόμους της.
Αγαπώ υπερβολικά τη δουλειά μου, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο. Κανείς δε γνωρίζει την πόλη καλύτερα από εμένα.Έχω συναίσθηση της ομορφιάς της όσο και της ασχήμιας της.
Μέσα από τη βρόμα και τη δυσωδία των υπονόμων αναδύεται το αληθινό της πρόσωπο. Μου αρέσει αυτό το πρόσωπο. Δεν αρέσκομαι στη τελειότητα. Η τελειότητα
αρχίζει και μου δίνει στο δόξα πατρί. Ταράζει συθέμελα το νευρικό μου σύστημα.Την
απεχθάνομαι. Τόσο απλά.
Κάνω αυτό το επάγγελμα δυο χρόνια τώρα και έχω φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζω τους
ανθρώπους από το θόρυβο που κάνουν τα βήματά τους στο πλακόστρωτο. Σε λίγο θα
περάσει η κυρία με το ψάθινο καπέλο. Το φοράει καθημερινά ανεξαρτήτως εποχής και καιρικών συνθηκών. Δεν γνωρίζω γιατί.
-Καλημέρα, Cumil!,ακούω μια ραδιοφωνική φωνή πίσω μου.
-Καλημέρα, κύριε Βόζαρτ. Να έχετε μια υπέροχη μέρα!
-Κι εσύ,Cumil! Ευχαριστώ!
Ο κύριος Βόζαρτ είναι ποιητής.Δεν έχει εκδώσει ποιήματά του…ακόμα. Είναι σπουδαίος,
ωστόσο. Οι στίχοι του αγγίζουν τη ψυχή μου.Γνωρίζω καλά την αξία του.Μια μέρα θα γράψει ένα ποίημα που θα μιλάει μόνο για μένα. Μου το έχει υποσχεθεί. Δεν έχω λόγους
να τον αμφισβητήσω.
Σήμερα, περιέργως, ο καιρός είναι λιγότερο συννεφιασμένος. Αρκετός κόσμος έχει ήδη
ξεκινήσει τα καθημερινά ψώνια του. Αυτό εμένα με χαροποιεί. Μου αρέσει να νιώθω τους ανθρώπους, την πόλη να πάλλεται. Δεν έχω παράπονο από τη ζωή. Δουλεύοντας μέσα στους υπονόμους έχω μάθει να εκτιμώ εκείνα που άλλοι δεν μπορούν καν να υπομείνουν.
Γνωρίζω τον κόσμο από την καλή και την ανάποδη κι αυτό είναι μια γνώση σπουδαία. Το
μόνο πράγμα που με εκνευρίζει είναι η τελειότητα. Δεν θυμάμαι αν το ανέφερα ήδη. Τελευταία ξεχνάω. Ξεχνάω πολύ. Θα πρέπει να το κοιτάξω. Να σημειώσω ήμουν ανέκαθεν κάπως αφηρημένος. Αρκετά φλυάρησα. Χώνομαι πάλι στην τρύπα μου.
Είμαι ο Cumil, εργάτης, 27 ετών από την Μπρατισλάβα της Σλοβακίας και σας χαμογελώ μέσα από τον υπόνομο.
Είμαι ένας βρομερός κι απαίσιος αρουραίος. Προσωπικά, δεν αισθάνομαι ούτε βρομερός ούτε απαίσιος. Μεταφέρω τη γνώμη των άλλων για μένα. Γεγονός είναι πως
αν σου βγει το όνομα, δύσκολο να ξεφύγεις. Δέχομαι λοιπόν αδιαμαρτύρητα την ταμπέλα που μου έχουν φορέσει κι ας μην συμφωνώ. Αν με ρωτήσετε προσωπικά, δεν μου καίγεται καρφάκι για τη γνώμη τους.Έχω αρκετό μυαλό ούτως ώστε να μην με αφορούν τα όσα
λέγονται για μένα. ”Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι” είπε κάποιος. Συμφωνώ και επαυξάνω.
Το φως της μέρας με κουράζει. Είμαι αλλεργικός στις αχτίδες του ήλιου κι έτσι τον
περισσότερο χρόνο τον περνάω σε σκοτεινά ‘καταγώγια’. Μου αρέσει αυτή η λέξη.
Μεταφέρει ένα κάποιο μυστήριο, όπως κάθε τι υπόγειο. Μη μου πείτε πως δεν το έχετε
παρατηρήσει. Εκεί όμως που νιώθω να είμαι ο εαυτός μου είναι οι υπόνομοι. Πρόκειται για το βασίλειό μου, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Εξού και η ρετσινιά του βρομερού.
Τις προάλλες, μια απερίγραπτη μπόρα έπληξε την πόλη. Οι υπόνομοι υπερχείλισαν
και τα βρομόνερα έπνιξαν τους δρόμους του κέντρου. Μαζί τους ξεχύθηκα στους δρόμους κι εγώ, παρέα με κάτι φιλαράκια του συναφιού μου. Εκεί να δείτε πανικός! Ανόητοι που
είναι οι άνθρωποι! Δεν κοιτάζουν καλύτερα τα δικά τους χάλια. Οι φωνές τους ωστόσο, μου
προκάλεσαν στιγμιαία μια αβεβαιότητα.Έτσι, πριν χωθώ στη τρύπα μου, κοίταξα το είδωλό
μου που καθρεφτιζόταν στα απόνερα. Δεν παρατήρησα κάτι περίεργο πάνω μου.
Πάω για ύπνο κι ελπίζω να δω κάποιο καλό όνειρο.
Ξέχασα να πω πως στον ύπνο μου ονειρεύομαι συχνά πυκνά το ίδιο πράγμα:
Ονειρεύομαι πως είμαι εργάτης και δουλεύω στους υπονόμους μιας πόλης που το
όνομά της είναι ιδιαίτερο και εύηχο. Μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή.
Στην κανονική ζωή είμαι απλά ένας αρουραίος.
Είμαι ο Χανς, εργάτης, 27 ετών και κατάγομαι από μια επαρχιακή πόλη της Γερμανίας.
Είμαι άνεργος από τις αρχές της Άνοιξης. Για την ακρίβεια, το αφεντικό μου με απέλυσε
εντελώς απροσδόκητα, χωρίς να μου δώσει μια πειστική δικαιολογία. Είπε μόνο κάτι για
αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, για διχασμένη προσωπικότητα, για αντικοινωνικότητα από μέρους μου .Δεν έδωσα μεγάλη βάση στα λόγια του καθώς το σοκ της απόλυσης με αποσυντόνισε.Έχασα το έδαφος κάτω από τα πόδια μου. Στη δουλειά μου ήμουν πάντοτε συνεπής και υπεύθυνος. Δεν θέλω να δίνω δικαιώματα σε κανέναν και για τίποτα.Και δες τι έγινε. Επαναλαμβάνω: δεν πήρα πειστική απάντηση για την απόλυσή μου. Η απορία μου για το τι στράβωσε συνεχίζει να αιωρείται.
Εδώ και αρκετό καιρό δεν αισθάνομαι πολύ καλά, είναι η αλήθεια.Έχω συχνούς πονοκεφάλους που με κάνουν ευερέθιστο.Οι πονοκέφαλοι έχουν ξεκινήσει πολύ πριν την
απόλυσή μου. Μετά από αυτό, η συχνότητά τους εντάθηκε.Όταν φτάνουν στο peak, τα
παίζω πραγματικά. Στο μυαλό μου επικρατεί σύγχυση…δεν μπορώ να βάλω τις σκέψεις
μου σε τάξη. Είναι κι αυτός ο θόρυβος από τις διαρκείς πατημασιές που με ταράζει. Μένω
σε υπόγειο και ακριβώς πάνω από το κρεβάτι μου, στο πλάι, υπάρχει ένα παράθυρο-
φεγγίτης. Αδύνατον να μην ακούω τα βήματα. Είναι στιγμές που νιώθω τον ήχο τους να καρφώνει ρυθμικά το κρανίο μου. Ενίοτε, νιώθω την ανάγκη να ουρλιάξω, όμως
συγκρατούμαι.Να μην αναφερθώ στο τρέμουλο των χεριών και στις μεταμεσονύχτιες
κρίσεις πανικού που με ταλανίζουν.
Ήθελα κάποια στιγμή να μετακομίσω σε ισόγειο. Τώρα που έχασα τη δουλειά μου, είναι
πρακτικά αδύνατο. Επιχείρησα να βρω άλλη απασχόληση σαν εργάτης, πωλητής,
αχθοφόρος, νεροκουβαλητής.Τίποτα. Έχω την αίσθηση πως τα υποψήφια αφεντικά μου με αντιμετωπίζουν με μια δόση καχυποψίας. Εδώ και καιρό οι άνθρωποι που συναναστρέφομαι με ξαφνιάζουν. Αισθάνομαι πως δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα.
Είναι και το άλλο: μέρες τώρα στο υπόγειο τριγυρίζει ένας αρουραίος. Δεν τον έχω δει,
ξέρω όμως πως βρίσκεται εδώ. Τον ακούω. Τον οσμίζομαι. Με παρατηρεί. Ελέγχει τις κινήσεις μου. Η παρουσία του είναι αισθητή κι ας μην τον βλέπω. Είναι τρυπωμένος κάπου
και με περιπαίζει. Τι στο καλό θέλει από μένα; Δε μου φτάνουν τα προβλήματά μου; Μου
περνάει από το μυαλό μια περίεργη σκέψη. Τείνω να πιστέψω πως ο αρουραίος είμαι εγώ.
Είμαι βέβαιος πως είμαι εγώ.
Στο απέναντι ράφι, ο Cumil μου χαμογελά. Ένας φίλος μου έφερε το καδράκι με τον Cumil
σαν σουβενίρ από το τελευταίο ταξίδι του. Ο Cumil μου φαντάζει τόσο οικείος! Στην πραγματικότητα, όσο περισσότερο τον παρατηρώ, τόσο μου φαίνεται ότι μοιάζουμε σαν δυο σταγόνες νερό. Ειδικά το χαμόγελο. Κυρίως αυτό. Είμαι ο Cumil; Δεν ρωτάω. Δηλώνω πως είμαι το πρόσωπο στο κάδρο. Αν όμως είμαι ο Cumil,ποιος είναι ο αρουραίος;
Ανατριχιάζω. Αρχίζω και φοβάμαι αυτό που συμβαίνει…φοβάμαι τον ίδιο μου τον εαυτό, που για να είμαι ειλικρινής, δεν μπορώ να πω ποιος είναι. Είμαι ο Cumil ή ο αρουραίος; Είμαι και οι δύο ή κανένας από τους δύο; Συστήθηκα ως Χανς, Γερμανός ετών 27, εργάτης. Αυτό λέει η ταυτότητα που έχω στο πορτοφόλι μου. Πρέπει να είμαι ο Χανς. Ωστόσο, νιώθω περισσότερο αρουραίος ή Cumil και λιγότερο Χανς. Τρελλαίνομαι! Πάλι ο πονοκέφαλος! Πάλι το τρέμουλο! Τα βήματα στο πεζοδρόμιο! Αφήστε με στην ησυχία μου! Σταματάτε να καρφώνετε το κρανίο μου. Δεν έχω αέρα!
Όποιος κι αν είμαι τελικά- δεν υπάρχει αμφιβολία- έχω πιάσει πάτο!
Στέλλα Δέδε