Τουρκία 2021-Ανάλυση του Δ. Απόκη

981
Ανάλυση του Δ. Απόκη

Καθώς ξεκινά το 2021 μέσα στη δεινή οικονομική και κοινωνική κρίση της πανδημίας του Covid-19, η χώρα μας συνεχίζει να αντιμετωπίζει την απειλή της Τουρκίας, όσο αφορά την εδαφική της ακεραιότητα και τα εθνικά της συμφέροντα.

Η σχεδόν καθημερινή ενασχόληση των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα με την Τουρκία του Ερντογάν, και οι διεξοδικές καθημερινές πλέον αναλύσεις της πανσπερμίας των αναλυτών, έχουν οδηγήσει την ελληνική κοινωνία να αντιμετωπίζει την επιθετικότητα της Τουρκίας ως μια συνηθισμένη κατάσταση, με αποτέλεσμα να είναι βέβαιο ότι στο μυαλό του απλού Έλληνα πολίτη δεν έχει καταγραφεί η σοβαρότητα του κινδύνου που αντιμετωπίζει η πατρίδα από το απολυταρχικό καθεστώς της Άγκυρας.

 

Ταυτόχρονα, η μαζική, από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οικοδόμηση ελπίδας για σημαντική στροφή και σκλήρυνση της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της Τουρκίας, υπό την Προεδρία Μπάϊντεν, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν πρόκειται να αποδειχθεί αληθινή με αποτέλεσμα η πίεση στην Ελλάδα να αυξηθεί ακόμη περισσότερο έτσι ώστε να καθίσει ένα τραπέζι διαλόγου, από το οποίο δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα παρά σημαντικές παραχωρήσεις προς τον δικτάτορα της Άγκυρας.

Αξίζει λοιπόν να παρουσιαστεί μια ολοκληρωμένη εικόνα της Τουρκίας του Ερντογάν καθώς ξεκινά η κρίσιμη χρονιά του 2021.

Το Δόγμα του Ερντογάν είναι ότι η Τουρκία θα πρέπει να υιοθετήσει μια δραστήρια – επιθετική και προληπτική στρατιωτική αντιμετώπιση όσο αφορά τις εξωτερικές προκλήσεις ασφάλειας όπως αυτή τις αντιλαμβάνεται. Τα ερωτήματα που θα πρέπει να απαντήσει μια χώρα, δηλαδή η Ελλάδα, που απειλείται από αυτό το Δόγμα, είναι τα ακόλουθα. Γιατί η Τουρκία του Ερντογάν δημιούργησε και εφαρμόζει αυτή την επιθετική αντιμετώπιση; Τι μέσα απαιτούνται για την εφαρμογή της; Και τέλος, ποια είναι τα κέρδη και τα ρίσκα για την Τουρκία από την εφαρμογή αυτού του Δόγματος;

Το επιθετικό αυτό Δόγμα της Τουρκίας, δεν έχει προκύψει τυχαία, αλλά μέσα από σημαντικές και βαθιές αλλαγές στο εξωτερικό της περιβάλλον, αλλά και στις εσωτερικές δυναμικές της χώρας. Στο εξωτερικό οι απειλές που βλέπει η Τουρκία, έχουν μετατοπιστεί Ανατολικά και Νότια, μέσα στην τελευταία δεκαετία, και αυτό έχει να κάνει με την οπτική της περί αυξανόμενων απειλών ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, το Ιράκ, την Βόρεια Αφρική, και τη Συρία, αλλά και στη στρατηγική διαμάχη με την Αίγυπτο, τη Ρωσία, τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και άλλους περιφερειακούς παίκτες. Ταυτόχρονα, η Τουρκία του Ερντογάν, θορυβήθηκε έντονα από την χλιαρή αντιμετώπιση του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της κρίσης στη Συρία και από την συνεργασία της Δύσης, με του Κούρδους του YPG, στο μέτωπο της Συρίας και στην καταπολέμηση του ISIS. Η Άγκυρα αισθάνεται προδομένη από το ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα εδώ και καιρό να είναι πλέον κατ’ επίφαση μέλος της Συμμαχίας, και για να είμαστε πιο ακριβής προβληματικό παιδί στο εσωτερικό της.

Εξίσου σημαντικοί για τη διαμόρφωση αυτού του Δόγματος και στην αυξανόμενη στρατικοποίηση της πολιτικής της Τουρκίας, είναι και κάποιοι παράγοντες στο εσωτερικό της χώρας, ειδικά από τη στιγμή που ο Ερντογάν πέρασε το Προεδρικό Σύστημα διακυβέρνησης το οποίο δίνει απόλυτη εξουσία στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας στον Πρόεδρο. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό είναι δημοφιλείς στο εσωτερικό της χώρας και ευθύνονται κατά κύριο λόγο για τη διατήρηση της σχετικής δημοφιλίας του Ερντογάν. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό είναι και δημοφιλείς στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων, αυξάνουν το ηθικό τους, τους μισθούς τους και την προοπτική προαγωγών, και βελτιώνουν σημαντικά την εκπαίδευση και ετοιμότητά τους. Επίσης, αυτή η στρατικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής, οδηγεί σε μια ομαλοποίηση και ισορροπία των σχέσεων ανάμεσα στις στρατιωτικές και πολιτικές ελίτ, με αποτέλεσμα να ο έλεγχος στο εσωτερικό από τους πολιτικούς να είναι πιο εύκολος με δεδομένο ότι οι ένοπλες δυνάμεις είναι απασχολημένες στο εξωτερικό.

Πολύ σημαντικός παράγοντας στη στρατικοποίηση, είναι και η σημαντική άνθηση της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας. Αυτό επιτρέπει στην Άγκυρα να εφαρμόζει μια πιο ανεξάρτητη στρατηγική και να επιδεικνύει τα προϊόντα της αμυντικής της βιομηχανίας σε επίδοξους πελάτες, με αρκετή μάλιστα επιτυχία, εάν κρίνει κανείς από τα συμβόλαια πώλησης που έχει υπογράψει με διάφορες χώρες.

Σαν αποτέλεσμα όλων αυτών των εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων,  η Τουρκία κινείται όλο και πιο αυτόνομα στις σχέσεις της με περιφερειακούς παίκτες, και προχωρά σε αμφισβήτηση κάποιων πλαισίων στις σχέση της με το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το θέμα που έχει προκύψει με των προμήθεια των πυραύλων S-400 από τη Ρωσία, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Ο στρατιωτικός ακτιβισμός της Τουρκίας, εφαρμόζεται με δυο τρόπους. Διευρύνοντας τη στρατιωτική της παρουσία και τη στρατιωτικές της συνεργασίες. Η παρουσία της στη Λιβύη, στη Σομαλία, η στρατιωτική βάση στο Κατάρ, οι συνεχιζόμενες επιχειρήσεις στο Βόρειο Ιράκ και η εισβολή στη Συρία, είναι αποδείξεις αυτής της στρατηγικής. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου προκαλεί και αμφισβητεί την εθνική κυριαρχία χωρών όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, και δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ.

Η Τουρκία του Ερντογάν, σχεδιάζει τη δημιουργία ναυτικής βάσης στην κατεχόμενη Κύπρο, έτσι ώστε να βελτιώσει τις επιχειρησιακές δυνατότητες του πολεμικού ναυτικού της, μειώνοντας δραστικά το χρόνο που χρειάζονται τα πλοία της για να μεταβούν στους χώρους των επιχειρήσεων. Υπάρχει επίσης, σχεδιασμός για την επαναλειτουργία εγκαταλειμμένου πολιτικού αεροδρομίου στην κατεχόμενη Κύπρο, για να χρησιμοποιείται από τουρκικά μαχητικά F-16. Ήδη χρησιμοποιείται από τουρκικά drones για επιχειρήσεις στη Μεσόγειο.

Ο Ερντογάν πιστεύει ότι η Τουρκία δεν μπορεί να γίνει περιφερειακή δύναμη χωρίς στρατιωτική αποτροπή και δυνατότητες. Ταυτόχρονα, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να εμπιστευτεί τις προμήθειες όπλων από τους παραδοσιακούς δυτικούς συμμάχους, διότι οι προμήθειες αυτές συνοδεύονται από περιορισμούς ως προς τον τρόπο και τον τόπο χρήσης τους. Αυτό τον έχει οδηγήσει στην έντονη προώθηση της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας, με στόχο τη στρατηγική αυτονομία.

Παρόλα αυτά, οι φιλοδοξίες δημιουργίας και προβολής δύναμης της Άγκυρας, ενέχουν περιορισμούς, κινδύνους, και ευκαιρίες. Στον τομέα της προβολής δύναμης υπάρχουν σοβαρά κενά. Δεν έχει ακόμη τη δυνατότητα εναέριας υποστήριξης των χερσαίων δυνάμεων της στις επιχειρήσεις στο εξωτερικό, με μαχητικά αεροσκάφη, επιθετικά ελικόπτερα, και εξοπλισμένα drones. Επίσης υστερεί σημαντικά στην αερομεταφορά προσωπικού και στρατιωτικού υλικού βαριάς μορφής. Την ίδια στιγμή υστερεί στην ύπαρξη μιας μέσης και μεγάλης εμβέλειας αεράμυνας. Αυτό έχει αποδειχθεί σε όλες τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις.

Το τρίτο και πιο σημαντικό πρόβλημα για την εφαρμογή του νέου επιθετικού Δόγματος της Τουρκίας, είναι η τεράστια πίεση που δημιουργεί στην ήδη κατεστραμμένη οικονομία της. Οι παραγγελίες στην αμυντική της βιομηχανία το 2019 ανέρχονταν σε 10,7 δις δολάρια, μείωση 12% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά και μπορεί να υπάρξει και μεγαλύτερη μείωση όταν καταγραφούν τα στοιχεία του 2020. Σύμφωνα με σοβαρές αναλύσεις οι εξωτερικές στρατιωτικές περιπέτειες του Ερντογάν, κόστισαν περίπου 200 εκ. δολάρια το μήνα στη Συρία, και 120 εκ. δολάρια στο Ιράκ. Το συνολικό κόστος των στρατιωτικών επιχειρήσεων υπολογίζεται σε 8 δις δολάρια, πάνω από τον ύψους 22 δις δολαρίων αμυντικό προϋπολογισμό, δηλαδή το 3,6% του ΑΕΠ της χώρας.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι, παρά τα προβλήματα και τους κινδύνους, αυτός ο στρατιωτικός ακτιβισμός – επεκτατισμός της Τουρκίας, που ξεδιπλώνεται τα τελευταία τέσσερα χρόνια, δεν πρόκειται να σταματήσει, θα εντατικοποιηθεί. Και είναι ανόητο και εθνικά ριψοκίνδυνο για την Ελλάδα, που βρίσκεται στον πυρήνα των επεκτατικών επιδιώξεων της Τουρκίας του Ερντογάν, να βάζει όλα της τα χαρτιά στη δήθεν στήριξη από τη επερχόμενη κυβέρνηση Μπάϊντεν στις ΗΠΑ, και ακόμη χειρότερα στην προκλητικά ανύπαρκτη Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικά με την οικονομική και κοινωνική θύελλα που έρχεται ως απόρροια των επιπτώσεων της πανδημίας.

Η μόνη λύση είναι η διαμόρφωση μιας ανεξάρτητης εθνικής στρατηγικής, λαμβάνοντας υπόψη την εικόνα που παρουσιάστηκε παραπάνω, αναλύοντας και δίνοντας απάντηση στα τρία ερωτήματα που τέθηκαν όσο αφορά την εφαρμογή του νέου τουρκικού δόγματος. Με θωράκιση και προετοιμασία έναντι των δυνατών σημείων της Τουρκίας, αλλά κυρίως μέσω εκμετάλλευσης των αδυναμιών και των προβλημάτων που περιβάλλουν την εφαρμογή του Δόγματος που εφαρμόζει.

Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και ΔημοσιογράφοςΑπόφοιτος του The Paul HNitzeSchool of International StudiesThe Johns Hopkins Universityμέλος του The International Institute of Strategic Studiesκαι διετέλεσε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκοτο Στέητ Ντιπάρτμεντκαι το Πεντάγωνοστην Ουάσιγκτον 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας