Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και η κυβέρνηση της Πολωνίας φέρονται ότι απέσυραν τελικά το βέτο για το Ταμείο Ανάκαμψης. Η απόφαση αυτή ελήφθη μετά από παρέμβαση της γερμανικής προεδρίας και αφού η Βουδαπέστη και η Βαρσοβία πήραν ως αντάλλαγμα την αναβολή της διαδικασίας κυρώσεων, που θα μπορούσε να τους στερήσει την πρόσβαση σε ευρωπαϊκά κεφάλαια.
Όπως μετέδωσε το Bloomberg, επικαλούμενο αξιωματούχο με γνώση των διαπραγματεύσεων, ο συμβιβασμός αυτός οργανώθηκε από το Βερολίνο και θα τεθεί προς συζήτηση στη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών της ΕΕ, την Πέμπτη, στις Βρυξέλλες. Αν και τα σημεία της συμφωνίας δεν έγιναν εξ ολοκλήρου γνωστά, ο αξιωματούχος ανέφερε στο αμερικανικό πρακτορείο ότι η πρόταση εξακολουθεί να συνδέει τα δημοκρατικά πρότυπα ενός κράτους-μέλους με την πρόσβαση στις εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η νίκη, ωστόσο, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, συνίσταται στο ότι η συμφωνία αναφέρει, πάντα σύμφωνα με τον αξιωματούχο, ότι κυρώσεις για τη μη τήρηση του “Κράτους Δικαίου” δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν προτού το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφανθεί σχετικά με τη νομιμότητα των νέων κανόνων. Αυτή η διαδικασία θέλει χρόνο και οι εκτιμήσεις είναι ότι θα απαιτηθεί περισσότερο από ένα έτος.
Πήρε αυτό που ήθελε ο Όρμπαν
Πριν το δημοσίευμα του Bloomberg, για επίτευξη συμφωνίας με τη Γερμανία είχε μιλήσει ο Πολωνός αναπληρωτής πρωθυπουργός, Γιάροσλαβ Γκόβιν, κάτι που ερμηνεύτηκε ως άνοιγμα του δρόμου προς τον συμβιβασμό. Γερμανίδα εκπρόσωπος ανέφερε πάντως ότι λύση δεν έχει βρεθεί ακόμα και τόνισε ότι όλα τα κράτη-μέλη θα πρέπει να συμφωνήσουν. Ακόμα και έτσι όμως, ουσιαστικά επιβεβαίωσε ότι το βήμα έγινε.
Την συμφωνία με την γερμανική προεδρία επιβεβαίωσε και Ούγγρος αξιωματούχος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Βουδαπέστη και η Βαρσοβία, προέβαλαν σθεναρή αντίσταση στην πρόβλεψη να συνδέεται η πρόσβαση σε ευρωπαϊκά κονδύλια με την εφαρμογή των κανόνων του Κράτους Δικαίου. Στην πρόβλεψη αυτή η Ουγγαρία και η Πολωνία είδαν μια άμεση απειλή, καθώς είναι υπόλογες στην Κομισιόν. Η πρώτη για τη μεταναστευτική πολιτική της και το “αντι-Σώρος” νομοθετικό πλέγμα και η δεύτερη για τη μεταρρύθμιση του πολωνικού δικαστικού συστήματος.
Παραλλήλως, όλο αυτό το διάστημα, δημοσίως αλλά και παρασκηνιακά, ασκήθηκαν πιέσεις στις δύο χώρες. Το Βερολίνο διαμήνυσε ότι αν δεν αρθεί το βέτο, τότε τα υπόλοιπα 25 κράτη-μέλη της ΕΕ θα προχωρήσουν μόνα τους και ζήτησε από την Κομισιόν να βρει τρόπο παράκαμψης. Ανάλογη δήλωση έκανε και ο αρμόδιος Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι, διαμηνύοντας και αυτός ότι η ΕΕ θα προχωρήσει τις διαδικασίες σχετικά με το χρηματοδοτικό πακέτο του 1,8 τρισεκ. ευρώ για την ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Ήθελαν πιο πολλά οι Πολωνοί;
Οι πιέσεις αυτές εντάθηκαν τα τελευταία εικοσιτετράωρα και η ρωγμή ήρθε μάλλον από την Βαρσοβία, όπου ο πρωθυπουργός Μοραβιέτσκι φαίνεται πως αναζητούσε συμμάχους, εντός και εκτός της χώρας του για να παραμείνει στη σκληρή γραμμή. Για τον λόγο αυτό, απευθυνόμενος κυρίως στους εταίρους της ΕΕ χαρακτήριζε το ουγγρο-πολωνικό βέτο ως «βαλβίδα ασφαλείας χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει η ΕΕ», παρουσιάζοντάς το ως εργαλείοπου «εξυπηρετεί την αναζήτηση ενός συμβιβασμού και προστατεύει τους πιο αδύναμους από την κηδεμονία των σημερινών ισχυρών».
Ωστόσο, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Πολωνίας, Γιάροσλαβ Γκόβιν, το κόμμα του οποίου μετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, είχε ταχθεί υπέρ ενός συμβιβασμό προκαλώντας τον άλλο κυβερνητικό εταίρο, τον υπουργό Δικαιοσύνης Ζμπίγκνιεβ Ζιόμπρο, που προειδοποίησε ακόμα και για απώλεια της εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση Μοραβιέτσκι.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Γκόβιν είναι αυτός που μίλησε πρώτος για επίτευξη συμφωνίας με την γερμανική προεδρία και μάλιστα πριν το δημοσίευμα του Bloomberg. Μέχρι στιγμής ο πρωθυπουργός Μοραβιέτσκι δεν έχει κάνει κάποιο σχόλιο, όπως και ο Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος σε αντίθεση με τον Πολωνό ομόλογό του δεν έχει να αντιμετωπίσει ενδοκυβερνητικά ζητήματα.
Με τον συμβιβασμό πάντως ο Όρμπαν φαίνεται ότι πήρε αυτό που ήθελε. Να μην υπάρξουν δηλαδή άμεσες κυρώσεις στην Ουγγαρία και να μην αποκλειστεί από το Ταμείο Ανάκαμψης, για το οποίο ζητούσε εξαρχής να διαχωριστεί από την ρήτρα δημοκρατικότητας. Η αναβολή της διαδικασίας κυρώσεων μέχρι να αποφανθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σχετικά με τη νομιμότητα των νέων κανόνων δίνει τον χρόνο για την άμεση διάθεση των κονδυλίων, ενώ ικανοποιεί και τη θέση της γερμανικής προεδρίας και της Κομισιόν για παραπομπή του θέματος στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ανεξαρτήτως πάντως από το αν η Μέρκελ και η Κομισιόν το δέχονται η όχι, πρόκειται για μια, έστω και προσωρινή, αποσύνδεση των αρχών του Κράτους Δικαίου από την πρόσβαση στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Αποτελεί έτσι μια νίκη του Όρμπαν και της Πολωνίας και δείχνει ξακάθαρα και στους άλλους εταίρους πως πρέπει να λειτουργούν στην γερμανοκρατούμενη ΕΕ, όταν θέλουν να πετύχουν κάτι: απλώς ασκώντας βέτο εκεί που πονάει η Γερμανία. Και ο νοών νοείτω…
Πηγή: SLpress.gr